Του Γαβριήλ Χ. Σερέτη
Η τεχνητή νοημοσύνη (Τ.Ν.) δεν μπορεί πλέον να θεωρείται μία τεχνολογία του μέλλοντος. Είναι το παρόν. Συμβαίνει σήμερα. Επηρεάζει όλο και περισσότερο την καθημερινότητά μας, την ίδια μας τη ζωή. Σταδιακά, αλλά ουσιαστικά, πλέον τη διαμορφώνει. Με την τάση να είναι σαφέστατη. Όχι μόνο αναφορικά με την εντεινόμενη αυτονόμηση των μηχανών και λοιπών εργαλείων έναντι του ανθρώπου, αλλά και σχετικά με το μέγεθος της Τ.Ν. ως αγοράς. Με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς να κάνουν λόγο για μια αγορά που θα αγγίξει τα 380 δισ. δολάρια ως το 2025. Με μία και μόνο ευρωπαϊκή χώρα, τη Γερμανία, να αποφασίζει την επένδυση 3 δισ. ευρώ στον εν λόγω τομέα μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, στοχεύοντας στην αντιμετώπιση του ανταγωνισμού χωρών που έχουν αποκτήσει το προβάδισμα, όπως η ΗΠΑ και η Κίνα.
Με μία και μόνο εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, τη Huawei, να ανακοινώνει πως θα υποστηρίξει ένα εκατομμύριο εξειδικευμένους προγραμματιστές και κοινωνικούς εταίρους μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Και ένα και μόνο πανεπιστήμιο, το MIT, να επενδύει 1 δισ. δολάρια για τη δημιουργία καινούργιου ινστιτούτου, προκειμένου να ενσωματώσει τις εξελίξεις στα υπόλοιπα διδακτικά αντικείμενα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Gartner, της κορυφαίας παγκοσμίως εταιρείας έρευνας και συμβουλευτικών υπηρεσιών, οι επενδύσεις στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης θα αποτελέσουν μία από τις πέντε επενδυτικές προτεραιότητες ως το 2020, υποβοηθούμενες, μεταξύ άλλων, από το γεγονός ότι η ίδια η Τ.Ν. επιταχύνει και καθιστά πιο αποτελεσματικό κάθε στάδιο του προσωπικού ηλεκτρονικού «ταξιδιού» του μέσου καταναλωτή, ανοίγοντας νέες πόρτες στο marketing και τη διαφήμιση.
Τα έσοδα
Η αγορά της τεχνητής νοημοσύνης αναμένεται να αγγίξει τα 380 δισ. δολάρια έως το 2025, με το 90% αυτού του ποσού να προέρχεται και να αφορά την επιχειρηματική δραστηριότητα και τις βιομηχανικές εφαρμογές. Για να γίνει πιο κατανοητή η επιτάχυνση των εξελίξεων, αξίζει να αναφερθεί πως το 2015 η αγορά της Τ.Ν. υπολογίζεται ότι ανερχόταν στα 5 δισ. δολάρια. Και πως το 2020, τα ραγδαία αυξανόμενα έσοδα θα αγγίξουν τα 20 δισ., παρουσιάζοντας ετήσια άνοδο της τάξεως του 20%. Πέντε χρόνια μετά, τα οικονομικά δεδομένα θα έχουν σχεδόν εικοσαπλασιαστεί.
Στο επίκεντρο του «κυκλώνα» βρίσκονται, όπως είναι φυσικό, εταιρείες λογισμικού, οι οποίες βοηθούν την επιτάχυνση της αυτοματοποίησης, σε τομείς όπως η αυτοκίνηση, η ρομποτική, οι ασφάλειες, η υγεία, οι μεταφορές, ακόμα κι η δημοσιογραφία. Σε μια βεντάλια που απλώνεται από την κυβερνητική και τη λήψη αποφάσεων ως και την κοινωνική περίθαλψη. Και την εξέλιξη να αφορά τη δημιουργία πλατφορμών που θα συνδέουν οργανισμούς, επιχειρήσεις και βιομηχανίες, σε όλο τον πλανήτη, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τον ιδιώτη καταναλωτή. Με έναν και μοναδικό στόχο, την επιτάχυνση και τη βελτίωση των ψηφιακών επικοινωνιών και φυσικά των κερδών. Ενδεικτικό αυτής της τάσης είναι, για παράδειγμα, το γεγονός ότι στο αεροδρόμιο της Σεντσέν στην Κίνα, ήδη οι πτήσεις, οι σκάλες και τα πρόσωπα των επιβατών ελέγχονται πλέον μέσω συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης.
