Η Κασσάνδρα μεταφερμένη από τη Γάζα στην Ορέστεια του Θόδωρου Τερζόπουλου, δεν είναι καινοφανές εύρημα. Στους «Πέρσες», τη μοναδική τραγωδία με ιστορικό και όχι μυθολογικό θέμα που έφτασε απ’ τους αρχαίους χρόνους στα χέρια μας, ο Αισχύλος βάζει μιαν άλλη γυναίκα ασιάτισσα, τη μάνα του βασιλιά Ξέρξη να πει τ’ όνειρό της: εκεί, λοιπόν, ακούγεται πρώτη φορά ότι Ευρώπη και Ασία είναι δύο κόσμοι διαφορετικοί που συγκρούονται μεταξύ τους.
Η σύλληψη του ευρωπαϊκού πνεύματος ως μιας οντότητας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, το οποίο αντιτίθεται ως συγκρούσεως με το ασιατικό, ανήκει στον Μαραθωνομάχο ποιητή που είχε την ικανότητα να αρπάζει τις κρυμμένες πίσω από τα πράγματα έννοιες, να τις σαρκώνει με θεατρική μάσκα και, στο τέλος, να τις βάζει να μάχονται μπροστά στα μάτια του κοινού. Ακούγοντας τον πατέρα της τραγωδίας συνειδητοποιούμε αυτό πού γραψε ένας στοχαστής της δικής μας εποχής: «πως αυτό δεν είναι όνειρο, αλλά ερμηνεία πράξεων κι επιλογών κάποιων ανθρώπων που προσδιορίζουν τη μοίρα μας, ως να είναι προφητεία μιας πράξεως που έχει ήδη συμβεί και μας δεσμεύει».
Ακόμη κι αν διαφωνείς με την πολιτική που εφάρμοζε η ισραηλινή κυβέρνηση σε βάρος των Παλαιστινίων, η σφαγή στην έρημο της Νεγκέβ στάθηκε σημείο καμπής στη Μέση Ανατολή (όχι μόνο για την έκταση του εγκλήματος, όσο και για το φρικώδες της θηριωδίας). Έδειξε πολύ καθαρά πως η διαβόητη Λωρίδα της Γάζας δεν ήταν παρά ένα στρατόπεδο επί πληρωμή μαχητών όχι βέβαια της ελευθερίας (μην ακούνε τέτοια), αλλά του δικαιώματος ενός λαού να διώξει έναν άλλον (επιεικώς εκφράζομαι).
Ήδη, από τους ελληνορωμαϊκούς χρόνους οι Εβραίοι διώχτηκαν σε μεγάλο βαθμό από την περιοχή τους την Ιουδαία, την οποία οι Ρωμαίοι μετονόμασαν σε Παλαιστίνη θέλοντας να σβήσουν ακόμη και τη μνήμη της ισραηλιτικής πατρίδας, οπότε οι Εβραίοι κατέφευγαν στις πόλεις όπου εγκαθίσταντο Έλληνες. Κατέφευγαν εκεί για τους ίδιους λόγους που πήγαιναν και οι Έλληνες: αναζητώντας δρόμους εμπορίου. Ακόμη και ο χριστιανισμός –όπως ονομάστηκε η νέα πίστη— κατέκτησε την Ευρώπη με τρεις Εβραίους, τον Πέτρο, τον Ανδρέα και τον Παύλο. Θα χρειαζόμουν ακόμη πολλά ονόματα για να δείξω πόσο διαφορετικό θα ήταν το ευρωπαϊκό πνεύμα, αν ήταν δυνατόν ν’ αφαιρέσουμε ως διά μαγείας το εβραϊκό του θεμέλιο. Θα σταθώ μόνο στον Σπινόζα, σ’ έναν από τους πιο σημαντικούς Ευρωπαίους φιλοσόφους εβραϊκής καταγωγής, που υποστήριξε ότι και οι Εβραίοι ήταν περιούσιος λαός μόνον επειδή και όσο διατηρούσαν τους φιλάνθρωπους θεσμούς που έδινε ο Νόμος του Μωυσή.
Ο Σπινόζα δεν έβλεπε το κράτος του Ισραήλ σε γεωγραφικά όρια. Έβλεπε όμως την αξία του ιουδαϊσμού – και την επιβίωσή του – στην ύπαρξη θεσμών. Αυτοί είναι η πατρίδα του. Η Κασσάνδρα μεταφερμένη από τη Γάζα στην Ορέστεια του Θόδωρου Τερζόπουλου, μετά την Επίδαυρο, το Ηρώδειο κι άλλους σταθμούς, θα μπορούσε εξίσου να παρουσιαστεί στα μάτια του ισραηλινού κοινού. Δεν είναι εύκολο βεβαίως να είσαι Κασσάνδρα. Είναι ένας διανοητικός, ηθικός, πνευματικός τρόπος θέασης του κόσμου. Και πάντως, ξένος στον κόσμο της Ασίας.
Ο Αισχύλος δεν έγραψε απλώς τους «Πέρσες». Έλαβε μέρος σε αγώνες εναντίον τους με πιο εμβληματικό αυτόν που έδωσε με τον αδελφό του Κυναίγειρο – που άρπαξε, αν δε δάγκωσε όπως θέλουν οι λάτρεις του απόλυτου το περσικό καράβι – στον Μαραθώνα. Εκτός από τραγωδίες, κωμωδίες, ελεγείες, επιγράμματα – μεταξύ αυτών έγραψε το επίγραμμα για τον ίδιο του τον τάφο όπου παρακάμπτει το σύνολο της πνευματικής του δημιουργίας και θυμάται μόνο την Άρεως μεστή 16η Βοηδρομιώνος (21η Σεπτεμβρίου) του 491, μέρα του Μαραθώνος, μέρα της Ελλάδος, μέρα της Ελευθερίας.