Μια οφειλόμενη τιμή στο πρόσωπο και την κληρονομιά της Τζούλιας Δημακοπούλου απέδωσαν διαδοχικά τα δύο μεγάλα μουσεία νέας κι αντίστοιχα, σύγχρονης ελληνικής τέχνης στην Αθήνα. Την αυλαία του διήμερου αφιερώματος σήκωσε την Παρασκευή (29/11) πρώτη η Εθνική μας Πινακοθήκη, δίνοντας βήμα σε ιστορικούς τέχνης που συμπορεύτηκαν με τη Δημακοπούλου από τη δεκαετία του 1960 ως τις μέρες μας (το Σάββατο 30/11 ακολούθησε το ΕΜΣΤ). Αν κάποιος στο αμφιθέατρο δεν γνώριζε το παραμικρό για την εκλιπούσα – «έφυγε» τον Αύγουστο σε ηλικία 92 χρόνων – δύσκολα θα υποψιαζόταν ότι υπηρέτησε την τέχνη, όχι από κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο ή δημόσιο οργανισμό, αλλά από την αγορά, από τον κόσμο των γκαλερί.
Η Μαρία Μαραγκού, στην οποία η Κρήτη οφείλει σήμερα ένα μουσείο εξωστρεφές, μίλησε προσωπικά, με το αίσθημα που τρέφουμε για φίλο αγαπημένο, αλλά και για Δάσκαλο. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι πολλά από τα εικαστικά της σημειώματα στην «Ελευθεροτυπία» γεννήθηκαν μέσα στις «Νέες Μορφές», για ανερχόμενους τότε δημιουργούς με τους οποίους καλλιέργησε κατόπιν σχέσεις ζωής. Δεν αρκέστηκε σε ανέκδοτα περιστατικά της γκαλερί, αλλά στο τρίπτυχο «κριτήριο – μοιρασιά – δοτικότητα», η Μ.Μ. έδωσε στο κοινό να καταλάβει πως από πολύ νωρίς, η Δημακοπούλου είχε συνείδηση του ρόλου της έξω από τον φυσικό χώρο μιας αίθουσας.
Το στοιχείο αυτό ενισχύεται από τη συνεργασία που ανέπτυξε όχι μόνο με την εμβληματική Ελένη Βακαλό, αλλά και με την Έπη Πωτονοταρίου του «Δεσμού», την άλλη ιστορική γκαλερί που με τις πρωτοπόρες για την εποχή εκθέσεις, δίδαξε σύγχρονη τέχνη στην Ελλάδα του ’70 (σ.σ. έως το οριστικό κλείσιμο το 1993). Ένα παράδοξο της εγχώριας εικαστικής σκηνής, που φανερώνει τη βούληση κάποιων αναστημάτων από την ιδιωτική πρωτοβουλία να εργαστούν μαζί, χωρίς ανταγωνισμούς.
Η Τζούλια Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: Facebook/ The Sotiris Felios Collection
Παρόμοια, η πολύπειρη ιστορικός τέχνης Μάρθα Χριστοφόγλου σκιαγράφησε τη Τζούλια Δημακοπούλου ως μια ολοκληρωμένη δημιουργό βαθιάς καλλιεργημένης συνείδησης η οποία κράτησε ως περίπου ιδιωτική υπόθεση τη ζωγραφική της, με σκοπό την στήριξη μιας νέας γενιάς καλλιτεχνών. Πολύ σωστά έδειξε ότι και οι «Νέες Μορφές» υπήρξαν ένα «έργο εν προόδω», φωτίζοντας έτσι τη συμπληρωματική σχέση ανάμεσα στην εσωστρεφή διαδικασία της ζωγραφικής και στο μοίρασμα ενός χώρου.
Στη Βαλαωρίτου η Δημακοπούλου πρότεινε μια αισθητική που δεν ήταν απαραιτήτως συγγενής με τη δική της έκφραση (παράδειγμα ο Γιάννης Αδαμάκος ή ο Άγγελος Παπαδημητρίου). Πίστεψε τους καλλιτέχνες της με το βάρος της ευθύνης ενός χώρου που διαπαιδαγωγεί. Την ώρα που μιλούσε η Μ. Χ. το κοινό μπορούσε να δει σε προβολή έργα – τοπία, ζώα και φίλους – που ζωγράφισε η Δημακοπούλου στο ησυχαστήριό της, στο Βγέθι Κερατέας. Ανάμεσά τους κι ο αείμνηστος Γιάννης Μιχαηλίδης που μου είχε πει παλιότερα για τη ζωγραφική της: «δεν έχει σκοπό να εντυπωσιάσει, σκοπό έχει, αν μπορεί να το πει κανείς, να βγάλει προς τα έξω μια στάση ζωής ενός ανθρώπου που κατάφερε σε αντίξοες συνθήκες να κρατήσει πολύ καλά δύο καρπούζια σε μια μασχάλη».
