Του Marc Glendening*
Μήπως το σύστημα κοινωνικής πίστωσης της Κίνας επίκειται να εφαρμοστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο; Η απόφαση του Μπόρις Τζόνσον να υποχωρήσει στον τελευταίο, εμπνευσμένο από τη Νέα Αριστερά, ηθικό πανικό ως προς τον ρατσισμό στο ποδόσφαιρο και να υποστηρίξει το αίτημα οι άνθρωποι που προβαίνουν σε ρατσιστικές εκδηλώσεις στο διαδίκτυο να εντοπίζονται και να τους απαγορεύεται να παρακολουθούν αθλητικούς αγώνες για δέκα χρόνια, πρέπει να προβληματίσει όλους τους φιλελεύθερους.
Το σχέδιο αφορά την επέκταση των ήδη αρκετά σκοτεινών διαταγμάτων για την απαγόρευση από το ποδόσφαιρο που σήμερα αφορούν τη ρίψη αντικειμένων στον αγωνιστικό χώρο και τη συμμετοχή σε ρατσιστικά συνθήματα. Πλέον, ό,τι γράφει κανείς στο διαδίκτυο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί το δικαίωμά του να πάει σε έναν πραγματικό, ιδιωτικό χώρο όπου οι ιδιοκτήτες του σταδίου μπορεί διαφορετικά να ήταν χαρούμενοι να τον κάνουν δεκτό. Δεν είναι σαφές αν για να ενεργοποιηθεί η απαγόρευση θα αρκεί κάτι που ένας υποτίθεται ρατσιστής θα γράψει στο Twitter για τον Μάρκους Ράσφορντ ή θα πρέπει να αποδειχθεί πρώτα στο δικαστήριο “εχθροπαθής” (μια κατηγορία βεβαίως πολύ αντικειμενική και πολιτικά χρωματισμένη). Αποτελεί κακό οιωνό το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός μιλά με χαρακτηριστικά ασαφείς όρους υποστηρίζοντας ότι θέλει να σταματήσει την “αχρεία” και “κακοποιητική” συμπεριφορά” - πράγμα που μπορεί να σημαίνει σχεδόν οτιδήποτε. Το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την ασφάλεια στο διαδίκτυο (Online Safety Bill) θα δώσει σε μια κρατική ρυθμιστική αρχή την εξουσία να διατάσσει τη διαγραφή από τον κυβερνοχώρο πεποιθήσεων των οποίων η έκφραση δεν είναι καθαυτή παράνομη, αλλά η ίδια η αρχή έκρινε ότι είναι συναισθηματικά “βλαβερές” ή πραγματολογικά “παραπλανητικές”.
Το πλαίσιο εντός του οποίου προωθείται αυτό το τελευταίο αίτημα για ακόμη ένα μέτρο εναντίον των ελευθεριών του πολίτη, είναι η δυσαρέσκεια που εξέφρασαν κάποιοι οπαδοί της εθνικής ομάδας της Αγγλίας γιουχάροντας την γονυκλισία πριν τους αγώνες. Πρόκειται για μια χειρονομία από πλευράς των παικτών που κι αυτή, από μόνη της, μπορεί να χαρακτηριστεί ως έκφραση ρατσισμού: συγκεκριμένα, ως έκφραση της αναπόδεικτης υπόθεσης ότι η Βρετανία είναι “δομικά ρατσιστική”, ότι οι λευκοί είναι μια καταπιεστική, “προνομιούχα” τάξη. Αυτή η αναξιοπρεπής στάση προέρχεται από το Κίνημα Black Lives Matter στην Αμερική και έχει σχεδιαστεί ώστε να εκφράζει την κεντρική εξίσωση της Κριτικής Θεωρίας της Φυλής. Ο Keir Starmer συνέδεσε την καταδίκη του γιουχαρίσματος και εκείνων όπως η Priti Patel αρνήθηκαν να καταδικάσουν όσους εκφράστηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο με το αίτημα για την διεύρυνση της χρήσης των διαταγών απαγόρευσης από το ποδόσφαιρο. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν οι οπαδοί των ομάδων που γιουχάρουν τη γονυκλισία στους αγώνες της επερχόμενης περιόδου θα αποβάλλονται πλέον από τα στάδια, θα διώκονται και στη συνέχεια θα τους απαγορεύεται διά νόμου η παρακολούθηση αγώνων για τα επόμενα χρόνια.
