Η Ευρώπη και ίσως ολόκληρος ο κόσμος, ξύπνησαν σε μια διαφορετική πραγματικότητα στις 24 Φεβρουαρίου του 2022. Σοκαρισμένοι, θυμωμένοι, φοβισμένοι, αγχωμένοι, αγανακτισμένοι - μπορούμε πιθανώς να βρούμε πολλές λέξεις για να περιγράψουμε τα κυρίαρχα και αρχέγονα συναισθήματα των ανθρώπων. Αλλά υπήρχε μια πολύ ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή: αν κάποιος υποστήριζε ή όχι την Ουκρανία που έπεσε θύμα της βάρβαρης και εγκληματικής ρωσικής εισβολής.
Αυτό ήταν ένα σημείο καμπής για πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένης και της αλλαγής ταυτότητας για πολλούς ρωσόφωνους Λετονούς.
Για πρώτη φορά στην ιστορία των ερευνών κοινής γνώμης στη Λετονία, ο ρωσόφωνος πληθυσμός υποστήριξε έναν δυτικό προσανατολισμό στις εξωτερικές υποθέσεις της χώρας έναντι της Ρωσίας: το 41% των ρωσόφωνων ερωτηθέντων της έρευνας του κέντρου SKDS δήλωσαν, ότι προτιμούν τη βαθύτερη ενσωμάτωση της χώρας στο πλαίσιο της ΕΕ (το ποσοστό σχεδόν διπλασιάστηκε από μόλις 23% το 2019) έναντι του 33% των ρωσόφωνων ερωτηθέντων δήλωσαν ότι προτιμούν βαθύτερους δεσμούς με τη Ρωσία (το αποτέλεσμα αυτό συρρικνώθηκε από 55% το 2019).
Αυτές οι αλλαγές είναι εξαιρετικά σημαντικές - είναι μάλιστα ιστορικές. Μπορούμε να δούμε πώς ο πόλεμος διαμόρφωσε τις απόψεις και τις φιλοδοξίες πολλών ρωσόφωνων. Ταυτόχρονα, δεν μιλάμε για την απόλυτη πλειοψηφία. Υπάρχει ακόμη μια αρκετά μεγάλη ομάδα ανθρώπων που έπεσαν θύματα της ρωσικής προπαγάνδας, κάτι που είναι αρκετά ανησυχητικό. Ωστόσο, αυτή η σαφής ιστορική αλλαγή απόψεων είναι μια προοπτική που μπορεί να γεννήσει αισιοδοξία.
Ακόμη μια ιστορική αλλαγή για τη ρωσόφωνη μειονότητα στη Λετονία είναι η αλλαγή της αντίληψής τους για τη Ρωσία.
«Η μισή ρωσόφωνη μειονότητα πιστεύει ότι η Ρωσία αποτελεί στρατιωτική απειλή για την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό αντιστοιχεί σε μια αύξηση σχεδόν 15% σε σχέση με το 2022. Ωστόσο, αυτό το ποσοστό δεν πλησιάζει καν το 79% της λετονικής πλειοψηφίας που βλέπει τη Ρωσία ως απειλή. Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ρωσόφωνη μειονότητα όταν ρωτήθηκε για την απειλή που προέρχεται από τη ρωσική παραπληροφόρηση ή προπαγάνδα, μόνο σε ποσοστό 40% αισθάνεται ότι απειλείται, ποσοστό που εξακολουθεί να συνιστά μια αύξηση 10% σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα πριν από ένα χρόνο».
Βλέπουμε ότι υπάρχουν τμήματα της ρωσόφωνης μειονότητας που αλλάζουν τις απόψεις τους για τη Ρωσία και τη Δύση αξιολογώντας τις δικές τους ταυτότητες και πολιτιστικούς δεσμούς. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη δυναμική και να απευθυνθούμε σε αυτήν την ομάδα εντός της μεινότητας, διαφορετικά, αν συνεχίσουμε να παρατηρούμε μόνο το μέρος που υποστηρίζει το καθεστώς Πούτιν, κινδυνεύουμε να γυρίσουμε αυτή θετική παλίρροια προς τα πίσω.
Μια διαφορετική έρευνα από τον Ιούνιο του 2023 δείχνει ότι, στην ερώτηση που αφορά ευθέως τη δήλωση ότι η Ρωσία διέπραξε επιθετική ενέργεια εναντίον ενός ανεξάρτητου κράτους, το 85% των Λετονών συμφωνεί, το 6% πιστεύει ότι η Ρωσία αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και το 9% παραδέχεται ότι είναι δύσκολο να απαντήσει. Μεταξύ των ρωσόφωνων ερωτηθέντων, μόνο το 34% συμφώνησε με αυτή τη δήλωση, το 38% πίστευε ότι η Ρωσία υπερασπιζόταν τα συμφέροντά της και το 28% παραδέχτηκε ότι είναι δύσκολο να απαντήσει.
Ενώ στην προηγούμενη δημοσκόπηση όταν ζητήθηκε από τους ερωτηθέντες να αναλογιστούν το πεπρωμένο και την αναπτυξιακή πορεία της χώρας τους και ο φορέας που προτίμησαν ήταν η ΕΕ και η Δύση γενικότερα, σε ό,τι αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, βλέπουμε μια διαφορετική εικόνα. Οι ρωσόφωνοι επανέλαβαν τα κύρια σημεία της αφήγησης της ρωσικής προπαγάνδας, δηλώνοντας ότι η Ρωσία αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό της ως προς το ΝΑΤΟ.
