Του Γιάννη Γορανίτη
Η Eurosender είναι μια startup που ιδρύθηκε το 2014 στη Σλοβενία με στόχο να απλοποιήσει και να εκσυγχρονίσει τις αποστολές πόρτα-σε-πόρτα με τη βοήθεια της υψηλής τεχνολογίας. Έκτοτε, αναπτύχθηκε με εντυπωσιακούς ρυθμούς και πλέον λειτουργεί σε 33 διαφορετικές χώρες.
Πριν λίγους μήνες ανακοίνωσε τη σημαντική κεφαλαιακή ενίσχυση από τον διεθνή επενδυτή, POST Luxembourg, που αναμένεται να καλύψει τις ανάγκες ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού και ισχυροποίησης της θέσης της στην ευρωπαϊκή αγορά.
Τον Ιούνιο του 2016, η υπηρεσία λειτούργησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και η ανάπτυξη που ακολούθησε ήταν αν μη τι άλλο εντυπωσιακή. Το 2017, μάλιστα, η άνοδος των πωλήσεων άγγιξε το 50%. Η χώρα μας θεωρείται πλέον μία από τις πλέον προσοδοφόρες σε όλο το δίκτυο της Eurosender, καθώς αντιπροσωπεύει το 10% του συνολικών πωλήσεων της εταιρείας. Ενδεικτικό είναι επίσης ότι η αύξηση της επισκεψιμότητας στο site της προσέγγισε το 176%.
Η επιτυχία της εταιρείας ερμηνεύεται λόγω των ανταγωνιστικών τιμών που προσφέρει για μεταφορές. Όπως διαφημίζουν οι ίδιοι, το κόστος ενδέχεται να φτάνει έως και 70% πιο χαμηλά από τις τιμές της αγοράς. Τις υπηρεσίες της αξιοποιούν ιδιώτες (κυρίως φοιτητές και μετανάστες), που θέλουν να στείλουν δέματα (ακόμη και ολόκληρη οικοσκευή!) στο εξωτερικό, αλλά και μικρές επιχειρήσεις όπως τα eshops.
«Σκοπεύουμε να προσλάβουμε 40-60 νέους εργαζόμενους στην Ελλάδα»
Το Liberal.gr είχε την ευκαιρία να συζητήσει με τον Κωνσταντίνο Δημητρακάκη, Country Manager της Eurosender για την Ελλάδα, σχετικά με την πορεία και τα πλάνα της εταιρείας.
Αρχικά του ζητήσαμε να μας ερμηνεύσει τη μεγάλη αύξηση του κύκλου εργασιών στην Ελλάδα. «Ο βασικότερος λόγος για τον οποίο η Ελλάδα πηγαίνει τόσο καλά έχει να κάνει με τη μεγάλη και πιστή βάση πελατών. Οι Έλληνες φοιτητές και expats, που ζουν στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και άλλες χώρες, χρησιμοποιούν την υπηρεσία μας για να στείλουν πακέτα στους φίλους και τους συγγενείς τους (και αντίστροφα) – και αφού προφανώς μένουν ικανοποιημένοι με την Eurosender, επιστρέφουν. Το ποσοστό διατήρησης στους Έλληνες πελάτες είναι ένα από τα υψηλότερα για την Eurosender».
Αναφορικά με τα μελλοντικά σχέδια της εταιρείας, ο κ. Δημητρακάκης μας αποκάλυψε ότι σχεδιάζουν να ενισχύσουν την υποστήριξη πελατών και την ομάδα πωλήσεων με Έλληνες εργαζόμενους. «Συνολικά, σκοπεύουμε να προσλάβουμε από 40 έως 60 νέους ανθρώπους τους επόμενους 12 μήνες και λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή απόδοση των Ελλήνων εργαζομένων, αυτό είναι προτεραιότητα για εμάς. Ψάχνουμε επίσης για νέους πιθανούς συνεργάτες στην Ελλάδα – πανεπιστήμια, φοιτητές και συλλόγους expats ή εταιρείες αποστολών».
Μας είπε επίσης ότι οι ιδιώτες στέλνουν κυρίως πακέτα βάρους 20-30 κιλών, αν και αρκετές παραγγελίες αφορούν πακέτα άνω των 50 κιλών αλλά και παλέτες. Στους επιχειρηματικούς χρήστες, οι αναλογίες κατανέμονται ισόποσα στις κατηγορίες των 10, 20 και 30 κιλών.
Από τα συνολικά στοιχεία της εταιρείας αναδεικνύεται ότι οι Έλληνες στέλνουν μεγαλύτερες συσκευασίες (άνω των 30 κιλών) σε σχέση με τον μέσο Ευρωπαίο χρήστη της υπηρεσίας. Οι πιο δημοφιλείς προορισμοί είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Γαλλία, η Δανία, η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες.
«Ο καλύτερος τρόπος είναι να μιλήσεις στους πελάτες σου στη δική τους γλώσσα»
Όσον αφορά το συγκριτικό πλεονέκτημα της υπηρεσίας, ο κ. Δημητρακάκης μας είπε: «Υπάρχουν πολλά πλεονεκτήματα. Πρώτον, δεν είμαστε απλά ένα portal σύγκρισης τιμών, αλλά αναπτύσσουμε ένα σύστημα το οποίο αποφασίζει αυτόματα και άμεσα για την καλύτερη επιλογή αποστολής, για κάθε μεμονωμένο χρήστη.
Η λύση έχει δυνατότητες μηχανικής μάθησης (machine learning), που σημαίνει ότι με κάθε συναλλαγή η πλατφόρμα γίνεται όλο και πιο έξυπνη και μαθαίνει πώς να προτείνει έναν πιο αξιόπιστο (και προσιτό) προμηθευτή υπηρεσιών αποστολής.
»Δεύτερον, εργαζόμαστε σε τοπικό επίπεδο, πράγμα που σημαίνει ότι διαθέτουμε ελληνικό τμήμα εξυπηρέτησης πελατών και πωλήσεων. Στα logistics τα πράγματα μπορεί να πάνε στραβά κατά καιρούς, επομένως είναι σημαντικό η επικοινωνία να είναι γρήγορη και απλή -και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να μιλήσεις στους πελάτες σου στη δική τους γλώσσα».