Το κόστος της ανεξαρτησίας της Καταλονίας: Αξίζει το ρίσκο;

Το κόστος της ανεξαρτησίας της Καταλονίας: Αξίζει το ρίσκο;

Του Daniel Iturri Calvo

Τα τελευταία 3 χρόνια, η ειδησεογραφία των διεθνών μέσων για την Ισπανία επικεντρώθηκε κυρίως στην πιο αμφιλεγόμενη διαμάχη της χώρας, αυτή για την απόσχιση της Καταλονίας. Τα εγχώρια μέσα κάλυψαν εξαντλητικά το κίνημα, και μετά το πέρας των ευρωεκλογών η διαμάχη προσέλκυσε ακόμη περισσότερο τη διεθνή προσοχή, λόγω της έντασης που δημιουργήθηκε με τρεις νεοεκλεγέντες ευρωβουλευτές από την Καταλονία που ενδέχεται να μην μπορέσουν να αναλάβουν τα καθήκοντά τους.

Αυτό που όμως απουσιάζει από την ειδησεογραφική κάλυψη της πολιτικής κατάστασης είναι οι σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις που ήδη έχουν αρχίσει να πλήττουν τόσο την Καταλονία όσο και την υπόλοιπη Ισπανία. Μια πρόσφατη έκθεση από την ισπανική δεξαμενή σκέψης και μέλος του Epicenter, Civismo αποτιμά τις οικονομικές συνέπειες λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι, από το 2004, όταν ξεκίνησε το σύγχρονο αποσχιστικό κίνημα της περιοχής, η Καταλονία έχει υποστεί ζημιά 18 δις ευρώ σε απώλεια οικονομικής ανάπτυξης, που οδήγησε την περιοχή να χάσει τη θέση της σημαντικότερης οικονομικής ατμομηχανής της χώρας. Οι αριθμοί που παρουσιάζει το Civismo μας θυμίζουν ότι η χώρα και η περιοχή ήδη αρχίζουν να αισθάνονται τις οικονομικές συνέπειες της κατάστασης, η οποία είναι πιθανό να επιδεινωθεί αν η διαμάχη δεν επιλυθεί γρήγορα.

Η έκθεση του Civismo του 2018 επισημαίνει τρεις τρόπους υπολογισμού και ανάλυσης των οικονομικών απωλειών στην Καταλονία. Πρώτον, μέσω του Δείκτη Ρίσκου της Καταλονίας (Catalonian Risk Index), που συντάσσεται από την Societat Civil Catalana (SCC). Ο Δείκτης αυτός δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 2015, βάσει της μεθοδολογίας που προτάθηκε το 2013 από τους Baker, Bloom, and Davis (2013), η οποία μετρά την πολιτική αβεβαιότητα αναλύοντας επισταμένως την εθνική και διεθνή ειδησεογραφική κάλυψη των πολιτικών εντάσεων, και συγκρίνοντάς την με οικονομικές μεταβλητές όπως οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις.

Ο Δείκτης Ρίσκου του SCC καταδεικνύει ότι το οικονομικό ρίσκο σημείωσε διακυμάνσεις από το 2004, αλλά η γενική τάση είναι αυξητική. Το ρίσκο κορυφώθηκε όταν το τραπεζικό χρέος της Καταλονίας έφτασε μη βιώσιμα επίπεδα, καθώς και όταν κηρύχθηκε μονομερώς η ανεξαρτησία της περιοχής μετά το αντισυνταγματικό δημοψήφισμα του Οκτωβρίου του 2017. Από την άλλη πλευρά, τα χαμηλότερα επίπεδα ρίσκου σημειώθηκαν όταν υπήρχε υψηλή οικονομική ανάπτυξη σε εθνικό επίπεδο, η οποία σταθεροποίησε τόσο το οικονομικό, όσο και το πολιτικό πεδίο.

