Μπορεί τα φώτα της δημοσιότητας να στράφηκαν, δικαίως, στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ενισχύσει το συνολικό ύψους των κεφαλαίων για την καταπολέμηση των οικονομικών επιπτώσεων του νέου κορονοϊού με το ποσό «μαμούθ» των 600 δισ. ευρώ, ωστόσο χθες ανακοινώθηκε μία ακόμα εξαιρετικά σημαντική πρωτοβουλία που θα καθορίσει το μέλλον της Ευρώπης στην ψηφιακή εποχή. Συγκεκριμένα, Γαλλία και Γερμανία δημοσιοποίησαν επισήμως τα σχέδια για τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος cloud computing που επιδιώκει να σπάσει τα «δεσμά» της Ευρώπης από τους γίγαντες της Σίλικον Βάλει, όπως η Amazon, η Microsoft και η Google.
Το πρόγραμμα, με την ονομασία Gaia-X, θα καθορίσει κοινά πρότυπα για την αποθήκευση και την επεξεργασία δεδομένων σε διακομιστές που είναι τοποθετημένοι τοπικά και συμμορφώνονται με τους αυστηρούς νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το απόρρητο. Αν όλα πάνε καλά, το Gaia-X θα αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά του ψηφιακού μετασχηματισμού της Ευρώπης, προσφέροντας μιας αμιγώς ευρωπαϊκή πλατφόρμα cloud.
Θέλοντας να τονίσει τη σημασία που έχει το Gaia – X για την Ευρώπη, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Πήτερ Αλτμάιερ, χαρακτήρισε το πρόγραμμα ως «moonshot» (σ.σ. «βολή στο φεγγάρι»), τονίζοντας ότι θα βοηθήσει της Γηραιά Ήπειρο να επαναβεβαιώσει την τεχνολογική κυριαρχία της.
Το πρώτο βήμα θα γίνει από 22 γαλλικές και γερμανικές εταιρείες οι οποίες θα δημιουργήσουν ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα για τη διαχείριση του Gaia-X, το οποίο αρχικά τουλάχιστον δεν θα λειτουργήσει ως άμεσος αντίπαλος των κυριάρχων παρόχων υπηρεσιών cloud των ΗΠΑ, αλλά θα δημιουργήσει το πλαίσιο κανόνων λειτουργίας.
Οι πρώτες υπηρεσίες πρόκειται να προσφερθούν το 2021, ενώ μια σημαντική παράμετρος θα είναι η λεγόμενη αρχή της «αντιστεψιμότητας», ώστε οι χρήστες να μπορούν να αλλάζουν εύκολα πάροχο όταν το επιθυμούν.
Γιατί η πρωτοβουλία του Gaia X είναι σημαντική. Ουσιαστικά οι υπηρεσίες cloud αφορούν τον τρόπο με τον οποίο αποθηκεύουμε και διαχειριζόμαστε τα δεδομένα που παράγουμε, δημιουργώντας, μεταξύ άλλων, νέους επιχειρηματικούς τομείς και μοντέλα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Airbnb, η κατά πολλούς μεγαλύτερη «ξενοδοχειακή» εταιρεία στον κόσμο, η οποία δεν διαθέτει ούτε ένα δικό της ακίνητο, αλλά γιγαντώθηκε κάνοντας χρήση υπηρεσιών cloud της Amazon, δημιουργώντας μια έξυπνη υπηρεσία που άλλαξε τα δεδομένα στη βιομηχανία του τουρισμού.
Σύμφωνα με έκθεση της Αμερικανικής Ένωσης Διαδικτύου, το 2017 το υπολογιστικό «νέφος» προσέθεσε στο ΑΕΠ των ΗΠΑ 214 δισεκατομμύρια δολάρια και 2,15 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Ενδεικτικό της δυναμικής που έχει αναπτύξει η παγκόσμια αγορά cloud είναι και το γεγονός ότι καταναλωτές - ιδιώτες, επιχειρήσεις και κυβερνητικοί οργανισμοί - ξόδεψαν 31 δισεκατομμύρια δολάρια για λύσεις cloud τους τρεις πρώτους μήνες του 2020, ποσό 34% μεγαλύτερο σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας τεχνολογικών ερευνών Canalys.
Εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού, η ζήτηση για διαδικτυακά εργαλεία συνεργασίας (collaboration tools), η άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου και άλλες καταναλωτικές ανάγκες οδήγησαν σε κατακόρυφη αύξηση χρήσης υπηρεσιών cloud, με όλους τους μεγάλους παρόχους να βγαίνουν ωφελημένοι. Η Amazon Web Services, είδε τις πωλήσεις της να αυξάνονται κατά 33% και το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά να παραμένει στο 32%. Από τη μεριά της η Microsoft με το Azure κατέγραψε άνοδο πωλήσεων κατά 59% στο α’ τρίμηνο του 2020 και διεύρυνε το μερίδιό της στο 17%. Το Google Cloud κατέλαβε την τρίτη θέση, ακολουθούμενο από το Alibaba Cloud. Και οι δύο υπηρεσίες συγκέντρωσαν μερίδιο 6% στην παγκόσμια αγορά cloud.