«Όπου καίγονται βιβλία», έγραφε ο Γερμανός δημοσιογράφος και ποιητής Χάινριχ Χάινε, «στο τέλος θα καούν και άνθρωποι».
Έγραψε αυτές τις λέξεις το 1823, λίγο περισσότερο από έναν αιώνα πριν οι Ναζί κάψουν τόσο βιβλία όσο και ανθρώπους, γεγονός που κάνει τον Χάινε έναν οξυδερκή παρατηρητή του παρελθόντος και προφήτη μελλοντικών συμβάντων. Ο πόλεμος εναντίον ιδεών δεν απέχει πολύ από τον πόλεμο εναντίον ανθρώπων, καθώς οι ιδέες δεν υπάρχουν πέρα από τα μυαλά των ανθρώπων. Τις καταγράφουμε, τις εκφράζουμε μιλώντας, σχηματίζουμε οργανισμούς για τη διάδοσή τους. Εντέλει, οι ιδέες είναι το βασικό συστατικό της συνταγής της ανθρωπότητας, ένα λαμπρό χαρακτηριστικό που μας διακρίνει τόσο από τα ανώτερα ζώα, όσο και από τα κατώτερα. Όσοι επιδιώκουν να σκοτώσουν ιδέες - αντί να αντιπαρατεθούν μαζί τους σε διάλογο, να τις προαγάγουν ή να τις καταρρίψουν - είναι δολοφόνοι της ανθρωπότητας.
Οι επίδοξοι δολοφόνοι των ιδεών εμφανίζονται σχεδόν παντού αυτές τις μέρες - ένα θλιβερό γεγονός που με παρακινεί να παραθέσω από έναν ακόμη συγγραφέα, επιστημονικής φαντασίας αυτή τη φορά, τον Ρέι Μπράνμπερι. Στο κλασικό δυστοπικό του μυθιστόρημα Fahrenheit 451, έγραφε: «Υπάρχουν περισσότεροι του ενός τρόποι να κάψεις ένα βιβλίο. Και ο κόσμος είναι γεμάτος από ανθρώπους που κυκλοφορούν με αναμμένα σπίρτα».
Ένα πολύ πρόσφατο και πολύ αποκρουστικό παράδειγμα έρχεται από το London School of Economics (LSE) στην Αγγλία. Αφορά μια μαρξιστική φοιτητική ομάδα που ονομάζεται LSE Class War. Σε ένα μανιφέστο που δημοσίευσε στις αρχές του Ιουλίου, η ηγεσία της απαίτησε τη διάλυση - την ευθεία κατάργηση - μιας άλλης φοιτητικής ομάδας που λέγεται Όμιλος Χάγιεκ (Hayek Society). Το «έγκλημα» της τελευταίας είναι ότι προάγει τη συζήτηση των ιδεών του διάσημου εμπνευστή της, του νομπελίστα οικονομολόγου και φιλοσόφου Φρίντριχ Χάγιεκ (1899-1992).
Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι η LSE Class War δύσκολα θα μπορούσε να βρει κάποιον άλλο άνθρωπο, νεκρό ή ζωντανό, με μεγαλύτερη δέσμευση στην ελεύθερη έκφραση των ιδεών από τον Φρίντριχ Χάγιεκ, ο οποίος προειδοποίησε εναντίον της μη ανεκτικότητας και της λογοκρισίας σε διάφορες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένου και του διάσημου βιβλίου του Ο δρόμος προς τη δουλεία το 1944. Ο Χάγιεκ δίδαξε για 20 χρόνια στο London School of Economics, στο ίδιο ίδρυμα όπου αυτοί οι αναδυόμενοι ολοκληρωτιστές θέλουν να υπαγορεύσουν ποιες ιδέες μπορούν να ακούγονται και ποιες όχι. Ο Χάγιεκ ήταν υπέρμαχος της ελεύθερης κοινωνίας και ένας από τους σημαντικότερους οικονομικούς στοχαστές του 20ου αιώνα.
