Οι απαρχές του μοντέρνου στην Πινακοθήκη Γρηγοριάδη

Οι απαρχές του μοντέρνου στην Πινακοθήκη Γρηγοριάδη

Στην έκθεση «Και πάλι για το μοντέρνο» που πραγματοποιείται με ένα επιλεγμένο μέρος της συλλογής της Πινακοθήκης Γ. Γρηγοριάδη,  παρουσιάζονται έργα των Κ. Παρθένη, Γ. Μπουζιάνη, Γ. Τσαρούχη, Δ. Διαμαντόπουλου, Ν. Εγγονόπουλου και Γ. Γουναρόπουλου. Hπεριδιάβαση σε αυτά τα έργα της συλλογής αποτελεί αφορμή για την επαναθεώρηση του ελληνικού μοντέρνου κινήματος και της έννοιας της επίδρασης στην εικαστική δημιουργία. Διάρκεια έκθεσης 16 Μαρτίου έως 15 Μαΐου 2016.

Αρχικά, όλοι οι παρουσιαζόμενοι καλλιτέχνες θυμίζουν σύμφωνα με τον επιμελητή της έκθεσης ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να εργάζεται αδιάκοπα πάνω στην προτεραιότητα της μορφής σε σχέση με τη λειτουργία όπως επίσης να εργάζεται πάνω στον τρόπο της αναπαράστασης σε σχέση με το αντικείμενο της αναπαράστασης. Όταν λέγεται ότι η γενιά του τριάντα είναι ανθρωποκεντρική εννοούμε ακριβώς αυτά τα στοιχεία.

Οι (Εγγονόπουλος και Τσαρούχης) όντας μαθητές του Παρθένη μετά τη σχολή  μαθητεύουν στον Φ.Κόντογλου βοηθώντας τον στην αγιογράφηση εκκλησιών ή δημιουργώντας βυζαντινές εικόνες. Στη συνέχεια, ο μεν Εγγονόπουλος γοητεύεται από τον Θεοτοκόπουλο και ανακαλύπτει τον ντε Κίρικο. Ο Τσαρούχης εγκαταλείπει την «αναχωρητική στάση», όπως την αποκαλεί του Κόντογλου το 1934. Πηγαίνει στο Παρίσι, γοητεύεται από τον Κουρμπέ και τον Έγκρ. Το ερώτημα που τον απασχολεί δεν είναι άλλο από το πώς θα δώσουμε στο κλασσικό ένα νέο περιεχόμενο. Γυρίζει από το Παρίσι, αλλά τα έργα που φέρνει πίσω παραπέμπουν στο Ματίς. Έρχεται στην Ελλάδα με τα χρώματα του Ματίς και με έργα με έντονη διακοσμητική λειτουργία. Σύντομα απομακρύνεται από κει για να επιστρέψει όχι στον Κουρμπέ αλλά στον Καραβάτζιο και στην αντίληψη του chiaroscuro.

Ο Διαμαντόπουλος, από την πλευρά του, συναντά σε όλη του τη ζωή τον Ματίς. Τον γνωρίζει ήδη από τις αρχές του τριάντα. Από τον Διαμαντόπουλο άλλωστε, που παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις στο Παρίσι, γνωρίζει ο Τσαρούχης τον Ματίς. Κι' αυτός δέχεται τη «διακοσμητική» επίδραση του Γάλλου καλλιτέχνη. Αυτό που υπερέχει –κι εδώ βρίσκεται η πρωτότυπη ανάγνωση που κάνει του Ματίς– είναι η ένταση της πλαστικής γραφής και η αυτονομία της,  όπως και ο σαφής προσδιορισμός της φόρμας.

Τον Εγγονόπουλο, η μαθητεία του με τον Παρθένη τον οδηγεί πίσω στον Θεοτοκόπουλο και από κει στον Φ. Κόντογλου αλλά και στον Τζιόρτζιο ντε Κίρικο. Οι μορφές των έργων του, τα ανδρικά ρωμαλέα σώματα καθώς και τα γυναικεία με τα στητά στήθη και τα γεμάτα ερωτισμό παίρνουν την πλαστική καταγωγή τους από τους παραπάνω εικαστικούς προγόνους του. Εάν μάλιστα προσθέσουμε τη διδαχή του Σεζάν για το δυνατό χρώμα: να δημιουργείς πιο έντονα και πιο σοφά έχουμε τον ζωγράφο Εγγονόπουλο.

Η έννοια της επίδρασης γίνεται για τους καλλιτέχνες ένα παλίμψηστο που χρειάζεται άσκηση για να εντοπιστεί. Βέβαια, το έργο των μεγάλων δημιουργών δεν αποτελεί ένα σύνολο επιδράσεων, όπως αντίστοιχα το όλο δεν αποτελεί το σύνολο των μερών του. Η επίδραση παρουσιάζεται ως υπαινιγμός, είναι καλυμμένη, έμμεση που πρέπει να αναζητηθεί σε μια σειρά στοιχείων που υπερβαίνουν πάντα την απλή ομοιότητα

Επιμέλεια: Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος