Οι «ταυτότητες» των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης

Οι «ταυτότητες» των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης

Τo Σάββατο 9 Απριλίου 2016 εγκαινιάζεται η έκθεση του Τάσσου Τριανταφύλλου με τον τίτλο «Ταυτότητες», στο Σισμανόγλειο Μέγαρο, στην Κωνσταντινούπολη (έως 27 Απριλίου).

Ο εικαστικός Τάσσος Τριανταφύλλου παρουσιάζει δέκα πέντε έργα μεγάλων διαστάσεων και ένα video με αφορμή τα ταφικά μνημεία των Ρωμιών στην Κωνσταντινούπολη του 19ουαι. από την Μονή Ζωοδόχου Πηγής- Μπαλουκί.

Η έκθεση είχε παρουσιαστεί το 2014 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο στην Αθήνα.

Τα έργα είναι κατασκευασμένα με την τεχνική του frottage , η εικόνα που παράγεται είναι απολύτως πιστή, είναι μια αυθεντική, απευθείας αποτύπωση χωρίς τη μεσολάβηση ενός μηχανικού μέσου όπως είναι η φωτογραφία και κυρίως συνδυάζει την άμεση διαμεσολάβηση της χειρονομίας του ίδιου του καλλιτέχνη στην αναπαραγωγή της εικόνας. 

Ο ίδιος λέγει γι' αυτή την δουλειά:

«Επισκέφτηκα για πρώτη φορά τη Μoνή της Ζωοδόχου Πηγής – Μπαλουκλή, στην Κωνσταντινούπολη, τον Απρίλιο του 2010.

Εκεί, είδα τις ταφόπλακες των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, οι οποίες αφού μεταφέρθηκαν από τα κοιμητήρια στο χώρο της Μονής, καλύπτουν , σαν ένα τεράστιο μαρμάρινο «παζλ», το έδαφος της αυλής του εκεί χώρου..

Οι εικόνες αυτές, παρόλη τη φθορά που έχουν υποστεί από το χρόνο, έχουν δυο στοιχεία που με ενδιέφεραν.

Το πρώτο στοιχείο είναι τα σύντομα, αλλά περιεκτικά σε πληροφορίες ,εγχάρακτα κείμενα που αναφέρονται στην ταυτότητα του αποθανόντος: Πού γεννήθηκε ,πού έζησε, τι δουλειά έκανε, με ποιον ή με ποια παντρεύτηκε και πότε πέθανε. Η γλώσσα σε κάποια είναι η Ελληνική και σε κάποια άλλα η «Καραμανλίδικη» 

Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι κάτω από τα κείμενα υπάρχουν, σε ανάγλυφη μορφή, παραστάσεις με τα εργαλεία της δουλειάς του κάθε ανθρώπου. Δίνω ένα παράδειγμα: εάν πχ ήταν τεχνίτης, θα δούμε τα εργαλεία της δουλειάς του: σφυριά , καλέμια, κλπ, στον έμπορο αντίστοιχα βλέπουμε ζυγαριές, ζώα που μεταφέρανε τα εμπορεύματα , στο μάγειρα κουτάλες , τρυπητήρια. Κάποιες από αυτές τις μαρμάρινες πλάκες έχουν πιο αφαιρετικά σχέδια και δεν κάνουν σαφείς αναφορές σε κάποια εργασία.Οι πλάκες χρονολογούνται από την αρχή έως τα μέσα του   19ου αιώνα» .

«Στον χρόνο που εργάστηκα για να πραγματοποιηθούν τα έργα αυτά, αλλά και τώρα που τα βλέπω σαν αυθύπαρκτες οντότητες, να στέκονται απέναντί μου, αποτελούν ένα δυνατό σημείο αναφοράς στη σκέψη μου, μιας διαλεκτικής του τεράστιου θέματος της έννοιας της απουσίας, το τι είναι μνήμη και πως η αντιμετώπιση του θανάτου από τις κοινωνίες είναι ο καθρέφτης του κάθε πολιτισμού»

Τάσσος Τριανταφύλλου

Ο Τάσσος Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1962,σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1987- 1991) ,στο Edinburgh College of Art, Herriot Watt University (The University of Edinburgh), Scotland, όπου και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές MFA (1997-1999).

Έργα του βρίσκονται στη Συλλογή της Γενικής Τράπεζας της Ελλάδος, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο στην Αθήνα, στο Κέντρο Σύγχρονης Εικαστικής Δημιουργίας Ρεθύμνης και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, Ολλανδία, Μεγάλη Βρετανία.

