Υποθάλπει η εξουσία την αλήθεια και πόσο επικίνδυνοι είναι οι άνθρωποι που ασκούν κάποιου είδους εξουσία στην κοινωνία του θεάματος; Μπορούν να επανέλθουν στην πρότερη ζωή τους τα άτομα που κατηγορούνται για σεξουαλική παρενόχληση, κι αν ναι, πότε; Μπορείς να αγαπάς κάποιον που έχει διαπράξει κάτι τέτοιο; Ερωτήματα σαν αυτά θέτει το ντοκιμαντέρ των Κάρολαϊν Σου και Κάρα Μόνες με τίτλο «Sorry/ Not Sorry» που καταγράφει το χρονικό ανόδου και (κυρίως) πτώσης του δημοφιλούς κωμικού Λούι Σι Κέι, ο οποίος το 2017 είχε κατηγορηθεί για (και παραδεχτεί) τη σεξουαλική παρενόχληση πέντε γυναικών συναδέλφων του.
Ζητήματα και θέσεις που επαναφέρει το ντοκιμαντέρ είναι ότι οι κάθε είδους καλλιτέχνες θέλουν να τους βλέπει το κοινό ως ανθρώπους που δημιουργούν, που επιτελούν ένα έργο. Αλλά, τι άνθρωποι είναι; Επηρεάζει την προτίμησή μας στο έργο καθενός πώς οι ίδιοι είναι ως άνθρωποι και πώς συμπεριφέρονται στις μεταξύ τους συναναστροφές; Ενώ, κοινή παραδοχή, ότι πράξεις τέτοιου είδους αποτελούν κοινό μυστικό για τον εκάστοτε χώρο. Ανακαλώ από το ντοκιμαντέρ τη φράση «Ήξερα για τον Λούι, ήταν σαν κοινό μυστικό στο χώρο της κωμωδίας».
«Συχνά φοβόμαστε να παραδεχθούμε την αλήθεια μπροστά στην εξουσία» και παρότι «σε όλη μας την καριέρα προσπαθούμε να αποτυπώσουμε την αλήθεια, όταν μας ρωτούν, σωπαίνουμε», ξετυλίγουν στο ντοκιμαντέρ συνάδελφοι του Λούι Σι Κέι. Η αλήθεια είναι κάτι σχετικό, ενίοτε εκλαμβάνεται διαφορετικά καθώς κι ο ίδιος ο θύτης ενίοτε δεν θεωρεί παράπτωμα την πράξη του. Το ζήτημα των ορίων; «Είναι δύσκολο να βάλεις όρια γι’ αυτό είναι εύκολο να πεις ''δεν το έκανα''». Η φράση αυτή από το ντοκιμαντέρ υπογραμμίζει ακριβώς τις κόκκινες γραμμές που μπορούν να τεθούν ώστε οι πράξεις που ενοχλούν να μην εκφραστούν καν. Μόνο που η αμηχανία, ο φόβος, τείνουν να μουδιάζουν τη γλώσσα κι εκείνη να μην αρθρώνει ό,τι την ενοχλεί.
Το να κατονομάζεται το πρόσωπο που έχει διαπράξει ειδεχθείς πράξεις, όπως η σεξουαλική παρενόχληση, είναι αφενός η στηλίτευση και αποδόμησή του, γίνεται γνωστός και επισήμως ο «κακός» εαυτός κάποιου που συνεχίζει ή χαροποιείται εις βάρος των άλλων. Αφετέρου, είναι το πρώτο βήμα προς την αποπομπή του φόβου και της εξουσίας. Ο φόβος υποδαυλίζει περισσότερο τα θύματα, η κατονομασία του θύτη είναι η ένδειξη ότι ο φόβος είναι διαχειρίσιμος ή έχει ξεπεραστεί, και ο θύτης –εάν επέλθει δικαιοσύνη– θα επωμιστεί τις συνέπειες των πράξεών του.
Εκείνο που προβληματίζει στην περίπτωση του Λούι Σι Κέι, και κάθε ανθρώπου που έχει προβεί σε κατακριτέες πράξεις, είναι η απροθυμία του κοινού να αποκαθηλώσει το είδωλό του παρότι γνωρίζει τι έχει διαπράξει. Θα μπορούσε να ιδωθεί ως αποδοχή της βίας, κι έτσι η βία διαιωνίζεται μιας και γνωρίζουμε ότι έχει ποικίλες μορφές. Καταδεικνύεται ότι περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης με πρωταγωνιστές από το χώρο του θεάματος έχουν ημερομηνία λήξης στη μνήμη του κοινού κι αυτό ενδεχομένως να αποτελεί μία νέα μορφή βίας για τα θύματα. Υπάρχει κάποιου είδους καταδίκη για τους θύτες σαν τον Λούι Σι Κέι με φόντο το κίνημα MeToo;
Μέσα από συνεντεύξεις με τους/τις δημοσιογράφους (New York Times) που αποκάλυψαν την ιστορία, κωμικούς, θεματοφύλακες και κριτικούς, το ντοκιμαντέρ κάνει το κοινό να διερωτηθεί: σε ποιον τελικά δίνουμε δεύτερη ευκαιρία και ποιος παραγκωνίζεται στην πορεία; Γατί δεν αρθρώνεται το «συγγνώμη;».
Το ντοκιμαντέρ «Sorry/ Not Sorry» έκανε ευρωπαϊκή πρεμιέρα στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και είναι διαθέσιμο προς παρακολούθηση ηλεκτρονικά, εδώ.
Κεντρική φωτ.: Ο Λούι Σι Κέι. Πηγή φωτ.: 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης