Είναι γνωστό πως ο βουλευτής οφείλει να ψηφίζει κατά συνείδηση διότι εκπροσωπεί το Έθνος, αλλά στην πράξη επικρατούν άλλα ήθη. Η ηγεσία των κομμάτων σε ζητήματα που αυτή κρίνει πως είναι σημαντικά, επιβάλλει ψήφο υπό καθεστώς κομματικής πειθαρχίας. Θέλει να αποδείξει με αυτόν τον τρόπο ότι και αντιρρήσεις να υπάρχουν, τελικά υπεράνω όλων είναι η ενότητα της παράταξης και η ενιαία εμφάνισή της προς τα έξω.
Η κομματική πειθαρχία είναι μια άσκηση εξουσία των εκάστοτε κομματικών ηγεσιών επί των βουλευτών της. Είναι πολιτικά επιβεβλημένη μια τέτοια πρακτική; Στον βαθμό που θα αποτρέψει μια κοινοβουλευτική ήττα, δηλαδή το επίμαχο νομοσχέδιο δε θα ψηφιστεί, είναι όντως επιβεβλημένη. Στις προηγμένες κοινοβουλευτικά χώρες αν η κυβέρνηση διαπιστώνει πως το νομοσχέδιό της κινδυνεύει από τη στάση των δικών της βουλευτών, έρχεται σε συνεννόηση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης μήπως βρεθεί κοινός τόπος και περάσει το νομοσχέδιο με τις ψήφους βουλευτών της αντιπολίτευσης.
Αυτή η συμπεριφορά προϋποθέτει μια άλλη κοινοβουλευτική κουλτούρα από την επικρατούσα στον τόπο μας. Δε βλέπω γιατί είναι αρνητικό η κυβέρνηση -η κάθε κυβέρνηση- να διαπραγματεύεται με την αντιπολίτευση τα επίμαχα άρθρα ενός νομοσχεδίου και ούτε βρίσκω αρνητικό κυβερνητικοί βουλευτές να μην ψηφίζουν μια πρόταση του κόμματός τους.
Βέβαια, υπάρχει και επικρατεί η σολομώντεια λύση να καταθέτουν δημόσια τη διαφωνία και τις επιφυλάξεις τους αλλά, επικαλούμενοι την ενότητα της παράταξης, να ψηφίζουν το νομοσχέδιο με το οποίο διαφωνούν. Και όλοι είναι ευχαριστημένοι.
Η κομματική πειθαρχία έχει την εξής λογική: Aν διαφωνείς με μια κεντρική πολιτική επιλογή του κόμματός σου, αναζητείς αλλού την τύχη σου. Το ερώτημα είναι ποιος και με τι κριτήρια χαρακτηρίζει πως ένα νομοσχέδιο αγγίζει τις καταστατικές αρχές μιας παράταξης και άρα αποτελεί μια κεντρική πολιτική επιλογή. Προφανώς η ηγεσία και το κριτήριο είναι η κυβερνητική αποτελεσματικότητα. Θεμιτή ή αθέμιτη αυτή η πρακτική, είναι πάντως παρούσα.
Δείχνει αδυναμία ή πυγμή; Σε πρώτο στάδιο φανερώνει αδυναμία. Αδυναμία της ηγεσίας να πείσει τους βουλευτές, πολλούς ή λίγους, για την ορθότητα ενός συγκεκριμένου νομοσχεδίου. Φανερώνει προχειρότητα και έλλειμμα επικοινωνιακής πολιτικής.
Το αν η αδυναμία θα μετατραπεί σε πυγμή αυτό θα κριθεί εκ του αποτελέσματος. Αν δηλαδή οι βουλευτές θα πειθαρχήσουν και θα υπερψηφιστεί η πρόταση νόμου. Σε αρνητικό ενδεχόμενο η αδυναμία προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικής ήττας με απρόβλεπτες διαστάσεις διότι οι απείθαρχοι βουλευτές θα πρέπει να τιμωρηθούν.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, προτάσσοντας την κομματική πειθαρχία για τη συγκεκριμένη ρύθμιση για το μεταναστευτικό, θέλει να αποφύγει τον συσσωρευμένο θυμό ομάδας βουλευτών για την υπέρ το δέον -κατά τη γνώμη τους-στροφή της κυβέρνησης προς το μεταρρυθμιστικό Κέντρο.
Ας μη λησμονούμε πως θα έρθει στη βουλή και το νομοσχέδιο για τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών. Θα απαιτηθεί και σε ένα τόσο ζωτικής σημασίας ζήτημα για τη συνείδηση πολλών βουλευτών της ΝΔ κομματική πειθαρχία; Μήπως ήδη η κυβέρνηση θα πρέπει να αναζητήσει ευρύτερες συναινέσεις και να αφήσει τους βουλευτές της να ψηφίσουν κατά συνείδηση, ώστε να αποφύγει δυσάρεστες περιπέτειες;