Οι φίλοι του ΠΑΣΟΚ, παλιοί και όψιμοι, διαμαρτύρονται διότι η κυβέρνηση και οι φιλικοί προς αυτήν αρθρογράφοι επισημαίνουν το παράδοξο, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να μην καρπώνεται τη φθορά της κυβέρνησης, αλλά ένα άλλο «κόμμα» που ήρθε από το πουθενά. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή για να αντιληφθούν και οι πλέον βραδύνοες φίλοι του ΠΑΣΟΚ πώς έχει η κατάσταση.
Είναι απολύτως φυσιολογικό ένα κόμμα που κυβερνά επί 6 χρόνια να υφίσταται μια φθορά. Και αυτή η φυσιολογική φθορά μεγαλώνει αν εν τω μεταξύ έχουν υπάρξει και λάθος χειρισμοί—που έχουν υπάρξει-- σε συγκεκριμένα σοβαρά ζητήματα. Μέχρις εδώ ουδείς λογικός άνθρωπος θα διαφωνήσει. Άρα είναι αναμενόμενο το γεγονός η κυβέρνηση, στη μέση της δεύτερης τετραετίας της, να παρουσιάζει αυτή την κάμψη, αν και παραμένει πρώτο κόμμα με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο. Φυσικά, και υπάρχουν ευθύνες, πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν ευθύνες, όμως είναι μέσα στη ροή των γεγονότων.
Μέσα στη ροή των γεγονότων είναι επίσης αυτή τη φυσιολογική φθορά να την καρπώνεται σχεδόν πάντα το εκάστοτε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως ο μεγαλύτερος πόλος υποδοχής της δυσαρέσκειας—μαζί με το σώμα των αναποφάσιστων—που προκαλούν κάποιες κυβερνητικές επιλογές. Στην περίπτωσή μας συμβαίνει το παράδοξο που όλοι ζούμε. Ταυτόχρονη πτώση και του ΠΑΣΟΚ και εκτίναξη του προσωποπαγούς κόμματος της κυρίας Ζωής Κωνσταντοπούλου.
Το ερώτημα είναι γιατί συμβαίνει αυτό, και εδώ παρατηρώ μια αμηχανία στους φίλους του ΠΑΣΟΚ. Οι πιο σοβαροί από αυτούς αναγνωρίζοντας το πρόβλημα, δεν μιλούν. Δεν εκτίθενται. Για τους άλλους, τους ανοηταίνοντες, φταίει και για την άνοδο της Ζωής ποιος άλλος;
Ο… Μητσοτάκης. Και όταν τους ρωτάς γιατί φταίει ο Μητσοτάκης πετούν την μπάλα στην κερκίδα.
Κάποιοι πιο πονηροί διερωτώνται: «μα τι θέλετε, να πάμε κόντρα στη βούληση του 70% των πολιτών και να στηρίξουμε την κυβέρνηση;». Επιχείρημα επιπέδου φοιτητικού αμφιθεάτρου, διότι κανένας δεν ζήτησε το ΠΑΣΟΚ να στηρίξει την κυβέρνηση. Το πρόβλημα με τον Νίκο Ανδρουλάκη βρίσκεται στο πως ασκεί την αντιπολίτευσή του.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που κυβέρνησε κοντά στα είκοσι χρόνια. Άρα κουβαλά στις πλάτες του όλα τα θετικά και τα αρνητικά της Μεταπολίτευσης και έχει καταγραφεί στη συνείδηση των πολιτών ως ένα κόμμα θεσμικό το οποίο κινείται μέσα σε πολύ συγκεκριμένα πλαίσια. Τι σημαίνει θεσμικό κόμμα; Όχι, μόνον αυτό που σέβεται τους θεσμούς, αλλά και που έχει εγκαταλείψει τον στείρο καταγγελτικό λόγο. Και συγχρόνως, παράλληλα προς την κυβέρνηση, ασκεί κριτική και προς τον αριστερό εθνικολαϊκισμό, που διαβρώνει τα θεμέλια του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Κάτι που το ΠΑΣΟΚ γνωρίζει άριστα από την περίοδο 2010—2015. Ένα θεσμικό κόμμα έχει ιστορική μνήμη.
Το ΠΑΣΟΚ, από τη στιγμή που δεν περιφρουρεί τον χώρο του και τη φυσιογνωμία του από τον αριστερό εθνολαϊκισμό, είναι μοιραίο να ευνοεί εκείνες τις δυνάμεις που τον εκφράζουν. Και όταν ο πολιτικός του λόγος συνοψίζεται σε ένα «όχι» σε όλα, ακόμα και σε αυτά που υποστήριζε μέχρι πρότινος και τα εγκατέλειψε διότι τα υιοθέτησε η κυβέρνηση, χάνει την αξιοπιστία του.
Με τέτοιες πολιτικές είναι απολύτως φυσιολογικό και το ΠΑΣΟΚ να πέφτει και η Ζωή να ανεβαίνει. Και φυσικά για αυτό το παράδοξο σκηνικό ο μόνος που δεν ευθύνεται είναι ο Μητσοτάκης.