Τη στιγμή που στον βρετανικό και ελληνικό Τύπο το ζήτημα επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα κατέχει θέση σχεδόν σε ημερήσια διάταξη με δημοσιεύματα που συνοδεύονται από φωτογραφίες της αίθουσας όπου εκτίθενται τα Γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο, μία έκθεση φωτογραφίας στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης μας υπενθυμίζει μέσα από ορισμένα εκθέματα-τεκμήρια πώς ήταν ο Παρθενώνας στις αρχές του 20ου αιώνα οπότε και απαθανατίστηκε (1907-1908) από τη φωτογραφική μηχανή του Γαλλοελβετού Φρεντ Μπουασονά (1858-1946). Πρόκειται για τον φωτογράφο που φωτογράφισε εκτενώς τον ελληνικό χώρο την τριακονταετία 1900-1930, συνεπώς και τους γεωπολιτικούς μετασχηματισμούς της Ελλάδας και των Βαλκανίων.
Μοναδικές στη λήψη τους οι φωτογραφίες για τον Παρθενώνα αναδεικνύουν αφενός τη συνολική δομή και τις δυναμικές του οικοδομήματος αποδίδοντας τις λεπτομέρειές του. Αφετέρου, καταγράφουν την πραγματικότητα, στην προκειμένη ένα οικοδόμημα που «αιμορραγεί» σε πολλά σημεία του μετά την αποκοπή τμημάτων-«οργάνων του σώματός» του (σ.σ του οικοδομήματος). Την αποκοπή γλυπτών και αρχιτεκτονικών μελών του ναού που ολοκληρώθηκε το 1803, με «δράστη» τον Έλγιν. Αφήνοντας πίσω του ένα οικοδόμημα –θα λέγαμε– χωρίς ένδυση.
Θα χαρακτηρίζαμε τους κίονες του ναού ως σκελετό του οικοδομήματος. Στέκονται αγέρωχοι παρά τα αποκομμένα κομμάτια, και η εντύπωση αυτή μας δίνεται καθώς τους παρατηρούμε σε ορισμένες από τις φωτογραφίες που παρουσιάζονται στην έκθεση η οποία φέρει τον τίτλο «Ο Φρεντ Μπουασονά και η Μεσόγειος. Μια φωτογραφική Οδύσσεια». Σε μία από αυτές τις φωτογραφίες έχει απαθανατιστεί ο ίδιος ο Μπουασονά επί το έργον: επάνω σε μία σκάλα δέκα μέτρων στην οποία είχε ανυψώσει με σκαλωσιά τη μεγάλου μεγέθους κάμερά του, πραγματοποιώντας λήψεις.
Ο Φρεντ Μπουασονά φωτογραφίζοντας τον Παρθενώνα (1907) © Βιβλιοθήκη της Γενεύης
Η σκαλωσιά δεν ήταν πλήρως σταθεροποιημένη, ήταν εκτεθειμένη στον αέρα, και ο Μπουασονά ήταν κρατημένος με ένα σχοινί. Οι απόψεις του Παρθενώνα που δημιούργησε ήταν ακριβείς, και αυτό διότι οι εκτυπώσεις έγιναν εξ επαφής και όχι με μεγέθυνση –εξ ου και το μεγάλο μέγεθος της κάμεράς του.
Ο τρόπος εκτύπωσης περιλαμβανόταν στη συμφωνία που είχε κάνει με τον εκδοτικό οίκο τέχνης και αρχιτεκτονικής του Σαρλ Εγγιμάν στο Παρίσι· για τον εκδοτικό εκείνο οίκο είχε αναλάβει να δημιουργήσει απόψεις του Παρθενώνα, στο πλαίσιο συλλογής που θα απευθυνόταν σε αρχαιολόγους και φιλότεχνους.
Για τις εμβληματικές εικόνες που δημιούργησε επιστρατεύθηκαν καινούργιες συσκευές λήψης, απαιτητικός εξοπλισμός και υπομονή από πλευράς του Μπουασονά, κατά τις συνεχόμενες φωτογραφικές αποστολές που πραγματοποιήθηκαν τα έτη 1907, 1908, 1911, 1913 και 1920 αποκλειστικά στον Παρθενώνα και ευρύτερα στην Ακρόπολη.
