Του Γιάννη Γορανίτη
Η υπηρεσία ανταλλαγής μηνυμάτων Whatsapp έχει θωρακιστεί σε μεγάλο βαθμό από τότε που υιοθέτησε την end-to-end κρυπτογράφηση. Τα μηνύματα δηλαδή φεύγουν κρυπτογραφημένα από τη συσκευή του αποστολέα και φτάνουν κρυπτογραφημένα στη συσκευή του παραλήπτη, χωρίς να «διαβάζονται» κατά τη μεταφορά. Με αυτόν τον τρόπο, το περιεχόμενο των μηνυμάτων πρακτικά είναι ορατό μόνο από αυτούς που τα ανταλλάζουν. Οι επίδοξοι εισβολείς, είτε είναι χάκερς, είτε κυβερνητικές υπηρεσίες ασφαλείας, είτε απλώς περίεργοι, δεν έχουν πλέον δυνατότητα να παρεισφρήσουν.
Η καλοδεχούμενη απ' όλους τους χρήστες προστασία της ιδιωτικότητάς τους, έχει βέβαια και παράπλευρες επιπτώσεις. Όπως γίνεται και με άλλες κρυπτογραφημένες υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων, το WhatsApp έχει διαπιστωμένα χρησιμοποιηθεί για την επικοινωνία εγκληματιών και τρομοκρατών. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσο η ΕΕ, όσο και η Μ. Βρετανία και η Αυστραλία πιέζουν για αλλαγές στη μέθοδο κρυπτογράφησης των επίφοβων μηνυμάτων ή ακόμη και για πλήρη κατάργηση των υπηρεσιών που χρησιμοποιούν end-to-end encryption.
Τους τελευταίους μήνες όμως, ξεδιπλώνεται μία ακόμη πτυχή: η δημοφιλής εφαρμογή χρησιμοποιείται ευρέως για τη διάδοση ψευδών ειδήσεων.
Πού διαδίδονται fake news μέσω WhatsApp;
Αν και λόγω της ασφαλούς κρυπτογράφησης, δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή δεδομένα, είναι βέβαιο ότι το WhatsApp χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα για τη διάδοση ψευδών ή παραποιημένων ειδήσεων στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις σε Γαλλία, Ολλανδία και ΗΠΑ. Εκεί όμως που το φαινόμενο έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις είναι σε αναπτυσσόμενες χώρες και κράτη του Τρίτου κόσμου, όπου η εφαρμογή είναι ιδιαίτερα δημοφιλής.
Στην Κένυα για παράδειγμα λίγες εβδομάδες πριν από τις κρίσιμες γενικές εκλογές, καταγράφονται χιλιάδες αναφορές διάδοσης ψευδών ειδήσεων μέσω τόσο του WhatsApp όσο και του Facebook. Από σχετικά ανώδυνες, όπως οι ψευδείς αναφορές για θανάτους πολιτικών και άλλων προσωπικοτήτων, μέχρι ιδιαίτερα επικίνδυνες ανυπόστατες φήμες που αποσταθεροποίησαν ακόμη και το εθνικό νόμισμα.
Μια πρόσφατη ανάλυση της Cambridge Analytica, που είχε μελετήσει τη διάδοση των fake news στις εκλογές των ΗΠΑ και της M. Βρετανίας, αναδεικνύει ότι η σκόπιμη διάδοση ψευδών πληροφοριών μέσω κοινωνικών δικτύων και υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη. Τονίζει ότι το 90% των Κένυων είχε ακούσει ή δει ψευδείς ειδήσεις σχετικές με τις εκλογές, με τουλάχιστον το ένα τρίτο να δηλώνει ότι επηρεάστηκε από αυτές.
Συνδέεται με δολοφονίες
Στην Ινδία, όπου χρησιμοποιείται καθημερινά από 200 εκατ. χρήστες, το WhatsApp έχει επίσης κατηγορηθεί από την κυβέρνηση για τη συμβολή του στη διάδοση ψευδών ειδήσεων. Τα μέλη των εκατοντάδων χιλιάδων κλειστών ομάδων ανταλλάζουν περιεχόμενο που σύμφωνα με αξιωματούχους συχνά προάγει την ακραία βία, την πορνογραφία και τις σεξουαλικές επιθέσεις. Η διακίνηση αναληθών ειδήσεων και φημών είναι τόσο εκτεταμένη που έχει στοιχίσει ανθρώπινες ζωές και σε αρκετές περιπτώσεις απειλεί την κοινωνική συνοχή.
Τις τελευταίες εβδομάδες διακινούνται μέσω της πλατφόρμας βίντεο και μηνύματα που αναζωπύρωσαν τις εθνοτικές εντάσεις και τις ταραχές. Εξάλλου συνεχίζει να ανακυκλώνεται ένα κατασκευασμένο βίντεο με απαγωγές παιδιών από ξένους, που είχε ως αποτέλεσμα σειρά απρόκλητων επιθέσεων. Συνολικά εκτιμάται ότι επτά άνθρωποι έχουν σκοτωθεί γι' αυτό τον λόγο.
Πριν λίγες ημέρες, ο Ινδός υπουργός Πληροφορικής παραδέχθηκε ότι η χώρα του είναι «ανήμπορη» να αντιδράσει, καθώς δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στο διακινούμενο περιεχόμενο, προκειμένου να τιμωρήσει όσους παρανομούν διαδίδοντας ψευδείς ειδήσεις. Πρόσφατα μάλιστα η βουλή τους ψήφισε σχετικό νόμο με ειδική πρόβλεψη για τη διάδοση fake news μέσω υπηρεσιών messaging.
Πώς θα περιοριστεί το πρόβλημα
Δεν είναι καθόλου εύκολο να περιοριστεί το φαινόμενο. Όσο το WhatsApp προσφέρει τον συγκεκριμένο τύπο κρυπτογράφησης χωρίς να αποθηκεύει το περιεχόμενο στους servers του, η θεωρητική εξαγγελία περί «αναφοράς απαράδεκτου ή ανεπιθύμητου περιεχομένου» είναι πρακτικά ανεφάρμοστη, αφού οι μόνοι που έχουν πρόσβαση είναι αυτοί που τα ανταλλάζουν. Ο μοναδικός τρόπος είναι ένας χρήστης να αποθηκεύσει το μήνυμα και να το μεταφέρει στις αρμόδιες αρχές.
Γι' αυτό και στην Ινδία ζητούν επίμονα από τους πολίτες να καταγγέλλουν άμεσα αντίστοιχο περιεχόμενο. Αυτό συνέβη τον περασμένο Μάιο όταν συνελήφθη ένας χρήστης που έστειλε σε χιλιάδες άλλους πολίτες μια επεξεργασμένη εικόνα του πρωθυπουργού της Ινδίας. Φυσικά, αυτό ούτε εύκολο είναι, ούτε μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις.
Εξάλλου, η κατάργηση της κρυπτογράφησης που ζητούν πολλές κυβερνήσεις –κυρίως της Δύσης– όχι μόνο δεν δίνει λύση, αλλά θα είναι πισωγύρισμα σε πολύ πιο σκοτεινές και λιγότερο δημοκρατικές και φιλελεύθερες περιόδους.