Επιμέλεια έκθεσης Βάσια Καρκαγιάννη- Καραμπελιά

Ιστορικός Τέχνης, τεχνοκριτικός (AICA -France)

Διάλογος του εικαστικού Τάσσου Τριανταφύλλου με την τεχνοκριτικό Βάσια Καρκαγιάννη Καραμπελιά 

Β. Καραμπελιά : Γνωρίζοντας την εικαστική σου πορεία εδώ και πολλά χρόνια κι έχοντας παρακολουθήσει με μεγάλο ενδιαφέρον την ''''περιπέτεια'''' - όπως την αποκαλείς - της έρευνάς σου γύρω από την γραφή, το αποτύπωμα πολυειδών υλικών και μορφών καθώς και την μετατροπή όλων αυτών των εμπειρικών αρχετύπων σε πρωτότυπες δημιουργίες, θα ήθελα αρχικά να έλεγες πώς, δια μέσου ποιών πλαστικών και πνευματικών διεργασιών επιλέγεις την αναζήτηση των ''''δυνατοτήτων της γραφής'''' ως εκφραστικό μέσο.

Όσον αφορά τα συγκεκριμένα έργα, τα 'αποτυπώματα' από τις ταφικές πλάκες της Μονής Ζωοδόχου Πηγής (Μπαλουκλή) στην Κωνσταντινούπολη, μπορείς να μιλήσεις για την μεγάλη έλξη, την κεραυνοβόλο γοητεία που άσκησαν πάνω σου, η οποία και σε οδήγησε στην διαδικασία αποτύπωσής τους;...

Τ. Τριανταφύλλου: Η περιπέτεια αυτής της έρευνας ξεκινά το 1997 στο Εδιμβούργο όταν αρχίζω να γράφω την πρόταση «The artist is the creator of beautiful things», πρώτος αφορισμός για την τέχνη του Oscar Wilde, επαναλαμβανόμενα στην επιφάνεια ενός χαρτιού. Όταν γεμίζει η σελίδα του χαρτιού, επανέρχομαι και γράφω, με την ίδια πάντα πρόταση, πάνω σε αυτό που ήδη έχει γραφεί. Αυτή η δράση επαναλαμβάνεται τόσες φορές, μέχρις ότου χαθεί το οπτικό «σήμα» της λέξης.

Αυτό που απεικονίζεται στην ουσία είναι η ενέργεια του χεριού μου πάνω στο χαρτί καθώς γράφει. Αυτές τις εικόνες που προκύπτουν τις εντάσσω συνθετικά σε κύκλους, τετράγωνα, και γραμμές και video.

Καταλήγω να αφεθώ σε μια εντελώς «αρχετυπική» μορφή γραφής (αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο) με τέτοια πυκνότητα γραμμών ούτως ώστε το τελικό αποτέλεσμα της εικόνας να μην μαρτυρά την αρχική πρόθεση του γραψίματος. Έτσι προκύπτουν έργα όπως μία σειρά από μαύρους κύκλους με ένα στρογγυλό κενό σαν κέντρο. Θέλω να τονίσω ότι αυτά τα έργα προκύπτουν μετά από την εργασία μου με την επαναλαμβανόμενη γραφή και τα θεωρώ εξέλιξη αυτής της έρευνας.

Προχωρώντας ακόμα πιο πέρα την έρευνά μου και βρίσκοντας επιφάνειες (ορυκτά, ξύλα, σίδερα κ.α.) ακουμπώ επάνω τους τα χαρτιά μου και βγάζω τα αποτυπώματά τους με απόλυτη πυκνότητα γραφής με τη μέθοδο του Frottage. Έτσι, η χειρονομία που αρχικά είναι γραφή, βρίσκει τώρα την έκφρασή της, στην απόλυτα μαύρη επιφάνεια που προκύπτει μέσω αυτών των αποτυπώσεων.

Η έρευνά μου αυτή βρίσκει μια πολύ σοβαρή έκφραση στις ταφικές πλάκες των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης που βρίσκονται σήμερα στην Πόλη, στο Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής- Μπαλουκλί. Τα έργα αυτά λοιπόν, είναι αποτέλεσμα μιας πορείας που αρχίζει με την έρευνα του ζωγραφικού μου χώρου με την ενέργεια της γραφής και συναντάει την εξέλιξη της έκφρασής της στην αποτύπωση αυτών των επιφανειών.