Τον κύκλο των ομιλιών συμπλήρωσαν με ουσία δύο νεότερες ιστορικοί τέχνης – η Χάρις Κανελλοπούλου και η Νατάσα Τσαροπούλου – που έμαθαν δίπλα στη Τζούλια Δημακοπούλου πολλά την περίοδο που η γκαλερί μετασχηματίστηκε στο σημερινό Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ). Μια «δωρεά» στην Εθνική Πινακοθήκη και στα εικαστικά μας πράγματα, όχι μόνο με ένα αρχείο το οποίο μετά από χρόνια θα είμαστε σε θέση να αποτιμήσουμε, αλλά και με έμψυχο δυναμικό που συνεχίζει στα βήματα της ιδρύτριας των Νέων Μορφών.
Από το αφιέρωμα για την Τζούλια Δημακοπούλου, στην Εθνική Πινακοθήκη. Μιλά η Μάρθα Χριστοφόγλου (29/11) @Γιώργος Μυλωνάς
Στο κλείσιμο της εκδήλωσης, ο λόγος δόθηκε στη Μαρία Βασιλείου που, για πολλά χρόνια ως το τέλος, στάθηκε δίπλα στη Τζούλια Δημακοπούλου. Ακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας της, εκτός από λιγοστά σημεία, που δεν ήταν ευκρινή κατά την απομαγνητοφώνηση.
«Η Τζούλια Δημακοπούλου ''έφυγε'' από κοντά μας ήρεμη και αγαπημένη. Για την παρουσία της και το έργο της είχε καταφέρει να αφήσει το στίγμα της στην εξέλιξη της καλλιτεχνικής ζωής τις τελευταίες δεκαετίες, ξεκινώντας από την εποχή που διαμορφωνόταν η φυσιογνωμία της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα. Σήμερα τιμούμε όλοι μαζί τη μνήμη της και το έργο της. Είναι αληθινά πολύ δύσκολο να νιώσει κανείς τι είναι αυτό που χάνεται αμετάκλητα, όταν φεύγουν τέτοιου πνευματικού βεληνεκούς και τέτοιου ήθους προσωπικότητες.
Η πρώτη αξιοσημείωτη και απολύτως αναγνωρισμένη δραστηριότητά της ήταν η ίδρυση της ιστορικής γκαλερί ''Νέες Μορφές'' το 1959 στην Αθήνα. Ήταν από τις πρώτες αθηναϊκές γκαλερί με σύγχρονο προσανατολισμό, η οποία δεν πραγματοποιούσε μόνο ατομικές εκθέσεις καθιερωμένων και νέων καλλιτεχνών, αλλά και θεματικές εκθέσεις σε συνεργασία με ιστορικούς τέχνης και επιμελητές. Οι εκθέσεις συνοδεύονταν από ενημερωτικούς καταλόγους, διαλέξεις και συζητήσεις ώστε να διαμορφώνουν και να μορφώνουν το κοινό με κριτική στάση απέναντι στις καλλιτεχνικές εξελίξεις. Η γκαλερί ερχόταν συχνά σε επαφή με μουσεία, διοργανώσεις και συλλέκτες από το εξωτερικό που ενδιαφέρονταν για τις εικαστικές τέχνες στην Ελλάδα.
Η Τζούλια Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: Facebook/ Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου / National Gallery
Εκείνα τα χρόνια το κύριο κεφάλαιο των συλλογών, δηλαδή η Εθνική Πινακοθήκη, ήταν υπό ανέγερση. Έτσι, οι ξένοι επισκέπτονταν μουσεία, ατελιέ καλλιτεχνών [αδιευκρίνιστο]… σε πολλές και ενδιαφέρουσες δραστηριότητες η Τζούλια Δημακοπούλου πίστευε πως ο πιο συγκλονιστικός ρόλος μιας γκαλερί είναι όταν σε καλεί ένας καλλιτέχνης να πας να δεις τη δουλειά του. Πηγαίνεις λοιπόν στον δικό του χώρο, στην ατμόσφαιρά του και σου εξομολογείται τις πρώτες του σκέψεις και έχεις έναν διάλογο μαζί του. Υπάρχει όμως κάτι που πρέπει να κάνεις όταν μπαίνεις για πρώτη φορά μέσα στο εργαστήριο ενός καλλιτέχνη: να αφήνεις τον εαυτό σου απέξω.