Ξεχωρίζουμε μία πανοραμική λήψη του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης, καθώς και άλλη μία στην οποία έχει καταγραφεί το ηλιοβασίλεμα στη Σαλαμίνα από τα Προπύλαια της Ακρόπολης. Σε αμφότερες διακρίνεται διακριτικά το φως του ήλιου, σε ορισμένες άλλες στην έκθεση καθώς και σε κάποιες που περιλαμβάνονται μόνο στον κατάλογο της έκθεσης διακρίνουμε το συγκεκριμένο φως όπως πέφτει επάνω στους κίονες και δημιουργεί σκιές.
Ηλιοβασίλεμα στη Σαλαμίνα: Άποψη από τα Προπύλαια (1907) © Τρικόγλειος Βιβλιοθήκη-Ευγενική παραχώρηση της Βιβλιοθήκης και του Κέντρου Πληροφόρησης ΑΠΘ
Αν μη τι άλλο, τεκμήρια ενός ναού-συμβόλου που παρά τα όσα έχει επωμιστεί στέκει αγέρωχος στον Ιερό Βράχο, διατηρεί ανεξίτηλη τη μνήμη, θέτοντας στους επισκέπτες του Ιερού Βράχου όπως και στις επισκέπτες της έκθεσης στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, πώς θα ήταν μια φωτογραφία του Παρθενώνα αν δεν είχαν αφαιρεθεί τμήματά του από τον Έλγιν. Αυτή είναι η φωτογραφία που λείπει.
Με αφορμή το δεύτερο μέρος του τίτλου της έκθεσης («Ο Φρεντ Μπουασονά και η Μεσόγειος. Μια φωτογραφική Οδύσσεια») θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας παραλληλισμός με τον Οδυσσέα: η διαδρομή των Γλυπτών ως μία ακόμη Οδύσσεια, αναμένοντας ποια θα είναι εν τέλει η τύχη τους.
Οι φωτογραφίες, η αρχαιότητα και η έκθεση στο ΜΟΜus
Από τον κατάλογο της έκθεσης «Ο Φρεντ Μπουασονά και η Μεσόγειος. Μια φωτογραφική Οδύσσεια» –η οποία έχει παραταθεί έως τις 12 Φεβρουαρίου– πληροφορούμαστε ότι ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης ήταν ένα από τα αγαπημένα θέματα των Ευρωπαίων από την εφεύρεση της νταγκεροτυπίας, το 1839. Οι δε, ελληνικοί ναοί στο σύνολό τους, ήταν πρότυπα σύζευξης μεταξύ δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και πρότυπα αρμονίας μεταξύ ανθρωπίνων έργων και φύσης.
Η ελληνική αρχαιότητα ασκούσε ιδιαίτερη γοητεία στους φωτογράφους, γοητεία που συμμερίζονταν πολλοί Ευρωπαίοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι στις αρχές του 20ου αιώνα. Όσο για τις φωτογραφίες του Μπουασονά, θα τροφοδοτούσαν ένα νέο φιλελληνικό κύμα στην Ευρώπη και μια πτυχή της πολιτικής και πολιτιστικής ιστορίας της Ελλάδας. Έμελλε επίσης να συμβάλλουν στη διαμόρφωση της εικόνας ενός κράτους που άρχισε να χτίζει τα θεμέλιά του κατά τον ταυτόχρονο διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Ακρόπολη το σούρουπο (περ. 1907) ©Τρικόγλειος Βιβλιοθήκη-Ευγενική παραχώρηση της Βιβλιοθήκης και του Κέντρου Πληροφόρησης ΑΠΘ
Τρεις από τις φωτογραφίες της Ακρόπολης, που προαναφέραμε, παρουσιάζονται στην έκθεση στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, και αποτελούν μέρος των συνολικά 110 έργων και πολυμεσικών εφαρμογών που παρουσιάζονται στην έκθεση, η οποία έχει διαρθρωθεί σε μια ελικοειδή διαδρομή φωτογραφιών, από τις Άλπεις μέχρι την έρημο του Σινά.
