Μόνιμη κάτοικος Παρισιού από τη δεκαετία του '60, η Ρένα Τζολάκη έχει διατηρήσει στενούς δεσμούς με τα εικαστικά πράγματα στην Ελλάδα και είναι γνωστή στους φιλότεχνους κύκλους. Τόσο χαράκτρια όσο και ζωγράφος, έχει εκθέσει πολλές φορές στο παρελθόν στην Ελλάδα, δύο φορές μάλιστα στην γκαλερί Ζουμπουλάκη. Εμείς είχαμε τη χαρά να συζητήσουμε για την πορεία της με αφορμή τη μεγάλη έκθεση της στην γκαλερί ArtΠρίσμα στον Πειραιά, η οποία περιλαμβάνει ένα εύρος έργων της από την αρχή της δημιουργικής της πορείας, χωρίς όμως να θεωρείται αναδρομική κατά την ίδια, «γιατί θα έπρεπε να βάλω και άλλα πράγματα».
Γεννημένη στο Ηράκλειο της Κρήτης, ήξερε από πολύ νωρίς τι ήθελε να κάνει στη ζωή της: «Μπήκα στη Σχολή Καλών Τεχνών για ζωγράφος. Από μικρό παιδί με ρωτούσαν τι θα κάνω όταν μεγαλώσω και εγώ έλεγα ότι θα γίνω ζωγράφος. Ζωγράφιζα συνέχεια και μάλιστα ο πατέρας μου μου έλεγε ότι αν δω ότι δεν είσαι μια από τις πρώτες στην τάξη θα αναγκαστώ να σταματήσουμε και να μάθεις κάποιο επάγγελμα.» Ο πατέρας της καλλιτέχνιδος ήταν διοικητής εργοστασίου, αλλά παρακολουθούσε στενά τη μόρφωση των παιδιών του γιατί είχε ξεκινήσει ως διευθυντής λυκείου. Παρά τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, η καλλιτέχνης αρίστευσε και πέρασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα.
Συνέντευξη στην Αννίτα Αποστολάκη
- Πώς από τη ζωγραφική προέκυψε η ενασχόλησή σας με τη χαρακτική, στην οποία ειδικεύεστε;
Με γοήτευσε η διδασκαλία του Γιάννη Κεφαλληνού, αυτού του σπουδαίου χαράκτη και σπουδαίου καθηγητή. Όταν ήμουν τριτοετής στη Σχολή Καλών Τεχνών, μου ζήτησαν τα παιδιά από το ατελιέ του Κεφαλληνού, να ποζάρω για ένα πορτραίτο. Αφού μου είπαν ότι θα με πληρώσουν παραπάνω απ' ό,τι πλήρωναν τα μοντέλα, δέχτηκα, γιατί είχαμε ανάγκη από χρήματα τότε και οι σπουδές και τα βιβλία δεν ήταν δωρεάν. Να φανταστείτε, θυμάμαι ότι τότε πηγαίναμε στου Kaufmann για να ξεφυλλίσουμε απλώς τα βιβλία και να δούμε τα έργα των μεγάλων καλλιτεχνών, γιατί ήταν ακριβά και δεν μπορούσαμε να τα αγοράσουμε!
Έτσι ήρθα σε επαφή με τη διδασκαλία του Κεφαλληνού. Όταν τελείωσα την πόζα σε καμιά δεκαριά μέρες, τον πλησίασα και του ζήτησα να με πάρει στο ατελιέ του και μου είπε: «Μπορώ να σας πάρω, αλλά υπό τον όρο να λαμβάνετε μέρος και στους ετήσιους διαγωνισμούς και να τελειώσετε στην ώρα σας.» Συμφώνησα και κράτησα το λόγο μου, παρόλο που ο Κεφαλληνός πέθανε ένα χρόνο και κάτι μετά και τελείωσα με το νέο δάσκαλο που είχε έρθει.
Είχα καθηγητές και άλλους μεγάλους καλλιτέχνες στη σχολή, όπως το Μόραλη και το Γεωργιάδη, αλλά ο Κεφαλληνός ήταν Ο Δάσκαλος: όχι μόνο για τα καλλιτεχνικά, αλλά για τα πάντα. Μας έκανε όλες τις τεχνικές και μας είχε σαν παιδιά του: μας μάλωνε όταν έπρεπε, μας διόρθωνε, μας έλεγε τι δεν του άρεσε και έδινε συμβουλές που ήταν πολύτιμες σε έναν καλλιτέχνη για όλη του τη ζωή. Μας έλεγε να μη στεναχωριόμαστε αν κάποιος μας μιλούσε υποτιμητικά αποκαλώντας μας απλώς αρτίστες, γιατί εμείς δίνουμε τον τόνο και έχουμε ιδέες για το παρακάτω.
Συγκινείται όταν αναπολεί την ανθρωπιά με την οποία την είχε αντιμετωπίσει ο μεγάλος καλλιτέχνης όταν έμαθε ότι πέθανε ο πατέρας της και γι' αυτό δεν είχε πάει στη σχολή τρεις με τέσσερις μέρες.
