Ένα ανησυχητικό άρθρο στη Wall Street Journal μας θυμίζει κάτι που συνεχώς επαναλαμβάνουν οι κλασικοί φιλελεύθεροι και ελευθεριακοί: το κράτος, όσο χρήσιμο κι αν είναι, είναι πολύ επικίνδυνο. Εκ των υστέρων, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τόσο λίγοι άνθρωποι έχουν πάρει αυτές τις φωνές στα σοβαρά, ίσως επειδή ο αστακός βράζει εδώ και καιρό αρκετά αργά.
Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά εδώ μπορεί να είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο, δεδομένης της τεράστιας έκτασης της εξουσίας του Προέδρου. Το Κογκρέσο μπορεί να εύκολα να μπλοκαριστεί, ο Πρόεδρος όχι (εκτός ίσως να μπλοκαριστεί από το δικό του μυαλό, κάτι που δεν μειώνει τον κίνδυνο).
Ο αρθρογράφος της WSJ εστιάζει στον Νόμο περί Εξέγερσης (Insurrection Act), που τροποποιήθηκε για τελευταία φορά τελευταία μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, και τον οποίο σκέφτηκε να επικαλεστεί ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την πρώτη του θητεία (William A. Galston, «Donald Trump's Insurrection Act Gambit», Wall Street Journal, 15 Νοεμβρίου 2023). Ο αρθρογράφος γράφει για τον νόμο αυτό:
«Το πεδίο του, είναι ταυτόχρονα ευρύ και ασαφές, δίνει στον πρόεδρο τεράστια διακριτική εξουσία. Οι βασικοί όροι -εξέγερση, στάση και εγχώρια βία- δεν ορίζονται στο κείμενό του. Όπως καταδεικνύει μια ανάλυση του Κέντρου Brennan, ο Πρόεδρος μπορεί από μόνος του να αποφασίσει εάν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί ο στρατός, και το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι δεν έχει την εξουσία να επανεξετάσει την απόφαση του Προέδρου.
Βέβαια, μια απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1932 έκρινε ότι τα δικαστήρια μπορούν να ελέγξουν τη νομιμότητα ή τη συνταγματικότητα των ενεργειών του στρατού μετά την ανάπτυξή του, αλλά στη δίνη των γεγονότων οι βασικές ελευθερίες μπορεί να περιοριστούν κατά πολύ πριν παρέμβει το δικαστικό σώμα.
Αναλογιστείτε αυτό το σενάριο: Μετά από μια διχαστική προεκλογική εκστρατεία, ορκίζεται ένας εκλεγμένος Πρόεδρος που έχει τη μισή χώρα απέναντί του και ξεσπά μια μαζική διαμαρτυρία στην Ουάσιγκτον.
Ενώ οι παρατηρητές και οι αρχές αναφέρουν ότι οι διαδηλωτές είναι ως επί το πλείστον ειρηνικοί, ο νέος Πρόεδρος διαφωνεί, θέτει υπό ομοσπονδιακό έλεγχο τις Εθνοφρουρές του Μέριλαντ, της Βιρτζίνια και της Περιφέρειας της Κολούμπια και τις αναπτύσσει με εντολή να καταστείλουν τις διαδηλώσεις».
Υπάρχουν και άλλα πιθανά σενάρια. Ο Τραμπ έδειξε ότι δεν έχει μια ξεκάθαρη ιδέα ως προς τα επιθυμητά όρια στην κυβερνητική εξουσία. Η στελέχωση των μεγάλων γραφειοκρατικών δομών της αστυνομίας στην Ουάσινγκτον με yes-men, όπως σχεδιάζουν οι συνεργάτες τώρα για μια πιθανή δεύτερη θητεία, θα του έδινε πολύ περισσότερη δύναμη απ' ό,τι φαντάζονται οι περισσότεροι Αμερικανοί.
Για όσους από εμάς (και δεν ρίχνω εγώ την πρώτη πέτρα) μπήκαμε στον πειρασμό να συνταχθούμε με τον «λαό» ενάντια στο αλαζονικό και πάντα πρόθυμο να νομοθετήσει κατεστημένο, η έκπληξη αυτή έχει και μια δεύτερη διάσταση: το επόμενο χτύπημα στην ατομική ελευθερία μπορεί κάλλιστα να μην έρθει από αυτούς τους ανθρώπους, αλλά από τον όχλο που θα έχει ενθουσιαστεί από έναν δημαγωγό.
Πολλοί απλοί άνθρωποι, ιδιαίτερα στην Αμερική, έχουν διατηρήσει μια αίσθηση ελευθερίας και ευπρέπειας. Αλλά ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων επικροτούν έναν επίδοξο δεσπότη που δεν πιστεύει σε κάποια πολιτική φιλοσοφία, δεν αντιλαμβάνεται τον κόσμο που ζούμε, και δεν είναι παρά ένας ταραχοποιός ναρκισσιστής.
Το ένα τρίτο των Αμερικανών ψηφοφόρων πιστεύουν ότι οι εκλογές του 2020 νοθεύτηκαν μόνο και μόνο επειδή ο Τραμπ το λέει. Κάποτε καυχιόταν ότι μπορούσε να πυροβολήσει κάποιον στην Πέμπτη Λεωφόρο και οι ακόλουθοί του θα του έμεναν πιστοί (αξίζει να παρακολουθήσει κανείς αυτό το βίντεο των 15 δευτερολέπτων).