Την ίδια ώρα, το υπουργικό συμβούλιο της Γερμανίας, πριν από λίγες μέρες, ύστερα από μαραθώνια συνεδρίαση με αποκλειστικό θέμα την ψηφιακή πολιτική της χώρας, αποφάσισε την επένδυση του ποσού των 3 δισ. ευρώ στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης μέσα στα επόμενα έξι χρόνια.
Ανάλογο ποσό αναμένεται να επενδυθεί και από τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα, ανεβάζοντας τη συνολική επένδυση στα 6 δισ. ευρώ. Μέρος της συγκεκριμένης στρατηγικής είναι και η δημιουργία 100 θέσεων για καθηγητές σε γερμανικά πανεπιστήμια, γύρω από τον τομέα της Τ.Ν., αλλά και η ανάπτυξη νέων ερευνητικών κέντρων, φτάνοντας συνολικά τα 12 κέντρα για έρευνα και ανάπτυξη ανάλογων τεχνολογιών. Το πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η πολιτική «Artificial Intelligence made in Germany» επικεντρώνεται στο κοινωνικό και εργασιακό σκέλος των αλλαγών, στις επιπτώσεις την κοινωνική συνοχή, στα ανθρώπινα δικαιώματα και τα προσωπικά δεδομένα. Όπως και η σημασία που δίδεται στην ψηφιακή ανταγωνιστικότητα, στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να (επαν)εκπαιδευτούν όλοι οι πολίτες κάθε ηλικίας, στις υποδομές (υψηλές ταχύτητες Ιnternet παντού), στην καινοτομία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό (εφαρμογές Τ.Ν. στους εργασιακούς χώρους και τη βιομηχανία) στην κοινωνική ψηφιακή μετάβαση (με την προστασία της εργασίας και της ηθικής), στο σύγχρονο κράτος (με τον αποχαιρετισμό του γραφειοκρατικού κράτους και της κουλτούρας που το συνοδεύει).
Γερμανία
Πάντως, για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, αξίζει να σημειώσουμε ότι η Γερμανία επενδύει σχεδόν πενταπλάσιο ποσό από αυτό της Γαλλίας, αλλά η Κίνα σκοπεύει να επενδύσει περί τα 150 δισ. δολάρια στην κρατικά ελεγχόμενη βιομηχανία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι το 2030. Καθώς και το γεγονός ότι η Γερμανία επενδύει κυρίως στη βιομηχανία και την αυτοκινητοβιομηχανία, τη στιγμή που οι ΗΠΑ δίνουν βάρος κυρίως στην Πληροφορική και τα ΜΜΕ.
Όσον αφορά τις επιπτώσεις στις θέσεις εργασίας, σύμφωνα με την αισιόδοξη πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, ώς το 2025, στο πρότυπο των προηγούμενων τεχνολογικών επαναστάσεων, υπό προϋποθέσεις (επενδύσεις στην εκπαίδευση κ.λπ.) μπορούν να δημιουργήσουν διεθνώς σχεδόν διπλάσιες νέες θέσεις εργασίας, σε σχέση με όσες αναμένεται να «καταστραφούν» (133 εκατ. έναντι 75 εκατ.).
Τα ποσά που επενδύουν στην τεχνητή νοημοσύνη οι πέντε «ψηφιακές υπερδυνάμεις του ιδιωτικού τομέα» (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft, Snap, Alibaba και Tencent) αποτελεί το θέμα ενός επόμενου άρθρου.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 27 Νοεμβρίου 2018