Πρώτα-πρώτα όσοι έχουν υπαρκτό το πρόβλημα της τεκνοθεσίας. Δηλαδή ήδη έχουν τεκνοθετήσει και θέλουν να προσδώσουν νομιμότητα στην κίνησή τους. Κατανοητή η στάση τους. Ακολούθως, όλοι αυτοί που πιστεύουν πως θα πρέπει να κλείσει ένα κοινωνικό ζήτημα για λόγους αρχής είτε βρίσκονται στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό. Ενδιαφερόμενοι άμεσα και μη. Και τέλος όσοι επιθυμούν να πριονίσουν την πολιτική δύναμη του πρωθυπουργού.
Για τις δύο πρώτες κατηγορίες δεν έχω να πω τίποτα. Σέβομαι τις πεποιθήσεις τους, την κατάστασή τους και το πρόβλημά τους. Κάποιες και κάποιοι εξ αυτών βρίσκονται σε σημαντικά κέντρα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και πιέζουν. Πιέζουν συνεχώς κρατώντας το θέμα στην επικαιρότητα, αγνοώντας πως τέτοια ζητήματα έχουν έναν χρόνο ωρίμανσης. Ποιος το κρίνει αυτό; Μα αυτός που αποφασίζει, δηλαδή ο πρωθυπουργός και για αυτόν τον λόγο τον πιέζουν. Δεν τους ενδιαφέρουν οι πολιτικές παράμετροι του προβλήματος, διότι είναι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ή θέλουν να κάνουν μια επίδειξη δύναμης ύψιστου συμβολισμού.
Η τρίτη κατηγορία επιδιώκει να δημιουργήσει εσωκομματικό πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία και στην κυβέρνηση. Συντηρεί το ζήτημα στην επικαιρότητα ώστε να αναγκαστεί ο πρωθυπουργός να το φέρει στη βουλή άμεσα. Με τα σημερινά δεδομένα και με την κατά συνείδηση ψήφο των βουλευτών και την αποχή, ενδέχεται να μην περάσει. Αυτή η εξέλιξη αναμφίβολα θα είναι μια πολιτική ήττα για τον πρωθυπουργό, που θα λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις αν συνοδευτεί και από παραιτήσεις λόγω διαφωνιών υπουργών και υφυπουργών.
Δηλαδή αυτοί της τρίτης κατηγορίας συνειδητά μεθοδεύουν να προκαλέσουν μια μίνι πολιτική κρίση για ένα ζήτημα που ελάχιστα ενδιαφέρει τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Διότι αν δεν ψηφιστεί το εν λόγω νομοσχέδιο και αν παραιτηθούν και 2-3 υπουργοί και υφυπουργοί - μια εξέλιξη διόλου απίθανη - τότε ο πρωθυπουργός θα υποστεί μια πολιτική ήττα, η πρώτη από το 2016. Και αυτό τους ενδιαφέρει. Δεν μπορούν να τον κτυπήσουν άμεσα, προσπαθούν δια της πλαγίας.
Ακούγοντας τη χθεσινή συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Δημόσια Τηλεόραση - με εύστοχες και ουσιαστικές ερωτήσεις του κ. Κουβαρά - κατάλαβα πως έχει συνειδητοποιήσει το ρίσκο που θα κληθεί να αντιμετωπίσει. Μου έδωσε την εντύπωση πως ξεκινά ένας μακρύς διάλογος με την κοινωνία και το κόμμα και στο τέλος του - άγνωστο πότε - δε θα υπάρξει κομματική πειθαρχία ούτε για τους υπουργούς. (Για τους βουλευτές ήταν εξ αρχής δεδομένο). Το υπαινίχθηκε με τον τρόπο του χθες ο πρωθυπουργός. Έτσι, αν τελικά επικρατήσει αυτή η λύση, τότε θα αποφευχθεί μια πιθανή κυβερνητική κρίση, διότι υπεράνω όλων είναι η πολιτική σταθερότητα.
ΥΓ. Είναι σαφές νομίζω πως οι προεκλογικές δεσμεύσεις ενός κόμματος έχουν ορίζοντα τετραετίας. Ουδείς μπορεί να ψέξει έναν πρωθυπουργό αν δεν τις υλοποιήσει εντός των πρώτων μηνών. Για να μην τρελαθούμε κιόλας.