Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που αποχώρησαν, συγκρότησαν μια κίνηση με την ονομασία «Διέξοδος Αριστερά», δείχνοντας τον ιδεολογικό τους προσανατολισμό. Συγχρόνως, υπονοούν πως ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Στέφανο Κασσελάκη έχει πάρει διαζύγιο από την Αριστερά και μάλλον δεν έχουν άδικο.
Πάντα αυτός ο χώρος είχε ανέκαθεν ευαισθησίες ιδεολογικού προσανατολισμού- και πολλές προσωπικές συγκρούσεις- που τον οδήγησαν σε πολυδιασπάσεις. Δε μπορούσε να ξεπεράσει τις κρίσεις μέσα από μια σύνθεση απόψεων. Και αυτό ήταν και παραμένει ένα σαράκι που διατρέχει, από την κορυφή μέχρι τη βάση, τον χώρο της μη δογματικής Αριστεράς.
Από την άλλη πλευρά η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη κυριαρχεί σε ένα τεράστιο πεδίο που αρχίζει από τη Δεξιά, καλύπτει τον κεντρώο μεταρρυθμιστικό χώρο και εισέρχεται και στις παρυφές της κεντροαριστεράς. Είναι απολύτως λογικό να αφήνει εκτεθειμένα τα νώτα της στις κινήσεις της συντηρητικής Δεξιάς και της άκρας Δεξιάς. Αυτό καταγράφηκε στις πρόσφατες εκλογές όπου κόμματα που εκφράζουν αυτό τον χώρο -είτε εκπροσωπούνται κοινοβουλευτικά είτε όχι- έλαβαν συνολικά περί το 14% σε εθνικό επίπεδο, ενώ σε συγκεκριμένες περιοχές προσέγγισαν ή και υπερέβησαν ακόμα το 20%.
Συνεπώς «Διέξοδος Δεξιά» υπάρχει;
Αν εννοούμε αυτό που έχει ήδη καταγραφεί, προφανώς υπάρχει. Αυτή η αντικειμενική καταγραφή όμως απέχει έτη φωτός από το να γίνει μια αξιόπιστη εναλλακτική του χώρου της Δεξιάς. Λείπει πρωτίστως η ηγεσία και ακολούθως ένα σοβαρό συντηρητικό πρόγραμμα, χωρίς γραφικότητες και υπερβολές.
Από τις υπάρχουσες, μέχρι στιγμής συνθήκες, ηγεσία που να εμπνεύσει, να συσπειρώσει και να ταρακουνήσει τη Νέα Δημοκρατία δεν υπάρχει και ούτε φαίνεται στον ορίζοντα. Γιατί; Διότι αυτός ο χώρος που βρίσκεται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας είναι διαβρωμένος από έξωθεν επιδράσεις και επιρροές. Εκκλησιαστικές - παραεκκλησιαστικές, εξαρτήσεις από εξωχώρια κεφάλαια, ιδρύματα και προσωπικότητες, διασυνδέσεις με οργανώσεις ελάχιστα αποδεκτές από αυτούς που αναζητούν μια έκφραση πέραν της Νέας Δημοκρατίας.
Άλλωστε, ιστορικά στην Ελλάδα ουδέποτε ευδοκίμησε κόμμα ή σχηματισμός κομμάτων πέραν της ΕΡΕ και της Νέας Δημοκρατίας. Η βάση αυτού του χώρου συμπαγώς ακολουθεί την ηγεσία της παράταξης, βάζοντας στην άκρη αντιρρήσεις, πικρίες και προσωπικές διαφορές.
Συνεπώς, το πρόβλημα είναι εγγενές, κάτι που μέχρι στιγμής δεν ενοχλεί τη Νέα Δημοκρατία. Εκ των πραγμάτων, το ισοζύγιο τής μετατόπισης της προς το μεταρρυθμιστικό Κέντρο είναι θετικό. Αυτό το γεγονός -διότι περί αναμφισβήτητου γεγονότος πρόκειται-δίνει τη δυνατότητα στην ηγεσία της να συνεχίσει να κινείται στην ίδια ρότα, χωρίς ταλαντεύσεις και ανακολουθίες. Τυχόν ενστάσεις και εντάσεις που μπορούν να αναφανούν στο εσωτερικό της, λόγω κάποιων επί μέρους «υπέρ το δέον» προχωρημένων μέτρων, έχει την ικανότητα η ηγεσία της να τις διακανονίζει στο πλαίσιο άσκησης της εξουσίας.
Η εξουσία αμβλύνει τις τριβές και κυρίως δίνει τη δυνατότητα να απορροφηθούν οι εντάσεις δια του συμψηφισμού και της πολιτικής των ισορροπιών. Έτσι λειτουργούν τα μεγάλα, πολυσυλλεκτικά κόμματα. (Και ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε θέλησε να γίνει ένα μεγάλο, πολυσυλλεκτικό κόμμα.)
Συνοψίζοντας: «Διέξοδος Δεξιά» δεν υπάρχει, προς το παρόν και στο ορατό μέλλον. Πολιτική ύλη υπάρχει για να συγκροτηθεί ένα τέτοιο κόμμα, όμως λείπουν όλα τα υπόλοιπα. Και είναι πολλά αυτά που λείπουν.