ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ αποκτούν σύντομα νέες ηγεσίες. Ή καλύτερα, αποκτούν ηγεσίες με νέα λαϊκή εντολή. Η χώρα δεν βρίσκεται εκεί που βρισκότανε το 2015 (αλίμονο), ούτε το 2019. Υπάρχουν, όμως, δομικά προβλήματα που μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με ευρύτερες συναινέσεις. Ο κ. Μητσοτάκης, λοιπόν, μπορεί να καλέσει τις νέες ηγεσίες των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης για έναν ουσιαστικό διάλογο. Και αυτές θα αποφασίσουν αν θα γίνουν μέρος της λύσης ή αν θα παραδώσουν την αντιπολίτευση στην ακροδεξιά…
Μια φορά κι έναν καιρό η Ελλάδα ήταν μία οχυρωμένη Οικονομία. Αλλά μετά ήρθε η χρεοκοπία, την οποία, ως γνωστόν την προκάλεσε ο Ανδρέας Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ. Σήμερα οι αριθμοί και πάλι θριαμβεύουν. Οι αναβαθμίσεις από τους διεθνείς οίκους διαδέχονται η μία την άλλη και επιπλέον το κόστος δανεισμού της χώρας είναι από τα πλέον χαμηλά στην Ευρώπη. Σύμφωνοι! Εδώ να θυμίσουμε ότι λίγο πριν τη χρεοκοπία οι «αγορές» μας πρόσφεραν πακτωλούς δισεκατομμυρίων που εμείς δεν δεχτήκαμε, σε μια μέγιστη εκδήλωση μεγαλοσύνης.
Οι δύο εποχές, η τότε και η τώρα, δεν έχουν σχέση μεταξύ τους. Τότε ρίξαμε το πλοίο στα βράχια λόγω της πρωτοφανούς ανικανότητας του μεθυσμένου πληρώματος να δει τη στεριά στα λίγα δεκάδες μέτρα. Σήμερα κινδυνεύουμε με μια εξίσου μεγάλη καταστροφή επειδή δεν μπορέσαμε, παρά τα μνημόνια, να αντιστρέψουμε την κατάσταση. Δεν έχει αλλάξει η γενεσιουργός αιτία που προκάλεσε τη χρεοκοπία. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά το περίφημο κράτος που χρειαζότανε επανίδρυση ή στη συνέχεια μια παρακαμπτήριο μέσω του επιτελικού κράτους δεν ασθενεί απλώς. Ζει στα όρια της ζώνης του λυκόφωτος.
Η ελληνική κοινωνία δεν ξεπλήρωσε τα χρέη της στη φάση της χρεοκοπίας. Πήραν αναστολή, μαζί με τους τόκους. Σύντομα, όμως, θα πρέπει να αρχίσουμε να είμαστε τυπικοί στις υποχρεώσεις μας, οπότε βλέπουμε να επανέρχονται οι λογικές «εμείς θα βαράμε το νταούλι και οι αγορές θα χορεύουν». Φυσικά, δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο. Εμείς θα κτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο. Εκ των υστέρων και σε όποιον τοίχο θα έχει μείνει σε αυτήν τη χώρα.
Σε πολλούς, το σημερινό σημείωμα θα μοιάζει «υπερβολικά μαύρο και απαισιόδοξο». Και μακάρι να ήταν. Αλλά δεν είναι. Μας λένε για τη στάση των ξένων οίκων. Λες και δεν ήταν οι ίδιοι ξένοι οίκοι που πιάστηκαν στον ύπνο την προηγούμενη φορά. Είναι άλλοι ξένοι οίκοι αυτοί, από ένα άλλο παράλληλο σύμπαν. Μας λένε ότι οι προοπτικές της αγοράς είναι λαμπρές. Δεν μας λένε που θα βρουν εργαζόμενους οι επιχειρήσεις με δεδομένο το δημογραφικό ή ακόμη πώς ένας εργαζόμενος θα μπορέσει να συντηρήσει δύο συνταξιούχους. Όχι το μακρινό 2600, αλλά σε μόλις είκοσι χρόνια από σήμερα. Μας λένε για τις ξένες επενδύσεις, αλλά όταν κάνουμε μία σύγκριση με την Τουρκία (για παράδειγμα), κλαίμε.
Η αλήθεια είναι ότι η χώρα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Και μόνο με ευρύτερες συναινέσεις θα μπορέσουμε να βγούμε από τα σημερινά μας αδιέξοδα. Γι' αυτό και πιστεύουμε ότι ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να καλέσει τις νέες ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ σε μια ουσιαστική συζήτηση για το σήμερα και το αύριο. Για να μπορέσει να υπάρξει ένα κοινό πλαίσιο στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Στην εξωτερική της πολιτική, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού, στην προστασία των επενδύσεων και στις απαιτούμενες και μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα και στη Δικαιοσύνη.
Θα ρωτήσει κάποιος γιατί σήμερα και όχι χθες. Γιατί ο κ. Μητσοτάκης δεν έπρεπε να κάνει μια τέτοια κίνηση από την πρώτη στιγμή και μπορεί να το κάνει σήμερα. Δεν είναι ομολογία αποτυχίας; Η απάντηση είναι περισσότερο απλή: Οι πολιτικές δυνάμεις δεν ήταν έτοιμες για κάτι τέτοιο. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ πάλευε να αποδείξει ότι έχασε τις εκλογές επειδή δήθεν το εκλογικό σώμα εξαπατήθηκε και έπεσε σε πλάνη, το δε ΠΑΣΟΚ μετρούσε ακόμη τις πληγές του από τη συγκυβέρνηση με τον Αντώνη Σαμαρά.
Σήμερα, η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα έχουν νέες ηγεσίες. Ακόμη κι αν είναι οι παλιές, θα έχουν επιβεβαιώσει την προτίμηση των ψηφοφόρων τους και έτσι θα είναι πιο «σίγουρες» για το μέλλον τους και κατά συνέπεια πιο έτοιμες για ιστορικούς συμβιβασμούς. Ιστορικούς συμβιβασμούς που στο τέλος θα τους πιστωθούν όλοι και περισσότερο απ’ όλους τα στελέχη της αντιπολίτευσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία, η χώρα πρέπει να αλλάξει. Μόνο που αυτό δεν μπορεί να το κάνει ένα κόμμα από μόνο του. Όχι όταν η ανάδειξη της μικροπολιτικής σε κυρίαρχο πολιτικό αφήγημα από την αντιπολίτευση είναι ικανή να σκοτώσει οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια.
Θανάσης Μαυρίδης