Τραβήχθηκαν μεταξύ 1900 και 1930, οπότε και ο Μπουασονά μαζί με τον συνοδοιπόρο φίλο του Ντανιέλ Μπο-Μποβί, πρύτανη της Σχολής Καλών Τεχνών της Γενεύης, απαθανάτισαν τοπία και ανθρώπους ανά τη Μεσόγειο, ταξιδεύοντας στο Άγιο Όρος, την Πελοπόννησο, την Ανδρίτσαινα, την Αθήνα, την Ιθάκη, την Κρήτη, μεταξύ άλλων.
Αυτοπροσωπογραφία με διοπτική κάμερα (1900) © Βιβλιοθήκη της Γενεύης
Όπως είχαμε σημειώσει σε προηγούμενο σημείωμά μας («Φρεντ Μπουασονά - Ο φωτογράφος που απαθανάτισε την επέκταση της Ελλάδας»), προαναγγέλοντας την έκθεση, το φωτογραφικό έργο της περιόδου εκείνης θεωρείται εν γένει πρωτοποριακό αλλά και καθοριστικό για την εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας κατά τον 20ό αιώνα.
Ανάμεσα σε άλλα, «δείχνει τον τρόπο που η Ελλάδα του πρόσφερε τη δυνατότητα να αναδείξει τη φωτογραφία ως μια αυτόνομη μορφή τέχνης», όπως αναφέρει στο σημείωμά της η Estelle Sohier, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωγραφίας και Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, και επιμελήτρια της έκθεσης. Συνεπιμελήτρια, για λογαριασμό του MOMus-Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, η ιστορικός της τέχνης, Αρετή Λεοπούλου.
Μία από τις φωτογραφίες που ξεχωρίσαμε κατά την επίσκεψή μας στην έκθεση, τον Νοέμβριο του 2022, ήταν η άποψη του στούντιό του στο Παρίσι, τη δεκαετία του 1900, με εικόνες της φύσης, πορτραίτα και καθρέπτες να γεμίζουν τους τοίχους. Ακόμη, το πέλαγος ανάμεσα στη Σικελία και τη Τυνησία (1912), τον Παρνασσό από το Ζεμενό (1903), και βράχους γύρω από το νησί της Κέρκυρας που εικάζεται ότι ενέπνευσαν το επεισόδιο του ναυαγίου του Οδυσσέα κοντά στο νησί των Φαιάκων.
Ο Παρνασσός από το Ζεμενό (1903) © Τρικόγλειος Βιβλιοθήκη-Ευγενική παραχώρηση της Βιβλιοθήκης και του Κέντρου Πληροφόρησης ΑΠΘ
Αρκετές άλλωστε ήταν οι λήψεις που πραγματοποίησε ο Μπουασονά κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο οποίο ακολουθούσε τους σταθμούς του Ομηρικού Οδυσσέα –εξ ου και το δεύτερο μέρος του τίτλου της έκθεσης «Ο Φρεντ Μπουασονά και η Μεσόγειος. Μια φωτογραφική Οδύσσεια».
Η έκθεση αποτελεί παραγωγή του MOMus-Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, με τη συνεργασία του Τμήματος Γεωγραφίας και Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Γενεύης, της Βιβλιοθήκης της Γενεύης και του Μουσείου Τέχνης και Ιστορίας της Πόλης της Γενεύης και με τη συνδρομή της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης - Αποθήκη Α’, Προβλήτα Α’, λιμάνι Θεσσαλονίκης
* Κεντρική φωτογραφία: Ανατολική άποψη της Ακροπόλεως (π. 1907) © Τρικόγλειος Βιβλιοθήκη-Ευγενική παραχώρηση της Βιβλιοθήκης και του Κέντρου Πληροφόρησης ΑΠΘ