Επομένως, κατά τη γνώμη τους, αυτό σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ προκάλεσε τον πόλεμο. Υπάρχει ακόμη ένα σημαντικό μήνυμα σε αυτές τις απαντήσεις: το γεγονός ότι το 28% των ρωσόφωνων αρνήθηκαν να απαντήσουν στην ερώτηση και αντ' αυτού στράφηκαν προς την επιλογή «είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς», που θα μπορούσε εύλογα να σημαίνει ότι υποστηρίζουν τη θέση της Ρωσίας αλλά φοβούνται να το πουν δυνατά.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι οι ρωσόφωνοι στη Λετονία δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα ή κοινότητα. Είναι εξαιρετικά ποικιλόμορφοι και εκφράζουν απόψεις του ευρύτερου πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού φάσματος. Για παράδειγμα, αν δούμε τα αποτελέσματα των ίδιων ερωτήσεων χωρισμένα ανά ηλικιακές ομάδες, βλέπουμε μια έντονη διαφορά – το 48% των ρωσόφωνων που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 18-30 υποστηρίζει τη δήλωση ότι η Ρωσία διέπραξε επιθετική ενέργεια κατά της Ουκρανίας σε σύγκριση με το μόλις 29% της ηλικιακής ομάδας 51-75 ετών.
Η νεότερη γενιά των ρωσόφωνων είναι καλύτερα ενσωματωμένη στη λετονική κοινωνία. Οι ταυτότητές τους είναι ακόμα μικτές, αλλά έχουν λιγότερους συναισθηματικούς δεσμούς με τη Ρωσία, τον πολιτισμό της και την αφήγησή της. Αν και η Λετονία δεν είχε μια συνεκτική πολιτική ένταξης τις τελευταίες δεκαετίες, η νεότερη γενιά συνδέεται στενότερα με μια ευρύτερη ευρωπαϊκή ταυτότητα μέσω της λαϊκής κουλτούρας (ταινίες, μουσική, μέσα κοινωνικής δικτύωσης), καθώς και μέσω διάφορων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων ανταλλαγών.
Μια πιο πρόσφατη μελέτη από τον Ιούλιο του 2023 διαπίστωσε ότι οι νεότερες γενιές της ρωσόφωνης μειονότητας στη Λετονία είναι πράγματι πιο πρόθυμες να δουν την ΕΕ ως ευκαιρία, δεν θεωρούν το ΝΑΤΟ ως απειλή ούτε για τους εαυτούς τους ούτε για τη Ρωσία, και βλέπουν το σημερινό ρωσικό κράτος μια ως δύναμη καταστροφής που κάποια στιγμή θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τη Λετονία. Φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι το ρωσικό τους υπόβαθρο δεν συνεπάγεται αιώνια πίστη στη Ρωσία, αλλά είναι απλώς ένας πολιτιστικός δεσμός που δεν τους εμποδίζει να είναι Λετονοί.
Από την αρχή της ολομέτωπης εισβολής στην Ουκρανία, μπορούμε να δούμε νέες και σημαντικές αλλαγές να συμβαίνουν μεταξύ των ρωσόφωνων της Λετονίας. Το πολεμικό σοκ ανάγκασε πολλούς να επανεκτιμήσουν τις απόψεις τους για τη διχοτόμηση Ανατολής/Δύσης, για το είδος του μέλλοντος που θέλουν για τους εαυτούς τους και τη χώρα τους και για την κατανόηση και αποδοχή του δύσκολου παρελθόντος της Λετονίας.
Εξακολουθούμε να μην μιλάμε για την πλειονότητα των ρωσόφωνων, αλλά είναι σημαντικό να δούμε τη νέα τάση και να κατανοήσουμε αυτή τη δυναμική. Για τη στρατηγική και μακροπρόθεσμη ασφάλεια τόσο της Λετονίας όσο και της ΕΕ (η Λετονία βρίσκεται στα ανατολικά της σύνορα) είναι σημαντικό να αδράξουμε την ευκαιρία της συγκυρίας και να απευθυνθούμε στους ρωσόφωνους στο πλαίσιο μιας στρατηγικής επικοινωνίας για να τους βοηθήσουμε να διακόψουν τους δεσμούς με τον λεγόμενο «ρωσικό κόσμο» – τη πληροφοριακή και πολιτιστική φούσκα που δημιουργήθηκε από τη ρωσική προπαγάνδα. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι πιθανοί προβοκάτορες, Ρώσοι πράκτορες, ακόμη και προδότες, ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες του νόμου.
Αυτές θα μπορούσαν να είναι μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά όχι μια συλλογική ενοχή μιας εθνικής ομάδας που συχνά δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη Ρωσία εκτός από τη γλώσσα. Είναι επιτακτική ανάγκη να τονίσουμε ότι εκείνοι που συμμερίζονται τις αξίες του συντάγματος της Λετονίας και τις ευρωπαϊκές αξίες ανήκουν στον λαό μας παρά την εθνικότητά τους. Δεν είναι πολλοί οι Λετονοί πολιτικοί που έχουν κάνει τέτοιες δηλώσεις. Αντίθετα, βλέπουμε μια αλυσίδα περιοριστικών πολιτικών που πολώνουν περαιτέρω την κοινωνία.
Το άρθρο είναι απόσπασμα ενός εκτενέστερου άρθρου με τίτλο “New Europeans in the Making?”’ της Jelena Jesajana, που δημοσιεύθηκε στο Hodun, M., Cappelletti, F. (2023). Putin’s Europe. Russian Influence in European Democracy. Brussels: ELF.
* H Jelena Jesajana είναι στέλεχος του λετονικού Nākotnes Forums Foundation
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 8 Ιανουαρίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.