Ο δεύτερος παράγοντας για την εκτίμηση των οικονομικών αποτελεσμάτων του αποσχιστικού κινήματος είναι η σύγκριση της τάσης ανάπτυξης του ΑΕΠ της Καταλονίας - της προσδοκώμενης δηλαδή ανάπτυξης του ΑΕΠ απουσία εξωτερικών διαταραχών - ως προς την αντιστοιχη καταγραφείσα ανάπτυξη του ΑΕΠ. Το χάσμα ανάμεσα στα δύο μεγέθη ανέρχεται σε 3,9% του ΑΕΠ της Καταλονίας, και αυξάνεται κυρίως σε περιόδους μεγάλων πολιτικών αναταραχών. Το χάσμα αυτό συνεχίζει να αυξάνεται όσο μεγαλώνει η ένταση, και καταδεικνύει ότι ο μεγαλύτερος φόβος απόσχισης αποθαρρύνει τις επενδύσεις και την καινοτομία σε μια περιοχή γνωστή για τη δυναμική εξωστρεφή της οικονομία.

Τέλος, το Civismo συγκρίνει επίσης τη συμβολή της Καταλονίας στο ΑΕΠ της Ισπανίας έναντι της αντίστοιχης συμβολής της Αυτόνομης Κοινότητας της Μαδρίτης. Ιστορικά, η Καταλονία υπήρξε επικεφαλής σε ό,τι αφορά τη συμβολή της στο ισπανικό ΑΕΠ, αλλά το σύγχρονο αποσχιστικό κίνημα έχει οδηγήσει σε τέλμα την οικονομική της ανάπτυξη, και σε μεγέθυνση τη σημασία της Μαδρίτης. Η έκθεση καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι τα τελευταία 2 χρόνια η ισορροπία της οικονομικής σημασίας έχει αλλάξει: ενώ το ποσοστό της Καταλονίας στο ισπανικό ΑΕΠ έχει παραμείνει αμετάβλητο τα τελευταία 18 χρόνια, το ποσοστό της Μαδρίτης έχει αυξηθεί κατά μιάμιση μονάδα. Το δήθεν δημοψήφισμα του 2017, η ανάληψη της διακυβέρνησης της περιοχής από την εθνική κυβέρνηση, και οι διεξαγόμενες δικαστικές έρευνες εναντίον πρώην Καταλανών ηγετών, είναι εξελίξεις που συνέβαλαν στην επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης.

Πέρα από την σχετικά αργή ανάπτυξη του ΑΕΠ, ένα απτό αποτέλεσμα της αύξησης του πολιτικού ρίσκου για την Καταλονία ήταν η ανακοίνωση 3.000 καταλανικών εταιριών ότι θα μετακινήσουν την έδρα τους μακριά από την περιοχή. Εταιρίες όπως η Sabadell, η Caixa Bank, και η εμβληματική Codorniu που μετρά 450 χρόνια ιστορίας αντέδρασαν στο δημοψήφισμα του 2017 αποχωρώντας από την οικονομική και πολιτική αναταραχή. Αυτές οι εταιρίες αντιπροσώπευαν το 5,4% της καταλανικής οικονομίας σύμφωνα με το Economy Journal, και η μετακίνησή τους επιβεβαίωσε τους φόβους πολλών, μεταξύ των οποίων και του SCC.

Μολονότι η οικονομική καταστροφή που προέβλεπαν πολλοί δεν συνέβη, είναι αλήθεια ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ έχει επιβραδυνθεί και δεν έφτασε το πλήρες της δυναμικό εξαιτίας της διαμάχης. Ακόμη, όπως επισημαίνει το Civismo, η πολιτική αστάθεια θα συνεχίσει να προκαλεί οικονομική ζημιά αν δεν επιλυθεί γρήγορα. Έτσι, η επίλυση της διαμάχης στο πλαίσιο του συντάγματος ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πολιτική αβεβαιότητα θα διασφαλίσει ότι οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων της περιοχής δεν θα επιδεινωθούν λόγω της οικονομικής τελμάτωσης.

--

Ο Daniel Iturri Calvo είναι στέλεχος του δικτύου Epicenter.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 20 Ιουνίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.