Ο γκαλερίστας, όπως πίστευε η Τζούλια, διαλέγει ανάλογα με τη συγκίνηση που του προκαλεί εκείνη τη στιγμή το έργο, προσπαθώντας να το δει αντικειμενικά. Έτσι διάλεξε και ανέδειξε δεκάδες καλλιτέχνες. Αυτή η ζωντανή και βαθιά επαφή με την τέχνη και τους καλλιτέχνες, είχε οπωσδήποτε κάποια σχέση με το γεγονός ότι η ίδια ήταν ζωγράφος με πλούσιο και σημαντικό έργο. Είχε σπουδάσει ζωγραφική στη Βενετία και δούλευε τακτικά στο προσωπικό της εργαστήριο λίγο έξω από την Αθήνα. Η ζωγραφική της εξελίχθηκε παράλληλα με τις επαγγελματικές της ασχολίες και σε κάποια απόσταση από αυτές. Ήταν δική της η επιλογή να μην εκθέτει τα έργα της. Η ζωγραφική της έγινε ένα φρούριο, μέσα εκεί έχτιζε το τοπίο που αγαπούσε κι αυτό εντέλει, ήταν το προσωπικό της ησυχαστήριο. Δύο μόνο φορές παρουσίασε δημόσια τη δουλειά της: το 1999 και το 2017.
Έργο (Δάσος) της Τζούλιας Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: ΙΣΕΤ/ http://www.iset.gr/
Στα 50 χρόνια λειτουργίας της γκαλερί μέχρι το 2009, οι ''Νέες Μορφές'' συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής τέχνης και στη δημιουργία ενός γόνιμου διαλόγου με το αθηναϊκό κοινό. Εκεί ο κόσμος συνάντησε, μεταξύ πολλών άλλων, την αφηρημένη ζωγραφική στα χρόνια του 1960, καθώς και την πολιτικοποιημένη τέχνη την εποχή της δικτατορίας και των αρχών της μεταπολίτευσης. Δεν υπάρχει λόγος ούτε δυνατότητα να απαριθμηθούν όλες οι δραστηριότητες της γκαλερί, μόνον ενδεικτικά θέλω να αναφέρω δύο-τρεις προτάσεις που θεωρώ πολύ σημαντικές.
Η συνεργασία της Τζούλιας Δημακοπούλου με την προσωπική της φίλη, την σπουδαία τεχνοκριτικό Ελένη Βακαλό για την έκδοση της τετράτομης φυσιογνωμίας της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα, μια σημαντική έκδοση που συνοδεύτηκε από εκθέσεις και εκδηλώσεις. Η στήριξη της ελληνικής χαρακτικής με εκθέσεις, αφιερώματα, εκδόσεις μελετών και λευκωμάτων σε συνεργασία με ιστορικούς της τέχνης. Μεγάλες και σημαντικές συλλογές ελληνικής χαρακτικής δημιουργήθηκαν με την στήριξη των ''Νέων Μορφών''.
Παράλληλα με όλα αυτά, η Τζούλια Δημακοπούλου ασχολήθηκε πολύ σοβαρά με τα ζητήματα που αφορούσαν τον διάλογο των αιθουσών τέχνης και τη διακίνηση των έργων τέχνης στην Ελλάδα. Το 1987 πρωτοστάτησε στην ίδρυση του ΠΣΑΤ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αιθουσών Τέχνης) και ξεκίνησε τις προσπάθειες για τη θεσμοθέτηση της Art Athina. Το 1993 οργανώνεται η πρώτη Art Athina όπου συμμετείχαν 17 ελληνικές γκαλερί και συνεχίζεται με επιτυχία μέχρι σήμερα.
Η Τζούλια Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: Facebook/ EMST Athens
Το 2009 καθώς η γκαλερί ''Νέες Μορφές'' είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της, η Τζούλια Δημακοπούλου ίδρυσε το Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης με συμπαραστάτες την Ιωάννα Μεντζενιώτου, εμένα, τον Λεωνίδα Δημακόπουλο και την αμέριστη βοήθεια των σπουδαίων συνεργατών μας: κυρίες Νόρα Σακελλαρίδου, Βάσω Χατζηπαράσχου, Έλενα Κεχαγιά, Νατάσα Τσαροπούλου και τον κύριο Χριστόφορο Βίτσιο. Σκοπός του Ινστιτούτου είναι η συγκέντρωση αρχειακού υλικού για την καταγραφή, όσο το δυνατόν πληρέστερα, της πορείας της ελληνικής τέχνης από το 1945 ως τις μέρες μας. Η προσπάθειά μας στο ΙΣΕΤ είχε στόχο την αντικειμενικότητα, αυτό ήταν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της δουλειάς μας.
