Η πρόσφατη έγκριση της νέας ευρωπαϊκής οδηγίας για τους εργαζομένους σε ψηφιακές πλατφόρμες επιφέρει έναν σοβαρό περιορισμό στην ελευθερία των ατόμων να επιλέγουν τις συνθήκες εργασίας τους. Η ρύθμιση αυτή επιβάλλει την κατηγοριοποίηση των εργαζομένων ως «υπαλλήλων» αντί για αυτοαπασχολούμενων, καταργώντας έτσι την ελευθερία να δημιουργούνται αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες ανάμεσα σε εργαζομένους και πλατφόρμες. Πλατφόρμες όπως η Uber και Deliveroo θα αναγκαστούν να προσαρμόσουν τις συμβάσεις τους, υπονομεύοντας τη δυναμική της ευέλικτης εργασίας.
Αυτό που αγνοείται είναι η ελευθερία επιλογής των εργαζομένων. Πολλοί από αυτούς επιλέγουν τη συνεργασία με ψηφιακές πλατφόρμες ακριβώς επειδή τους παρέχει ευελιξία. Ο νέος νόμος επιδιώκει να τους εγκλωβίσει σε παρωχημένα μοντέλα εργασίας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι πολλοί προτιμούν τη δυνατότητα να επιλέγουν τις ώρες και το είδος εργασίας τους.
Πέρα από τον περιορισμό στην εργασιακή ελευθερία, η ΕΕ εισβάλλει επίσης σε εθελοντικές οικονομικές συναλλαγές. Η συνεργασία σε πλατφόρμες είναι μια αμοιβαία επωφελής διαδικασία για τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις, επιτρέποντας την ευέλικτη συνεργασία σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά. Η προσπάθεια της ΕΕ να περιορίσει αυτές τις συνεργασίες όχι μόνο αποθαρρύνει την καινοτομία, αλλά πλήττει και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον κλάδο της ψηφιακής οικονομίας.
Χαρακτηριστικά, η περίπτωση της Ισπανίας δείχνει τις συνέπειες της αυστηρής ρύθμισης της εργασίας σε πλατφόρμες, καθώς πολλοί συνεργάτες των ψηφιακών εταιρειών απολύθηκαν λόγω των αυξημένων εξόδων. Αντί να διευρύνει τις ευκαιρίες, η ΕΕ επιλέγει να παγιδεύσει την αγορά εργασίας σε παρωχημένες δομές, περιορίζοντας την οικονομική ελευθερία των ατόμων.
Αυτός ο περιορισμός ελευθερίας όχι μόνο βλάπτει τους εργαζομένους, αλλά δημιουργεί και περιττή κρατική παρέμβαση σε μια ευέλικτη αγορά που βασίζεται στην ελεύθερη συνεργασία. Αντί να στηριζόμαστε σε γραφειοκράτες για να ρυθμίζουν κάθε πλευρά της αγοράς, θα πρέπει να προωθήσουμε την ελευθερία και την αυτονομία, επιτρέποντας στις δυνάμεις της αγοράς να λειτουργήσουν ανεμπόδιστα.
Η νέα αυτή οδηγία δεν θα προστατεύσει τους εργαζομένους όπως διαφημίζεται, αλλά αντιθέτως θα περιορίσει τις ευκαιρίες τους, καταστέλλοντας την καινοτομία και δημιουργώντας μεγαλύτερα εμπόδια στη σύγχρονη οικονομία. Το χειρότερο από όλα, είναι ότι μόλις οι αρνητικές επιπτώσεις της νέας οδηγίας γίνουν επαρκώς αισθητές στις τοπικές οικονομίες, μία νέα σειρά πολιτικών, γραφειοκρατών, και εργατοπατέρων, θα σπεύσει να δημιουργήσει μία νέα οδηγία που στο όνομα της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας θα προσφέρει νέα κονδύλια μέσω των ΕΣΠΑ για να στηρίξει τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ένωσης…
Αυτό που ζούμε το είχε περιγράψει εξαιρετικά ο Ρίγκαν (ποιος άλλος;): “Η άποψη του κράτους για την οικονομία μπορεί να συνοψιστεί σε μερικές σύντομες φράσεις: Αν κάτι κινείται, φορολόγησέ το. Αν συνεχίζει να κινείται, ρύθμισέ το. Και αν σταματήσει να κινείται, επιδότησέ το.”