Η κρίση εμπιστοσύνης και η ανάγκη για αληθινή οικονομική ελευθερία

Μια πρόσφατη δημοσκόπηση της Focus Bari αποτυπώνει το γνώριμο αίσθημα απαισιοδοξίας που διακατέχει τους Έλληνες σχετικά με την προοπτική δημιουργίας περιουσίας από το μηδέν. Δύο στους τρεις θεωρούν ότι είναι ουσιαστικά ακατόρθωτο να πλουτίσει κανείς έντιμα στη σημερινή Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα πιστεύουν ότι «πολλά λεφτά» συγκεντρώνονται στα χέρια ελάχιστων προνομιούχων.

Η πλειονότητα μάλιστα εκφράζει έντονη δυσπιστία στην ιδέα ότι μπορεί να υπάρξει πλούτος που αποκτάται με απολύτως νόμιμους και ηθικούς τρόπους. Τα στοιχεία αυτά δεν εκπλήσσουν: αναδεικνύουν μια Ελλάδα σε κατάσταση «χαμηλής εμπιστοσύνης» προς τους θεσμούς, την αγορά αλλά και μεταξύ των πολιτών. Η αίσθηση ότι το παιχνίδι είναι στημένο και ότι «όποιος θέλει να πάει μπροστά, αναγκαστικά θα πρέπει να εξαπατήσει», δηλητηριάζει την ψυχολογία των ανθρώπων και τροφοδοτεί μια φαύλη κατάσταση κοινωνικής στασιμότητας.

Από τη μια μεριά, αυτές οι αντιλήψεις αντικατοπτρίζουν μια πραγματική κόπωση: η χώρα βίωσε επί χρόνια βαθιά οικονομική κρίση, με υψηλή ανεργία, κλειστές επιχειρήσεις και ελάχιστες ευκαιρίες για τους νέους. Οι πολίτες κουράστηκαν να παρακολουθούν πελατειακές σχέσεις και αναξιοκρατία σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Σαν αποτέλεσμα, μεγάλο μέρος του πληθυσμού τείνει να υιοθετεί τη μονοδιάστατη εξήγηση: «δεν υπάρχει αξιοκρατία, οπότε μόνο αν “κλέψεις” ή “βρεις μέσον” μπορείς να πετύχεις». Αυτό το συμπέρασμα οδηγεί σε μια αντίληψη της ζωής που λέει ότι η προσπάθεια, η καινοτομία και ο μόχθος δεν αρκούν, κάνοντας πολλούς να βλέπουν κάθε φιλοδοξία ως μάταιη.

Από την άλλη, όταν απουσιάζει η πίστη σε ανοιχτές διαδικασίες και σε ισότιμο ανταγωνισμό, ο λαϊκισμός γίνεται πιο ελκυστικός. Αν ο κόσμος πιστεύει ότι η αγορά είναι άδικη εξ ορισμού, καταφεύγει εύκολα στις υποσχέσεις των δημαγωγών: δαιμονοποιεί την ελεύθερη επιχειρηματικότητα και γυρεύει «κράτος-προστάτη» που θα αναδιανείμει, θα ελέγχει και θα ρυθμίζει τα πάντα. Αυτή η τάση, ωστόσο, οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο. Αντί να χτίσουμε οικονομική ανάπτυξη μέσα από νέες επενδύσεις, δημιουργία θέσεων εργασίας και αξιοκρατικές πρακτικές, επιλέγουμε κοντόφθαλμες πολιτικές, που τελικά μεγαλώνουν την εξάρτηση από το κράτος και διατηρούν το έλλειμμα εμπιστοσύνης.

Το πραγματικό πρόβλημα εδώ είναι η χαμηλή κοινωνική εμπιστοσύνη σε όλους τους πυλώνες: του πολίτη προς το κράτος, των πολιτών μεταξύ τους, αλλά και των πολιτών προς τους θεσμούς της αγοράς. Οτιδήποτε θυμίζει «ρίσκο», καινοτομία ή υγιή επιχειρηματική δράση μοιάζει καταδικασμένο σε μια χώρα όπου πολλοί θεωρούν πως οι «κανόνες» υπάρχουν μόνο για λίγους και ισχυρούς. Αν όμως συνεχίσουμε με αυτά τα μυαλά, δε θα έχει τόση σημασία αν τα μακροοικονομικά στοιχεία βελτιωθούν ή αν οι ξένοι οίκοι μάς αξιολογούν θετικά. Το υπέδαφος δυσπιστίας θα γεννά διαρκώς αβεβαιότητα και θα αποτρέπει την πραγματική άνθηση της δημιουργικότητας και της οικονομικής ανάπτυξης.

Η λύση σε αυτή τη χρόνια τοξική αντίληψη είναι η στροφή σε ένα πιο ελεύθερο, ανοιχτό και δίκαιο οικονομικό σύστημα. Ένα σύστημα στο οποίο η κυβέρνηση δε «διαλέγει» τους επιχειρηματικούς νικητές, αλλά λειτουργεί ως ουδέτερος διαιτητής, θέτοντας σαφείς κανόνες και εποπτεύοντας με τρόπο δίκαιο και αποτελεσματικό. Σε μια τέτοια οικονομία, οι πολίτες αποκτούν ευκαιρίες να χτίσουν την τύχη τους μέσα από τη δική τους προσπάθεια και ευρηματικότητα, χωρίς να φοβούνται ότι θα ηττηθούν από διαπλεκόμενα συμφέροντα ή κρυφές συναλλαγές.

Χρειάζεται επίσης σοβαρή επένδυση στην Παιδεία και στις θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Οι νέοι που συμμετέχουν στην έρευνα και εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι είναι ακριβώς η απόδειξη ότι δεν έχουμε χάσει τα πάντα. Αρκεί να τους δώσουμε το περιθώριο να μεγαλουργήσουν, εξασφαλίζοντας ότι οι κόποι τους δε θα πάνε χαμένοι και ότι δε θα χρειάζεται να καταφύγουν σε «παραθυράκια» για να πετύχουν.

Αντί, λοιπόν, να βλέπουμε αυτή την έρευνα σαν μια ακόμη απόδειξη «εθνικού ελλείμματος», ας την αξιοποιήσουμε ως ένα ξυπνητήρι για εμβάθυνση στην οικονομική ελευθερία και στην αποκατάσταση της αξιοκρατίας. Μόνο μέσα από ένα πλαίσιο εμπιστοσύνης και διαφάνειας θα αλλάξει η νοοτροπία ότι «όποιος κερδίζει, σίγουρα κάτι ύποπτο θα κάνει».