Υπάρχουν φίλοι της Νέας Δημοκρατίας οι οποίοι επιζητούν την τελειότητα. Θέλουν η κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις τους. Εκ πρώτης όψεως αυτό είναι θετικό ή δεν είναι πάντως αρνητικό. Ποιος δεν θέλει το κόμμα που ψηφίζει να τον καλύπτει στο 100%;
Όμως εδώ προκύπτουν δύο σοβαρά προβλήματα. Ποια είναι αυτά;
1.Τα μεγάλα κόμματα, τα κόμματα εξουσίας είναι εκ της φύσεως τους πολυσυλλεκτικά, άρα και πολυτασικά. Καλύπτουν έναν ευρύτατο χώρο –στην προκειμένη περίπτωση η Νέα Δημοκρατία– που εκκινεί από την καθαρόαιμη Δεξιά και καταλήγει στις παρυφές της Κεντροαριστεράς, διασχίζοντας όλον τον ενδιάμεσο χώρο. Άρα και μόνο από αυτό το γεγονός δεν μπορεί όλοι να βρίσκουν στη Νέα Δημοκρατία το 100% των πεποιθήσεών τους. Ο Δεξιός δε θα συμφωνήσει με επιλογές που ακουμπούν το μεταρρυθμιστικό Κέντρο και το αντίστροφο.
Συνεπώς, όταν κάποιος επιλέγει ένα μαζικό κόμμα, θα πρέπει να γνωρίζει πως θα πρέπει να κάνει εκπτώσεις στις προσδοκίες του. Αν αυτές τις εκπτώσεις δεν τις αντέχει, τότε είναι πολύ πιθανό να αλλάξει κόμμα, επιλέγοντας ένα μικρό κόμμα ιδεολογικής καθαρότητας που μπορεί στις διακηρύξεις του να τον καλύπτει στο 100%. Αλλά θα υποστηρίζει ένα μικρό κόμμα και όχι ένα κόμμα εξουσίας. Απλά πράγματα.
Άλλωστε τα μεγάλα κόμματα λειτουργούν με συμβιβασμούς. Καμία τάση δεν επιβάλλεται πλήρως. Ο ηγέτης τηρεί τις ισορροπίες, δίνοντας όμως στο κόμμα το δικό του χρώμα. Αυτά είναι γνωστά.
2.Η πολιτική είναι μια διαρκής διαδικασία συγκρίσεων. Δεν βλέπεις μόνον τις ατέλειες του δικού σου κόμματος, αλλά βλέπεις και συγκρίνεις και τις ατέλειες των αντιπάλων. Δηλαδή επιβραβεύεις «το μη χείρον βέλτιστον;», θα ρωτήσει ο αναγνώστης. Απαντώ ευθέως ναι, αν δεν υπάρχει συγκεκριμένη πρόταση για το βέλτιστον. Ποιος το προτείνει και ποιο το περιεχόμενο του επί του πεδίου. Όχι στον χώρο ενός ιδεολογικού επέκεινα.
Όλοι αυτοί μου θυμίζουν τους ρομαντικούς, καλοπροαίρετους αριστερούς που αφήνουν τον μάταιο ετούτο κόσμο χωρίς να ανακαλύψουν την Αριστερά των ονείρων τους. Αρχίζω να πιστεύω πως υπάρχουν τέτοιοι ρομαντικοί και στο χώρο της Δεξιάς και του Κέντρου.
Ανέκαθεν στην Κεντροδεξιά υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν οι «επαγγελματίες» γκρινιάρηδες. Τους ενοχλεί το ένα και το άλλο, χάνοντας έτσι τη μεγάλη εικόνα. Λένε πως θα ψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία με βαριά καρδιά ή πως θα σκεφτούν αν θα πάνε να ψηφίσουν.
Όμως αυτό που μετρά στην πολιτική είναι τελικά το δάσος. Και οι μεγάλοι ηγέτες είναι αυτοί που βλέπουν το δάσος και δε χάνονται στα δένδρα. Ανοίγουν δρόμους και σε αυτή την προσπάθεια είναι επόμενο να κάνουν και λάθη και παραλείψεις. Όμως υπό την ηγεσία τους η πατρίδα τους αλλάζει πίστα, αλλάζει επίπεδο.
Οι εστέτ ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας αυτό να δουν: σε αυτά τα τέσσερα χρόνια η Ελλάδα άλλαξε επίπεδο; Η πατρίδα μας σήμερα είναι όπως ήταν το 2019; Αν δεν είναι τυφλωμένοι δε μπορεί να μην παραδεχτούν το οφθαλμοφανές. Πως η σημερινή Ελλάδα ουδεμία σχέση έχει με την Ελλάδα του 2019. Το ότι το καλύτερο είναι ο εχθρός του καλού, αυτό είναι γνωστό. Αλλά στην πολιτική ισχύει πως το καλό είναι καλύτερο από το κακό. Και μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Είναι παράδοξο κάποιοι να αδιαφορούν αν μπορεί να φέρουν το κακό γιατί δε βρήκαν το άριστο.