Ελπίζει ότι το μελλοντικό υπό τον έλεγχο του Υπουργείο Δικαιοσύνης και το FBI θα του είναι επίσης πιστοί. Ευτυχώς, τον τελευταίο καιρό συναντά κάποιες αντιστάσεις από τους δικαστικούς θεσμούς αυτής της χώρας, αλλά καταλαβαίνει ότι το συμφέρον του είναι να τους πολιτικοποιήσει ακόμη περαιτέρω.
Αυτό το φαινόμενο οι καθημερινοί άνθρωποι να προδίδουν την ελευθερία τους για να έχουν την άνεση να ακολουθούν δημαγωγούς (μετά την προδοσία του κατεστημένου με σκοπό τη διατήρηση του ελέγχου τους) θυμίζει μια παρατήρηση του James Buchanan σε ένα ελαφρώς διαφορετικό αλλά σχετικό πλαίσιο («Afraid to Be Free: Dependency As Desideratum» - Ο φόβος για την ελευθερία: Η εξάρτηση ως επιθυμία, Public Choice [2005]):
«Η δίψα ή η επιθυμία για ελευθερία - και ευθύνη - ίσως δεν είναι τόσο οικουμενική όσο τόσοι πολλοί φιλόσοφοι μετά τον Διαφωτισμό υπέθεταν».
Στο βιβλίο που εξέδωσε εκείνη την περίοδο με τίτλο Why I, Too, Am Not a Conservative (Γιατί ούτε κι εγώ δεν είμαι συντηρητικός), ο Μπιούκαναν έδειξε περισσότερη πίστη (η λέξη είναι δική του) στο μέλλον του φιλελευθερισμού.
Ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ ούτε ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησαν ποτέ, ούτε σκέφτηκαν να προσπαθήσουν, ούτε θα μπορούσαν πιθανώς να σκεφτούν να προσπαθήσουν, να καταργήσουν ή να περιορίσουν σοβαρά νόμους όπως ο Νόμος περί Εξέγερσης. Μοιράζονται τη διαίσθηση ότι η τυραννία κατοικεί στην άλλη πλευρά μιας αυθαίρετης πολιτικο-κομματικής γραμμής.
Υπάρχουν και άλλα «δημοκρατικά» κράτη στον κόσμο που αντιμετωπίζουν παρόμοιους κινδύνους σε διαφορετικά θεσμικά πλαίσια, αλλά πολλά πιθανότατα θα ακολουθούσαν την Αμερική αν αυτή έπαιρνε τον δρόμο του δεσποτισμού. (Βάζω τη «δημοκρατία» σε εισαγωγικά επειδή πολλοί φαίνεται να τη συγχέουν με τον ανταγωνιστικό αυταρχισμό.) Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να αναλογιστεί κανείς τι θα μπορούσε να συμβεί στη συνέχεια.
Οι θεσμοί, που είναι σύνολα επίσημων ή άτυπων κανόνων, έχουν τη δική τους λογική. Η μελέτη αυτής της λογικής ήταν ένας από τους σημαντικούς άξονες της πολιτικής οικονομίας. Χωρίς την ιδέα του περιορισμού του Λεβιάθαν, οι προοπτικές είναι σκοτεινές. Η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, συχνά μάλιστα από εξελιγμένες κοινωνίες.
Ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται για αυτό το θέμα μπορεί να διαβάσει την κριτική μου για τη συλλογή των άρθρων που επιμελήθηκε ο Cass Sunstein στο Can It Happen Here? Authoritarianism in America (Μπορεί να συμβεί εδώ; Ο αυταρχισμός στην Αμερική - 2018 ): «You Didn’t See It Coming», Regulation, Χειμώνας 2018-2019, σελ. 54-57.
Μόλις το ξαναδιάβασα και βρήκα μια παράγραφο που, αν δεν την είχα γράψει, θα ήθελα το είχα κάνει. Συγχωρέστε μου την περιαυτολογία. Σχετικά με το κεφάλαιο του καθηγητή νομικής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Στίβεν Χολμς, έγραψα:
«Ο Χολμς αποτελεί παράδειγμα της κρατικιστικής ελίτ που ξαφνικά ξαφνιάστηκε από το γεγονός ότι η τεράστια εξουσία που ζητούσαν και που παραχώρησαν στο κράτος χρησιμοποιείται από πολιτικούς που δεν ανήκουν στη δική τους φυλή.
Δεν συνειδητοποιούν ότι η τυραννία και όχι η νιρβάνα είναι αυτό που συμβαίνει όταν οι άνθρωποι εναποθέτουν όλες τους τις ελπίδες στην κυβέρνηση, όπως υποστηρίζει και ο Anthony de Jasay (ιδίως στο βιβλίο The State από το 1985).
Πώς μπορούν αυτές οι ελίτ να παραπονιούνται τόσο πολύ για τις δράσεις της κυβέρνησης και ωστόσο να μην αμφισβητούν την ισχύ της; Είχαν αναλάβει την κυβέρνηση και πίεζαν για τη δική τους εκδοχή ενός ήπιου φασισμού όταν ο Τραμπ τους εκτόπισε».