Όταν πρωτοάκουσα για το πώς χρησιμοποιεί το καθεστώς της Κίνας το σύστημα κοινωνικής πίστωσης σύμφωνα με το οποίο τα άτομα βαθμολογούνται βάση της επιτηρούμενης συμπεριφοράς τους και στη συνέχεια υφίστανται ποινές όπου τους απαγορεύεται να κάνουν διάφορα πράγματα, όπως το δικαίωμα να ταξιδέψουν σε μακρινές περιοχές της χώρας και να πάρουν ένα δάνειο, καθώς και η δημόσια διαπόμπευση σε κάποιες πόλεις, υπέθεσα ότι κάποια στιγμή οι άνθρωποι στη σημερινή άκρα αριστερά θα αρχίσουν να ζητούν την εισαγωγή μιας παρόμοιας προσέγγισης κι εδώ. Η Sasha Johnson του κινήματος Black Lives Matter, γνωστή και ως η “Μαύρη Πάνθηρας της Οξφόρδης” το έκανε αυτό με το διαβόητο αίτημά της για ένα “αρχείο φυλετικών παραβατών” σύμφωνα με το οποίο θα απαγορεύεται σε άτομα που κατηγορούνται για ρατσισμό να κατέχουν συγκεκριμένες θέσεις εργασίας ή και να ζουν σε συγκεκριμένες περιοχές. Θα μοιάζει κάπως με την εσωτερική εξορία στην παλιά Σοβιετική Ένωση.
Το απίστευτο είναι πως σήμερα μια κυβέρνηση των Συντηρητικών είναι αυτή που ξεκινά αυτή τη διαδικασία, με την υποστήριξη - φυσικά - των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Πρέπει να περιμένουμε ότι το αίτημα να περιοριστεί το δικαίωμα να παρακολουθεί κανείς αγώνες θα επεκταθεί και σε άλλα πράγματα. Η Βρετανία όχι μόνο κινδυνεύει να πάρει τον δρόμο του ολοκληρωτισμού της κοινωνικής πίστωσης, αλλά και να ακολουθήσει τα βήματα του Radikalenerlass της μεταπολεμικής Δυτικής Γερμανίας όπου άτομα που θεωρούνταν κομμουνιστές ή φασίστες αποτρέπονταν από το να κατέχουν θέσεις διδασκαλίας. Στη συνέχεια, άτομα που θεωρούνται “τρανσφόβοι” ή “ισλαμοφόβοι” θα υφίστανται διάφορους περιορισμούς και ούτω καθεξής. Πρώτα ήρθαν για τα διαδικτυακά τρολ του ποδοσφαίρου, μετά για όσους γιούχαραν τη γονυκλισία...
Το ανησυχητικό από μια φιλελεύθερη οπτική είναι πως σχεδόν κανείς στη δημόσια ζωή δεν είναι προετοιμασμένος να υποστηρίξει ξεκάθαρα το δικαίωμα που έχει κάποιος να εκφράζει τις πεποιθήσεις του - ανεξαρτήτως αν αυτές είναι ηλιθιωδώς ρατσιστικές - κατά τρόπο, εξ ορισμού αυτοπροσδιοριστικό και μη επιθετικό. Θεωρείται δεδομένο ότι η έκφραση συγκεκριμένων πεποιθήσεων θα πρέπει να ξεριζωθεί από τον δημόσιο χώρο - και πλέον, και από τον κυβερνοχώρο.
Έτσι όμως οδηγούμαστε στον ολοκληρωτισμό. Από την στιγμή που ένα είδος πεποιθήσεων τεθεί εκτός νόμου, τότε η αρχή της ελευθερίας του λόγου κινδυνεύει συνολικά. Από τη στιγμή που οριστεί πως κάποιοι ποδοσφαιριστές της Premier League έχουν το δικαίωμα να μην προσβάλλονται, πού θα σταματήσει αυτό; Μήπως ένα αντίστοιχο δικαίωμα ανήκει και στους συντηρητικούς και τους υποστηρικτές του κράτους του Ισραήλ; Έχω εγώ το δικαίωμα ως λευκός να μην δαιμονοποιούμαι από όσους εκφράζουν την Κριτική Θεωρία της Φυλής; Η λογική της ατζέντας ελέγχου της κουλτούρας της Νέας Αριστεράς είναι πως αυτοί θα πρέπει να είναι εκείνοι που θα αποφασίζουν ποιος δικαιούται διά να ομιλεί καθώς η πολιτική και ό,τι εκφράζεται στην κοινωνία είναι, όπως πιστεύουν, ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος μεταξύ ομάδων που καταπιέζουν και ομάδων που καταπιέζονται. Αυτή - δεν χρειάζεται να το πούμε - είναι μια πολύ επικίνδυνη ιδεολογία, και όσοι εκτιμούν πραγματικά τις αναγκαίες προϋποθέσεις μιας πλουραλιστικής δημοκρατίας πρέπει να αρχίσουν να υπερασπίζονται το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης εκείνων με τους οποίους διαφωνούν βαθιά ή και ακόμη τους απεχθάνονται. Σε μια ελεύθερη κοινωνία, οι ρατσιστές πρέπει να έχουν το ίδιο δικαίωμα ομιλίας με τους αντιρατσιστές, οι μαρξιστές με τους φιλελευθέρους, οι αντιδημοκράτες με τους δημοκράτες.
--
*Ο Marc Glendening είναι επικεφαλής Πολιτιστικών Ζητημάτων στο Institute of Economic Affairs.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 19 Ιουλίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.