Β. Καραμπελιά :Εκείνο που προσωπικά με γοητεύει και συνάμα με εξάπτει στα έργα αυτά, είναι ο άκρως αινιγματικός χαρακτήρας τους. Τα ιδία τα πράγματα - οι ταφικές εγχάρακτες πλάκες - σηματοδοτούν την απουσία, τον θάνατο. Επί πλέον οι γραφές, με ελληνικά γράμματα αλλά σε άλλη γλώσσα ( τουρκική, Καραμανλιδικα ) επαυξάνουν την αίσθηση απουσίας νοήματος ενώ συγχρόνως παράγουν νέο νόημα - καθώς το πρωταρχικό κενό έχει πάρει συγκεκριμένη μορφή, μια μορφή νέα, μέσω της ιδιοποίησης και μεταφοράς που εσύ πραγματοποίησες.

Η γραφή βέβαια, από μόνη της, σηματοδοτεί την απουσία και τον θάνατο ( ενός ατόμου), έτσι δεν είναι; Ταυτόχρονα το πρωταρχικό τραύμα, το κενό, παίρνει δια της γραφής μορφή και αιώνια ύπαρξη, κι αρθρώνει κάποιες ουσιαστικές εμπειρίες μεταβαλλόμενο από ίχνος απουσίας, θανάτου, σε σημείο και σύμβολο επιστροφής κι αναβίωσης.. Γι αυτό και η ενατένιση των συγκεκριμένων έργων, καμιά θλίψη δεν προκαλεί - πράγμα που επαυξάνει την αισθητική τους απόλαυση. Κάνω λάθος;

Τ. Τριανταφύλλου: Ίσως τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα στη ζωή μας έρχονται όταν είμαστε ανοιχτοί και έτοιμοι να αφεθούμε στις συμπτώσεις.

Κάπως έτσι με έφερε και εμένα ο δρόμος μου μπροστά σε αυτές τις πλάκες, 2010 και εντόπισα το ενδιαφέρον και τη σημασία των πλακών αυτών.

Μπήκα λοιπόν στην διαδικασία να αποτυπώνω ταφικές πλάκες ανθρώπων που δεν είχα γνωρίσει ποτέ, πώς θα μπορούσε, είχαν ζήσει σε διαφορετικό χρόνο και τόπο από εμένα.

Τι κοινό να με ένωνε όμως, με όλους αυτούς τους απόντες, εμένα, που από καταγωγή αλλά και γεωγραφικά δεν συσχετίζομαι μαζί τους;

Νομίζω ότι θα πρέπει να είναι η κοινή μας γλώσσα, τα α, τα ο, τα βου τα γου τα ρω, φωνήεντα και σύμφωνα που προφέραμε και επικοινωνήσαμε και εκφραστήκαμε στις ζωές μας, ο καθένας στον βαθμό που είχε την ανάγκη να το κάνει.

Αυτά τα στοιχεία της αλφαβήτου, της Ελληνικής γλώσσας, της κοινής μας γλώσσας, ακόμα και όταν χρησιμοποιούνται για να γραφτεί κείμενο μιας ξένης προς εμάς γλώσσας όπως είναι η Τουρκική (Καραμανλίδικη γραφή) συνεχίζουν, φαίνεται, να μεταδίδουν μια ενέργεια που λειτουργεί ως δυνατός συνεκτικός ιστός μεταξύ ανθρώπων που την μίλησαν και ανθρώπων που συνεχίζουν να την μιλούν ακόμα. Αυτό που βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι η αλλαγή της χρήσης πλακών, από το νεκροταφείο μεταφέρονται και καλύπτουν σαν ένα τεράστιο μαρμάρινο πάζλ την αυλή του Μοναστηριού και ακόμα ότι ένας καλλιτέχνης, τις αποτυπώνει και παρουσιάζει το αποτέλεσμα της εικόνας τους κάθετα στον τοίχο, στο ύψος των ματιών μας.

Τέλος, στον χρόνο που εργάστηκα για να πραγματοποιηθούν τα έργα αυτά, αλλά και τώρα που τα βλέπω σαν αυθύπαρκτες οντότητες, να στέκονται απέναντί μου, αποτελούν ένα δυνατό σημείο αναφοράς, στη σκέψη μου, μιας διαλεκτικής του τεράστιου θέματος της έννοιας της απουσίας, το τι είναι μνήμη και πως η αντιμετώπιση του θανάτου από τις κοινωνίες είναι ο καθρέφτης του κάθε πολιτισμού.

Βάσια Καρκαγιάννη- Καραμπελιά

Ιστορικός Τέχνης, τεχνοκριτικός (AICA -France)