Αναρωτιέμαι πόσοι διανοητικοί εμπρηστές του LSE Class War έχουν διαβάσει έστω και ένα από τα πολυάριθμα βιβλία και άρθρα του Χάγιεκ που θέλουν τώρα μεταφορικά, αν όχι και κυριολεκτικά, να πυρπολήσουν. Αν είχαν διαβάσει έστω και ένα μικρό κομμάτι τους, θα ήξεραν ότι με τη συμπεριφορά τους, αποδεικνύουν ένα κεντρικό επιχείρημα του Χάγιεκ: ότι οι άνθρωποι που θέλουν να διευθύνουν την κοινωνία, αναπόφευκτα επιδιώκουν να ελέγχουν και τα μυαλά των ανθρώπων.
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του Ομίλου Χάγιεκ και θα μάθετε γιατί αυτή η φοιτητική ομάδα δεν γίνεται ανεκτή από την άλλη. Προάγει «τον κλασικό και ελευθεριακό φιλελευθερισμό και τα οικονομικά της ελεύθερης αγοράς μεταξύ των φοιτητών του LSE». Διοργανώνει εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένων και συζητήσεων στο πνεύμα της υποστήριξης των βασικών ελευθεριών από τον Χάγιεκ. Με άλλα λόγια, οι ιδέες του Ομίλου Χάγιεκ είναι για το LSE Class War ό,τι και ένας σταυρός για τον Δράκουλα. Έτσι, στο όνομα «του λαού», «της εργατικής τάξης», των «περιθωριοποιημένων μειονοτήτων» και άλλων οντοτήτων υπέρ των οποίων το LSE Class War ξεκαρδιστικά υποτίθεται ότι ομιλεί, θέλει να φιμώσει και να καταργήσει τον Όμιλο Χάγιεκ. Κατ’ αναλογία, θέλει να σβήσει τον Χάγιεκ και τις ιδέες του από τον δημόσιο διάλογο. Πρόκειται ουσιαστικά για πυρπολητές βιβλίων.
Ο Γιόζεφ Γκέμπελς θα χειροκροτεί από τον τάφο του.
Ο Χάγιεκ έδωσε τις πρώτες τέσσερις διαλέξεις του στο LSE στις αρχές του 1931 με ενθουσιώδη υποδοχή. Σύντομα, του προσφέρθηκε μια πλήρης καθηγητική έδρα. Σύμφωνα με τους συγγραφείς Robert Batemarco, Stephen Kresge και Lief Wenar στο Hayek on Hayek: An Autobiographical Dialogue:
«Η πιο διανοητικά γόνιμη περίοδος της ζωής του ήταν το κομμάτι εκείνο της δεκαετίας του 1930 που πέρασε στο LSE. Εκεί ήταν που το έργο του για τους οικονομικούς κύκλους των οδήγησε στο πνευματικό προσκήνιο ως τον κύριο κριτικό του Τζων Μέιναρντ Κέινς. Όταν ο Χάγιεκ αντέδρασε στην εθιμική προσπάθεια του Κέινς να ισοπεδώνει ως οδοστρωτήρας νεότερους απ’ αυτόν συναδέλφους του, αντιμετωπίζοντάς τον με σοβαρά επιχειρήματα σε κάθε στροφή, κέρδισε τον σεβασμό του διανοητικού του αντιπάλου».
Κατά τη θητεία του στο LSE, ο Χάγιεκ επεξεργάστηκε περαιτέρω τις ιδέες του μέντορά του, του Αυστριακού οικονομολόγου Λούντβιχ φον Μίζες και διατύπωσε την πρωτοπόρα συνεισφορά του στη θεωρία του οικονομικού κύκλου. Συχνά συζητούσε κριτικά τις ιδέες του Τζων Μέιναρντ Κέινς από το Κέιμπριτζ προφορικά και γραπτά, επισημαίνοντας τα σφάλματα στις αφετηριακές υποθέσεις του Κέυνς ενώ ο τελευταίος απεύφευγε την κριτική και ασχολούταν με κάτι άλλο. Ποτέ ο Χάγιεκ ούτε καν υπονόησε ότι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να αντιμετωπίσει τον Κέινς είναι να τον φιμώσει, να κάψει τα βιβλία του ή να απαγορεύσει την οργάνωση των συνεχιστών του.
«Όσο περισσότερο "σχεδιάζει" το κράτος, τόσο πιο δύσκολος γίνεται ο σχεδιασμός για το άτομο», έγραψε ο Χάγιεκ στον Δρόμο προς τη Δουλεία. Αυτό το βιβλίο ήταν προϊόν των ύστερων ημερών του στο LSE. Στον εξαίρετο τόμο Friedrich Hayek: A Biography προς τιμήν του μεγάλου οικονομολόγου, ο Alan Ebenstein εξηγεί:
«Στο κλασικό του έργο Ο Δρόμος προς τη Δουλεία του 1944, που έγραψε στο Κέιμπριτζ όπου είχε μετεγκατασταθεί το London School of Economics and Political Science κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Χάγιεκ επεξέτεινε το επιχείρημα της εγγενούς οικονομικής αντιπαραγωγικότητας που χαρακτηρίζει ένα κλασικό σοσιαλιστικό καθεστώς στο πεδίο της πολιτικής ελευθερίας. Υποστήριξε ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι μόνο αντιπαραγωγικός, αλλά και εγγενώς ανελεύθερος. Η προσωπική ελευθερία δεν μπορεί να υπάρξει εκεί όπου το άτομο δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα πιόνι στον σχεδιασμό ενός ιθύνοντος νου».
Για τους ανθρώπους του LSE Class War, το γεγονός ότι ο Χάγιεκ υποστήριξε την ελεύθερη κοινωνία έναντι της σοσιαλιστικής είναι ένα αμάρτημα που δεν μπορεί ούτε να συγχωρεθεί ούτε να γίνεται ανεκτό. Η απαράδεκτη αυτή οπτική τους αποκαλύπτει τη διανοητική τους ανασφάλεια. Θα επρόκειτο για κάτι το αστείο μόνο που αν αυτά τα άτομα αποκτήσουν ποτέ πολιτική εξουσία, θα ασκήσουν πρόθυμα καταπίεση. Αυτό κάνουν οι μαρξιστές όταν τα σκαριφήματά τους γίνονται νόμος.
Για να διασκεδάσω λίγο αυτό το κατά τα άλλα πολύ δυσάρεστο θέμα, ζήτησα από τους συναδέλφους μου στο FEE να σκεφτούν λακωνικές αναλογίες. Τους ρώτησα με τι μοιάζει η απαγόρευση του Χάγιεκ από το LSE. Να μια λίστα κάποιων από τις απαντήσεις. Η απαγόρευση του Χάγιεκ από το LSE μοιάζει με…«την απαγόρευση του Ισαάκ Νεύτωνα από τη Royal Society, του Ντάμπλντορ από το Χόγκουαρτς, του Γιόντα από τους Τζεντάι, του Μπρους Λη από τις πολεμικές τέχνες, των Ρόλινγκ Στόουνς από το Rock ‘n Roll Hall of Fame, του Τόνι Χωκ από τα πάρκα για σκέητ».
Το τελευταίο δυσκολεύτηκα να το καταλάβω γιατί ποτέ δεν ασχολήθηκε με το σκέητμπορντ. Δεν είχα ακουστά τον Τόνι Χωκ, αλλά ήδη ξέρω περισσότερα γι’ αυτόν απ’ ό,τι οι άνθρωποι του LSE Class War ξέρουν για τον Χάγιεκ και τις οικονομικές του ιδέες.
Ο Lawrence W. Reed είναι επίτιμος πρόεδρος του Foundation for Economic Education και συγγραφέας των βιβλίων Real Heroes: Inspiring True Stories of Courage, Character and Conviction και Excuse Me, Professor: Challenging the Myths of Progressivism.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 28 Ιουλίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.