- Και το Παρίσι πώς προέκυψε;
Με τη συμμετοχή μου στο ατελιέ του Κεφαλληνού, όταν τελείωσα είχα δύο διπλώματα, και στη ζωγραφική και στη χαρακτική. Τότε πήγα στο ΙΚΥ να δώσω τα χαρτιά μου για τις ετήσιες υποτροφίες και είδα ότι προκήρυσσαν 25 για ζωγράφους και 12 για χαράκτες, οπότε σκέφτηκα ότι αναλογικά οι πιθανότητες θα με ευνοούσαν περισσότερο στη χαρακτική. Πήρα, λοιπόν, την υποτροφία και έφυγα το 1958 στο Παρίσι για ειδίκευση στη λιθογραφία.
Το Παρίσι ακόμα νομίζω θεωρείται το καλύτερο μέρος για να μάθεις λιθογραφία, καθώς ο Ντεγκά και ο Λωτρέκ ήταν οι πρώτοι που την ανέδειξαν, παρόλο που είχε ξεκινήσει από τη Γερμανία. Μάλιστα, η Ecole Estienne από την οποία αποφοίτησα θεωρείται η μεγαλύτερη στον κόσμο για βιβλία. Γι' αυτό, στην έκθεση στην γκαλερί ArtΠρίσμα έχω συμπεριλάβει αρκετά βιβλία που έχω φιλοτεχνήσει, όπως ποιητικές συλλογές σε περιορισμένα αντίτυπα, λιθογραφίες αλλά και οξυγραφίες.
- Οπότε έκτοτε είστε μοιρασμένη μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας.
Μετά τα τρία χρόνια των σπουδών μου, έγινα μέσα σε ελάχιστο διάστημα βοηθός καθηγητή και υπεύθυνη του ατελιέ του και στην πορεία παντρεύτηκα Γάλλο με ελληνικές ρίζες ευτυχώς, και κάπως έτσι έμεινα στη Γαλλία. Την Ελλάδα, όμως, δεν μπορείς να την βγάλεις ποτέ από την ψυχή σου. Σίγουρα λαμβάνεις πράγματα από τους άλλους, γιατί πρέπει να έχεις κοινούς κώδικες επικοινωνίας και ο άνθρωπος έχει ανάγκη την επικοινωνία, αλλά αν βλέπεις τα πράγματα με κάποια αγνότητα και με κάποια προσωπική αντίληψη δεν μπορεί τίποτα να σε επηρεάσει.
- Τα έργα σας σε πρώτη ματιά φαίνονται αφαιρετικά, αλλά όταν τα παρατηρείς λίγο καλύτερα καταλαβαίνεις ότι είναι πολύ σαφής η δομή του χώρου.
Νομίζει κάποιος στην αρχή ότι τα έργα μου είναι αφαιρετικά, αλλά ποτέ δεν είναι. Η πρόθεσή μου δεν είναι τέτοια. Πάντοτε υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα στα έργα μου τα οποία θέλουν το χρόνο τους για να τα ανακαλύψεις. Ένας πολύ μεγάλος και γνωστός Έλληνας ζωγράφος (σ.σ.: μας ζήτησε να μη δημοσιεύσουμε το όνομα), που ερχόταν πολύ συχνά στο ατελιέ μου στο Παρίσι και καθόταν και μου μιλούσε, μου έλεγε ότι του άρεσαν τα έργα μου γιατί, ενώ αρχικά δεν μπορείς να προσδιορίσεις τι ακριβώς είναι, στην πορεία καταλαβαίνεις και δημιουργείται ένας άλλος διάλογος που μπορεί να συνεχιστεί.
- Ποια είναι η κινητήριος δύναμή σας τόσα χρόνια στη δημιουργία;
Πάρα πολλά έργα είναι εμπνευσμένα από ποιήματα. Επίσης, άμα δω κάτι και μου αρέσει πολύ, θα με εμπνεύσει, θα το κοιτάξω, θα το ξανακοιτάξω, θα περάσω να το ξαναδώ, θα το σκεφτώ πολύ ή θα το μελετήσω και κάποια στιγμή θα κάνω ένα έργο γι' αυτό. Για παράδειγμα, ακόμα και οι υπόγειοι σωλήνες ύδρευσης των αρχαίων που εκτίθενται στο μετρό, οι οποίοι είναι φτιαγμένοι από χώμα ουσιαστικά, με συγκίνησαν, γιατί παρατηρώ ότι πλέον εκλείπει όχι μόνο η μάθηση, αλλά η τεχνική αυτή καθεαυτή, που ήταν ένα απόσταγμα γνώσεων. Αυτές οι γνώσεις και τεχνικές έδιναν έναν πλούτο στην ψυχή του ανθρώπου και γι' αυτό, ο άνθρωπος θα έπρεπε όχι μόνο να τις σέβεται, αλλά και να τις διατηρεί και να προσπαθεί να τις διαιωνίσει, γιατί αποτελούν τις βάσεις του πολιτισμού του.