… Θέλαμε να περισώσουμε όσα στοιχεία μπορούμε. Είχαμε χαρά, διότι λόγω της μεγάλης κίνησης που είχε αποκτήσει το Ινστιτούτο, μας έφερναν άφθονο υλικό. Δεχόμασταν πολλά, τα δεχόμασταν ΟΛΑ. Διότι θεωρούσαμε αδικία να χαθεί κάτι που βασίστηκε σε στοιχεία, γιατί με τα στοιχεία γράφεται η Ιστορία. Το φιλόδοξο, μακρόθυμο πρόγραμμα του ΙΣΕΤ είναι η μεγάλη κληρονομιά που μας αφήνει η Τζούλια Δημακοπούλου, που έχει αποδείξει την πίστη της στις δημιουργικές δυνάμεις, το πάθος και το όραμα για κάθε δημιουργική διαδικασία και περισσότερο απ’ όλα για τη διάσωση και τη διαφύλαξη της σύγχρονης τέχνης.
Έργο (Βουνά) της Τζούλιας Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: ΙΣΕΤ/ http://www.iset.gr/
Η δωρεά του ΙΣΕΤ στην Εθνική Πινακοθήκη το 2021 υπογραμμίζει την ανάγκη ύπαρξης φορέων που θα συμβάλλουν συστηματικά στη μελέτη, στην έρευνα και στην πρόοδο της τέχνης. Χωρίς παρόμοια κέντρα έρευνας πολλά καλλιτεχνικά εγχειρήματα χάνονται στο πέρασμα του χρόνου, με αποτέλεσμα να μην δημιουργείται το πλαίσιο για ιστορικές συνδέσεις και αναφορές που είναι απαραίτητες για την εξέλιξη του πολιτισμού. Η πραγματοποίηση της δωρεάς του αρχείου – κτιριακού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού – αντιμετώπισε πολλά γραφειοκρατικά, νομικά κωλύματα.
Δεν θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί, αν δεν είχε την αμέριστη υποστήριξη της αείμνηστης διευθύντριας Μαρίνας Λαμπράκη Πλάκα. Χάρη στις ικανότητες, στις άοκνες προσπάθειές της, τα προβλήματα ξεπεράστηκαν. Η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα πίστευε στην ιστορική και επιστημονική σημασία του αρχείου του ΙΣΕΤ. Στη συνέντευξη Τύπου για την ανακοίνωση της δωρεάς στην Εθνική Πινακοθήκη, χαρακτήρισε το ΙΣΕΤ ένα μικρό μουσείο. Και ανέφερε, μεταξύ άλλων: ''το αρχειακό απόθεμα του ΙΣΕΤ συμπληρώνει το αρχειακό υλικό της Πινακοθήκης, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης τράπεζας δεδομένων εθνικής εμβέλειας'' και υποσχέθηκε ότι ''το Ινστιτούτο θα γίνει ένα ζωντανό κύτταρό της, ένα κομμάτι της που θα λειτουργήσει στο κέντρο της Αθήνας''.
Έργο (Δέντρο) της Τζούλιας Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: ΙΣΕΤ/ http://www.iset.gr/
Η Τζούλια Δημακοπούλου ανέπτυξε σχέσεις ζωής με τους ζωγράφους και την τέχνη. Δεν έκανε οικογένεια δική της. Μας έκανε όλους οικογένειά της. Είναι ειλικρινά δυσαναπλήρωτο το κενό που αφήνει. Θα ήθελα τόσα να πω και να θυμηθώ από τη ζωή μου κοντά στη Τζούλια, αλλά δεν είναι δυνατόν να ειπωθούν όλα σήμερα.
Σε μια μακρά πορεία, στη δράση μιας ολόκληρης ζωής συμβαίνουν πολλά. Η τέχνη είναι πολύ ζωντανή και έχει δικούς της ξεχωριστούς δρόμους. Αγγίζοντας την τέχνη τόσα πολλά χρόνια, μέσα από τις Νέες Μορφές και το ΙΣΕΤ, έχεις πολλά πλεονεκτήματα. Ήμουν παρούσα σε πολλά μικρά και μεγάλα που συνέβαιναν. Η ζωή μου στις Νέες Μορφές και το ΙΣΕΤ, κοντά στη Τζούλια Δημακοπούλου ήταν γεμάτη. Αισθάνομαι βαθιά ευγνωμοσύνη για εκείνη που μου πρόσφερε κάθε ευκαιρία να καθηλωθώ μπροστά στις εικόνες, στις οποίες έχω αφιερώσει τη ζωή μου. Σας ευχαριστώ».
Κεντρική φωτ.: Η Τζούλια Δημακοπούλου. Πηγή φωτ.: Facebook