Λένε ότι κάποιος πρέπει να ακολουθεί το «έξυπνο χρήμα». Να αγοράζει μετοχές όταν αγοράζει το «έξυπνο χρήμα» και να πουλάει όταν εκείνο ρευστοποιεί τις θέσεις του. Δεν ξέρω αν υπάρχει έξυπνο και βλαμμένο χρήμα, αλλά σίγουρα υπάρχουν insiders. Άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά τα ενδότερα των εταιρειών τους και τις κινήσεις αυτών τις παρακολουθώ πάντοτε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τώρα, αν αυτούς τους ονομάζουμε «έξυπνο χρήμα» για λόγους απενοχοποίησης, αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Οι παππούδες μας λέγανε: «Aν δεις φαΐ κάτσε. Αν δεις καυγά φύγε». Και οι πωλήσεις μετοχών από τους βασικούς μετόχους είναι κανονικός καυγάς, ο οποίος μπορεί στη συνέχεια να συνοδευτεί με άγριο ξύλο για τους μικρομετόχους. Δηλαδή, ξέρουμε εμείς περισσότερα από εκείνους που δημιούργησαν τις εταιρείες; Πού τις έφτιαξαν με τα χεράκια τους; Αστεία πράγματα. Κι αν αυτοί πουλάνε, γιατί εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να τους γινόμαστε βάρος στις γενικές συνελεύσεις;
Η πώληση ενός πακέτου μετοχών από τον βασικό μέτοχο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η μετοχή θα υποχωρήσει. Εγείρει, όμως, εύλογα ερωτήματα. Γιατί τώρα και όχι χτες; Επειδή, προφανώς, χτες δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες για πώληση και είναι σήμερα. Ή αλλιώς, ο βασικός μέτοχος προβλέπει ότι οι συνθήκες θα είναι χειρότερες αύριο. Διαφορετικά θα πουλούσε χτες και όχι σήμερα!
Να λέγαμε ότι έχουν ανάγκη τα χρήματα! Ότι δεν έχουν πάρει από τις εταιρείες τους παχυλούς μισθούς και μπόνους! Σε μία τέτοια περίπτωση θα μπορούσαμε να το δικαιολογήσουμε. Αλλά όταν έχουν ήδη πάρει και μισθούς και μπόνους και ξεχειλίζουν οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί από ρευστότητα, τότε δημιουργείται ένα αίσθημα ανασφάλειας στους μετόχους τους. Για να μην ξεχνιόμαστε! Κάτι ανάλογο είχε γίνει και το 1999. Και τότε οι μικρομέτοχοι έγιναν σε πολλές περιπτώσεις οι… βασικοί μέτοχοι των εισηγμένων εταιρειών. Επειδή οι ιδρυτές «εξαφανίστηκαν». Πούλησαν και έφυγαν. Αυτός είναι ο φόβος. Άντε τώρα να πείσετε τους μικροεπενδυτές ότι ο φόβος τους είναι αβάσιμος. Ακόμη κι αν είναι…
Κατά τα λοιπά, έχουμε ήδη μιλήσει για εκστρατείες δημοσίων σχέσεων. Σε πρόσφατο σημείωμα γράφαμε τα εξής: «Από την άλλη υπάρχουν φαινόμενα που εντείνουν την ανησυχία. Όπως η προσπάθεια μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων να πείσουν ότι η αγορά των μετοχών τους είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή. Αυτή η εκστρατεία δημοσίων σχέσεων θα πρέπει από μόνη της να μας προβληματίσει. Και είναι αδιάφορο αν μία μετοχή διαπραγματεύεται μόνο στην Αθήνα ή παράλληλα στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη ή στη Φρανκφούρτη. Οι επιλογές των επενδυτών δεν καθορίζονται από τέτοιου είδους επιχειρήματα, αλλά από πραγματικά στοιχεία. Αυτά, δηλαδή, που βοήθησαν τους αγοραστές του 2012 και του 2016 να δείχνουν με υπερηφάνεια σήμερα τα πινακίδια αγοράς»…
Η ζωή, τελικά, απαντάει σε όλα τα ερωτήματα. Αργά ή γρήγορα…
Θανάσης Μαυρίδης