Το ότι η μαρξιστική και εξωκοινοβουλευτική αριστερά έχει σημαντικά ερείσματα στους δασκάλους και τους καθηγητές της χώρας δεν αποτελεί είδηση. Εδώ και αρκετά χρόνια είναι εμφανής η ιδεολογική επικράτηση της αριστεράς στα σχολεία του έθνους από τα αποτελέσματα των εκλογών στα συνδικαλιστικά τους όργανα. Αν όμως αισθάνεστε ότι κάτι βαθύτερο από τις ιδεολογικές προτιμήσεις των διδασκόντων επηρεάζει τα σχολεία μας, αλλά δεν μπορείτε να εντοπίσετε τι ακριβώς είναι αυτό, η απάντηση ίσως να βρίσκεται στη φιλοσοφία της «κριτικής παιδείας», που εισήγαγε ο Βραζιλιάνος παιδαγωγός Paulo Freire.
Ο Paulo Freire γεννήθηκε το 1921 και ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς στοχαστές της εκπαίδευσης. Το πιο διάσημο έργο του, Η Παιδαγωγική των Καταπιεσμένων, εισήγαγε την έννοια της «κριτικής συνειδητοποίησης». Στο βιβλίο του, ο Freire υποστήριξε ότι η εκπαίδευση δεν πρέπει να είναι μια παθητική διαδικασία μετάδοσης γνώσης, αλλά ένα μέσο απελευθέρωσης των μαθητών. Για τον Freire, η εκπαίδευση δεν μπορεί να είναι ουδέτερη, και ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι πρωτίστως πολιτικός και στόχος τους είναι να ενδυναμώνουν τους μαθητές ώστε να αμφισβητούν τις ανισότητες και τις καταπιεστικές δομές στην κοινωνία.
Η «κριτική παιδαγωγική», που ανέπτυξε ο Freire, βασίζεται στην ιδέα ότι η εκπαίδευση πρέπει να είναι εργαλείο κοινωνικής αλλαγής. Δεν επικεντρώνεται στη μετάδοση γνώσεων, αλλά στοχεύει στη διαμόρφωση της πολιτικής συνείδησης των μαθητών. Ο Freire πίστευε ότι οι μαθητές θα πρέπει να αναπτύξουν μια «κριτική συνείδηση», δηλαδή να κατανοούν τις κοινωνικές αδικίες και να συμμετέχουν ενεργά στην προσπάθεια για την αλλαγή τους. Αυτό διαφοροποιεί την κριτική παιδαγωγική από την παραδοσιακή εκπαίδευση, που θεωρείται ως ουδέτερη και επικεντρωμένη στη μετάδοση και απόκτηση γνώσης.
Από τη δεκαετία του 1980 και του 1990, η κριτική παιδαγωγική άρχισε να αποκτά ολοένα και περισσότερο έδαφος στις σχολές εκπαίδευσης παγκοσμίως. Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Σήμερα, σε πολλές παιδαγωγικές σχολές, όπως η Παιδαγωγική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, η φιλοσοφία του Freire αποτελεί κεντρικό άξονα της διδασκαλίας. Τα θέματα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ανισότητας και της καταπίεσης έχουν αναδειχθεί σε βασικούς πυλώνες της εκπαιδευτικής συζήτησης και του περιεχομένου των μαθημάτων.
Πολλοί εκπαιδευτικοί που εισέρχονται στον κλάδο συχνά δεν συνειδητοποιούν ότι τα προγράμματα που διδάσκονται έχουν έντονα πολιτικό χαρακτήρα. Αντίθετα, πιστεύουν ότι η εκπαίδευση που λαμβάνουν είναι ουδέτερη. Ωστόσο, η αλήθεια, σύμφωνα με τον James Lindsay, συγγραφέα του Marxification of Education, είναι ότι η κριτική παιδεία χρησιμοποιεί την εκπαίδευση ως εργαλείο για την προώθηση μαρξιστικών αρχών και τη ριζοσπαστικοποίηση των μαθητών.
Αν υποθέσουμε ότι από τη δεκαετία του 1980 και του 1990 η κριτική παιδαγωγική έχει κυριαρχήσει στις παιδαγωγικές σχολές παγκοσμίως, είναι πιθανό ότι ορισμένα από τα ακραία φαινόμενα που παρατηρούμε σήμερα στις νεολαίες της Δύσης (όπως η woke κουλτούρα, η απόρριψη του δυτικού πολιτισμού κλπ.) συνδέονται με τη συνεχιζόμενη έκθεσή τους στις ιδέες που πρότεινε ο Freire.
Παρά τις αξιέπαινες προθέσεις, υπάρχει ανησυχία ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει στη μείωση της ακαδημαϊκής ουδετερότητας και στην πολιτική ριζοσπαστικοποίηση των μαθητών. Ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα αυτής της ιδεολογικής στροφής είναι η απόφαση πανεπιστημίων της Αμερικής να αφαιρέσουν την κλασική ελληνική παιδεία από τα προγράμματα σπουδών, με την αιτιολογία ότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν «λευκοί» και είχαν σκλάβους. Μπορεί κανείς να φανταστεί κάτι τέτοιο να συμβαίνει στη χώρα που γέννησε τη φιλοσοφία και την επιστήμη;
Η ελληνική εκπαίδευση, παρά τα μύρια προβλήματά της, έχει βαθιές ρίζες στην κλασική παιδεία και την εκπαίδευση που επικεντρώνεται στη γνώση και την κριτική σκέψη χωρίς ιδεολογικές δεσμεύσεις. Ωστόσο, με την αυξανόμενη επιρροή της κριτικής παιδείας, η παραδοσιακή αυτή προσέγγιση υπονομεύεται.
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τον Φρέιρε και την κριτική παιδαγωγική, η ιστοσελίδα του James Lindsay θα σας φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη.