Βάσω Κατράκη, η Ελληνίδα Καίτε Κόλβιτς

Βάσω Κατράκη, η Ελληνίδα Καίτε Κόλβιτς

Από την ίδρυσή της το 2019, η Roma Gallery τοποθέτησε τον εαυτό της σε μια παράδοση που αναγνωρίζει πως η τέχνη δεν είναι τωρινή υπόθεση, αλλά αντλεί τη δύναμή της από μια αδιάκοπη συνομιλία με το παρελθόν. Θυμόμαστε στο ξεκίνημά της την αφιερωματική έκθεση με τίτλο «Ελεγείες σε πέτρα και μέταλλο» με αριστουργήματα του Χρήστου Καπράλου και της Βάσως Κατράκη. Σίγουρα, συγκαταλέγεται στις πλέον εμβληματικές παρουσιάσεις που έβαλε την γκαλερί σε ασφαλείς ράγες. 

Σήμερα, η κολωνακιώτικη αίθουσα φανερώνει εκ νέου το αποτύπωμα της Κατράκη που χάραξε την τέχνη και την ιστορία με την ίδια δύναμη. Με μια εικαστική γλώσσα λιτή αλλά βαθιά φορτισμένη, η εθνική μας χαράκτρια δεν περιορίστηκε στην αναπαράσταση – δημιούργησε σύμβολα, αποτύπωσε τον πόνο και την ελπίδα, μετουσίωσε το ατομικό βίωμα σε συλλογική μνήμη.

Βάσω Κατράκη, «Μορφή» (1987, χάραξη σε πέτρα, 105x75 εκ.)

Γεννημένη το 1914 στο Αιτωλικό, η Κατράκη μαθήτευσε στην Αθήνα δίπλα στους σπουδαίους Κωνσταντίνο Παρθένη και Γιάννη Κεφαλληνό. Αν και ξεκίνησε με την ξυλογραφία, σύντομα στράφηκε στη χάραξη σε πέτρα, αναπτύσσοντας μια τεχνική που της έδωσε ταυτότητα αλλά και διεθνή αναγνώριση. Η επιλογή της πέτρας δεν ήταν τυχαία· πρόκειται για υλικό που απαιτεί κόπο, που δεν επιδέχεται λάθη, που κουβαλά το ίχνος κάθε χεριάς – όπως ακριβώς και η ίδια η ζωή.

Η τέχνη της Κατράκη δεν ήταν ποτέ ξεκομμένη από την Ιστορία. Η εμπειρία της Κατοχής, η στράτευσή της στο ΕΑΜ Καλλιτεχνών, η εξορία της στη Γιούρα το 1967, όλα αυτά άφησαν ανεξίτηλο στίγμα στη δουλειά της. Η Roma συγκεντρώνει ορισμένα από τα σημαντικότερα χαρακτικά της σε πέτρα, όπου το ανθρώπινο σώμα και το βλέμμα, το άλογο – σύμβολο του ελληνικού κόσμου – αποκτούν έναν εσωτερικό ρυθμό, μια δωρική αυστηρότητα και μια δραματικότητα που τη συνδέει άμεσα με τα γεγονότα που σφράγισαν τον τόπο. 

Βάσω Κατράκη, «Ενδοστροφή» (1965, χάραξη σε πέτρα, 105 x 73 εκ.)

Ωστόσο, πρέπει να πούμε με έμφαση ότι η Κατράκη υπήρξε δημιουργός διεθνούς σημασίας, όχι μόνο για την πρωτοποριακή της τεχνική, αλλά κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο κατόρθωσε να γεφυρώσει το ατομικό με το συλλογικό, το τοπικό με το οικουμενικό. Δεν ενδιαφερόταν για την ατομικότητα, αλλά για το πρόσωπο ως αρχέτυπο, ως φορέα μνήμης και αγώνα. Στις μορφές της, η λύπη και η αντοχή συνυπάρχουν, όπως και η σιωπή με την κραυγή. Τα έργα της δεν είναι απλώς εικόνες – είναι καταθέσεις μιας εποχής που δεν εξαντλούνται στο γεγονός, αλλά το υπερβαίνουν, μετασχηματίζοντάς το σε διαχρονική μαρτυρία αντίστασης και θέλησης για ζωή. Δεν πρόκειται για μουσειακά απομεινάρια, αλλά για εικόνες που μας αφορούν, που εξακολουθούν να μας μιλούν.

Βάσω Κατράκη, «Μοναξιά» (1979, χάραξη σε πέτρα, 100x70 εκ.)

Παρόλο που η Κατράκη είναι εφάμιλλη της Καίτε Κόλβιτς – όχι μόνο ως προς τη θεματολογία της, τον ανθρώπινο πόνο, την κοινωνική αδικία και την αντίσταση, αλλά και ως προς την εκφραστική της δύναμη – παραμένει εθνικό κεφάλαιο άγνωστο στο εξωτερικό. Το έργο της γνωρίζει εκθέσεις, πρόσφατα και στο Πάρκο Ελευθερίας, αλλά δεν έχει ακόμα ενταχθεί στο ρεύμα ανάδειξης των γυναικών καλλιτεχνών που διατρέχει σήμερα τα μεγάλα μουσεία. Δεν συμπεριλήφθηκε, για παράδειγμα, στο πολύπτυχο αφιέρωμα του ΕΜΣΤ «Κι αν οι Γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο;» – μια απουσία που αποκαλύπτει πολλά για τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την εθνική μας εικαστική κληρονομιά.

Θα πει κανείς: δεν καταφέραμε καν να σώσουμε το μουσείο της στο Αιτωλικό, και εσύ μιλάς για τη διεθνή της προβολή; Ίσως. Αλλά η λήθη ξεκινά πάντα από εκεί που θεωρούμε πως κάτι είναι δεδομένο. Και αν το έργο της Κατράκη δεν βρει τη θέση που του αξίζει, δεν θα φταίει το ίδιο – θα φταίει ο τρόπος που εμείς το αφήσαμε να σβήσει.

Βάσω Κατράκη, «Κατάσταση ΙΙ» (1970, χάραξη σε πέτρα, 130x80 εκ.). Λεπτομέρεια στην κεντρική φωτ.

Αλγεινά Σώματα της Βάσως Κατράκη στη Ρώμα 5, σε επιμέλεια της Άλιας Τσαγκάρη. Διάρκεια έκθεσης: 20 Μαρτίου – 3 Μαΐου 2025. Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 11.00 – 20.00,  Τετάρτη, Σάββατο: 11.00 – 16.00,  Κυριακή, Δευτέρα: κλειστά