Στην έκθεση υπάρχει ένα έργο το οποίο εμπνεύστηκα περνώντας μια μέρα από την πλατεία της Βαστίλης, που είναι πολύ κοντά στο ατελιέ μου. Είδα το φεγγάρι, σχεδόν πανσέληνος, σούρουπο αλλά όχι ακόμα πολύ σκοτεινά, και για μέρες μου είχε μείνει στα μάτια αυτή η εικόνα με τα διάφορα κτίσματα και το φεγγάρι. Κάποια στιγμή σκέφτηκα να το κάνω έργο, αφού το είχα συνέχεια στα μάτια μου. Ο τίτλος του έργου αυτού είναι “Le visage de la lune le sait” (Tο πρόσωπο του φεγγαριού το ξέρει). Ένας επισκέπτης με ρώτησε: «τι ξέρει;» Ξέρει ότι κάτι μου είπε. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι το κάθε πράγμα μπορεί να σε εμπνεύσει.
Μεγάλο παράπονο της καλλιτέχνιδος είναι η απόσταση που έχουν πάρει πλέον στην ψηφιοποιημένη εποχή οι καλλιτέχνες από τη δημιουργική διαδικασία παραγωγής του έργου: «Αυτό που με έχει στεναχωρήσει πολύ είναι ότι βλέπω ότι έχει γίνει πολύ δημοφιλής η μεταξοτυπία από φωτογραφία και όχι από ζωγραφική, όπως κάναμε παλιά. Έχει μεγάλη διαφορά τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για το συλλέκτη να ξέρει ότι το έργο το έχεις φτιάξει εσύ ο ίδιος και ότι όταν θα βάλεις την υπογραφή σου, θα είναι πράγματι δικό σου έργο. Θα το δώσεις μεν σε ένα πιεστήριο, αλλά θα είσαι εσύ εκεί ως δημιουργός κάθε πτυχής του έργου, αφού το έχεις σχεδιάσει με το χέρι. Ένας καλλιτέχνης που σέβεται τον εαυτό του δε θα πουλήσει έργο του σε 850 αντίτυπα -είναι σαν το ένα έργο να είναι μία σελίδα από ένα βιβλίο 850 σελίδων. Οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες όλων των εποχών, όπως για παράδειγμα ο Ροντέν, έκαναν έως και 8 αντίτυπα, γιατί δεν είναι έντιμο να ζητήσεις και λεφτά μετά γι' αυτό -είναι και ψέμα γι' αυτόν που αγοράζει.»
- Εκτός από τα βραβεία που έχετε πάρει, ποια θα λέγατε ότι ήταν η πιο σημαντική στιγμή στην καριέρα σας;
Έχω βραβευτεί για τη λιθογραφική μου από την Ακαδημία Καλών Τεχνών στο Παρίσι και έχω πάρει και πολλά χρηματικά βραβεία, αλλά δεν εστιάζω σε αυτά: θεωρώ ότι τα πάντα είναι σημαντικά, διότι ο άνθρωπος αλλάζει, δεν είναι ο ίδιος. Για μένα, ας πούμε, μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στην καριέρα μου ήταν η εικονογράφηση για «Τα άνθη του κακού» του Μπωντλέρ, το οποίο ήταν τιμή μου γιατί θεωρώ ότι είναι ύψιστο έργο.
- Οφείλω να ομολογήσω ότι μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο καλωσορίζετε τους επισκέπτες στην ιστοσελίδα σας (www.renatzolakis.com) , λέγοντας ότι η γνώμη τους για τα έργα σας δε σας αφήνει αδιάφορη κι ότι είστε πρόθυμη να ακούσετε τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους.
Μα νομίζω ότι αναπόφευκτα όταν δείχνεις τα έργα σου στο κοινό, εκτίθεσαι. Εκθέτεις, δίνεις απόψεις, δίνεις ένα δικό σου τρόπο οπτικής των πραγμάτων, το καλλιτεχνικό γούστο σου, και ακούς απόψεις. Μπορεί για το γούστο κάποιου τα έργα μου να είναι βλακείες, ενώ κάποιος άλλος να θεωρήσει ότι έχουν ποιότητα ή ότι υπάρχει μια αρμονία όχι μόνο συνθετική, αλλά και χρωματική. Άλλωστε, στη χαρακτική πρέπει να προσέξεις ιδιαίτερα τα έργα και να παρατηρήσεις τι υπάρχει εκεί, που δεν το έχεις δει ακόμα. Γι' αυτό, αν δείτε τα έργα από κοντά, θα αποκτήσετε άλλη ιδέα για αυτά.
Η έκθεση της Ρένας Τζολάκη στην Γκαλερί ArtΠρίσμα (Κουντουριώτου 187, Πειραιάς) θα είναι ανοιχτή έως την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου.