Η κριτική είναι μια επώδυνη διαδικασία. Και στη διατύπωση και στην αποδοχή της. Όσο κι αν για τη Νέα Δημοκρατία, ως κόμμα φιλελεύθερο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, είναι μια ενσωματωμένη λειτουργία, δεν παύει να προκαλεί ένταση και να επιφέρει εκνευρισμό και πόνο.
Όσο κι αν η πολιτική «πρέπει» να κρύβει το συναίσθημα, οι πολιτικοί κι αυτοί άνθρωποι είναι. Τα τελευταία 24ωρα η κυβερνητική παράταξη βρίσκεται υπό την επήρεια της δυσάρεστης κατάστασης που προκάλεσαν τα επικριτικά λόγια των Σαμαρά και Καραμανλή. Αναμφίβολα ανοίγει «πληγή» την οποία η ηγεσία έχει καθήκον να κλείσει. Και ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος είναι να δείξει η κυβέρνηση ότι ξέρει να ακούει…
Η οξεία κριτική, ειδικά του Α. Σαμαρά, με χαρακτηριστικά προσωπικής πικρίας και «πολεμικής» εναντίον του Κ. Μητσοτάκη, «πατάει» σε θέματα που ευαισθητοποιούν και αγγίζουν την καρδιά της νεοδημοκρατικής παράταξης. Ο πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός, ανεξαρτήτως των εντυπώσεων που προκαλεί ο ίδιος εντός και εκτός της ΝΔ, παρέθεσε σειρά δεδομένων τα οποία συζητούνται ευρέως.
Στην κορυφή όσων απασχολούν και προβληματίζουν την κοινωνία βρίσκονται τα «αξιακά» θέματα. Συμπίπτουν με τις «αρχές» και τις «ιδέες» της παράταξης τις οποίες οι φίλοι και σταθεροί ψηφοφόροι υπερασπίζονται με σθένος. Και θα ήταν λάθος να μην παρατηρηθεί ότι η ιδεολογία εξακολουθεί ακόμη να παραμένει μια «σταθερά», όταν η κοινή πεποίθηση καθοδηγείται προς αντίθετο συμπέρασμα.
Επειδή, όσοι εκφράζονται μέσω του κόμματος δείχνουν να επιζητούν την ύπαρξη συνδετικών κρίκων, ο πρωθυπουργός έχει την ευθύνη να επουλώσει το «τραύμα» εντός της Νέας Δημοκρατίας. Οφείλει, ως ηγέτης, να εμπεδώσει ξανά στη βάση την πεποίθηση πως η ενδοπαραταξιακή συνοχή δεν βασίζεται μόνο στη συναλλαγή και στο πολιτικό συμφέρον από τη διαχείριση της εξουσίας. Κι ας μην έχει την ακέραιη ευθύνη ο Κ. Μητσοτάκης.
Ο Α. Σαμαράς έκανε ευθεία επίθεση εναντίον του πρωθυπουργού. Ενώ γίνονται αποδεκτά τα «καρφιά» του, για την επιζήμια πανηγυρική βραδιά νίκης μετά την ψήφιση του νόμου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών από συνεργάτες του πρωθυπουργού, σε άλλα σημεία υπήρξε άδικος και ισοπεδωτικός.
Ενώ, το επιχείρημα του για το ποσό των 8.000 ευρώ για την επιδότηση της αγοράς ηλεκτρικού αυτοκινήτου που υπερκαλύπτει την πολύ χαμηλότερη επιδότηση απόκτησης τέκνου αγγίζει τους ευαίσθητους για το δημογραφικό πρόβλημα πολίτες, αντιστοίχως η κατηγορία περί της προτίμησης του πρωθυπουργού να αναθέτει χαρτοφυλάκιο υφυπουργού σε «αμετακίνητους» τεχνοκράτες δεν ευσταθεί.
Η ομιλία του έδωσε αφορμή σε φίλους της Νέας Δημοκρατίας να ανασύρουν από το παρελθόν στιγμές τραυματικές για την παράταξη και τον ίδιο τον Αντώνη Σαμαρά, τις οποίες η κοινή αντίληψη θέλει να τις σκεπάσει με τη λήθη. Και κυρίως σε εκείνους που θέλουν να προφυλάξουν την υστεροφημία του πρώην αρχηγού.
Η οδυνηρή διαδικασία άσκησης ελέγχου και κριτικής μένει τώρα πίσω. Σημασία πλέον έχει η επόμενη στιγμή. Ο πρωθυπουργός δεν σταματά να επαναλαμβάνει πως οι εθνικές εκλογές θα γίνουν το 2027. Δεν είναι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία για τους πολίτες. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η κυβερνητική εξαγγελία περί της «καθημερινότητας». Τα καλά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της είναι το ζητούμενο για τους πάντες.
Ο πρωθυπουργός ως εγγυητής της ενότητας και της κοινής έκφρασης έχει ευαίσθητες κεραίες!
Κι είναι εκείνος που ανοίγει το δρόμο της προσπάθειας και της επιτυχίας…