Γράφει ο Len Shackleton
Η σχετική μας αδυναμία σε σχέση με την τρομερή σύγκρουση στην Ουκρανία οδηγεί πολιτικούς και ακτιβιστές – διαδικτυακά και εκτός διαδικτύου – να επιχειρούν συμβολικές χειρονομίες που πετυχαίνουν πολύ λίγα ακόμα και αν κάνουν μερικούς ανθρώπους να αισθάνονται κάπως καλύτερα. Ο κίνδυνος είναι ότι ορισμένες από αυτές τις χειρονομίες μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες συνέπειες τις οποίες αυτοί οι άνθρωποι δεν αναλογίζονται.
Μερικές από αυτές είναι απλώς άσκοπες και δεν μπορούν να έχουν κανένα αποτέλεσμα παρά μόνο στο μυαλό αυτών που τις πραγματοποιούν. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η δράση της Φιλαρμονικής του Κάρντιφ να αφαιρέσει τον από καιρό νεκρό Ρώσο συνθέτη Τσαϊκόφσκι από τον κατάλογο των έργων που εκτελεί - μόνο ένα βήμα παραπάνω από τον άνθρωπο που αφαίρεσε κάθε μπουκάλι βότκας από ένα σούπερ μάρκετ στο Basildon τις προάλλες.
Άλλες τέτοιες χειρονομίες έχουν πραγματικό αντίκτυπο, αλλά όχι απαραίτητα σε εκείνους στους οποίους θα θέλαμε να επιβάλουμε κυρώσεις. Για παράδειγμα, η πίεση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης οδήγησε τα McDonald's να τερματήσουν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία. Αυτό θα πλήξει τους λάτρεις του πρόχειρου φαγητού της Ρωσίας, τους 62.000 υπαλλήλους που απασχολούνται στα 850 ρωσικά καταστήματα, και τους μετόχους της McDonald's. Θα πλήξει όμως τους Ρώσους στρατηγούς και τον Βλαντιμίρ Πούτιν; Πιθανότατα όχι. Αμφιβάλλω αν ο Ρώσος δικτάτορας έχει δοκιμάσει ποτέ έστω και ένα Big Mac, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι αυτό θα έπαιρνε την έγκριση της ομάδας των δοκιμαστών του φαγητού του.
Η οικονομική βιβλιογραφία είναι σαφής ότι οι κυρώσεις αυτού του είδους έχουν μικρό αντίκτυπο και συνήθως καταλήγουν να βλάπτουν δυσανάλογα τους φτωχότερους ανθρώπους. Αν αυτό τους οδηγούσε να ξεσηκωθούν ενάντια στους καταπιεστικούς ηγεμόνες τους, θα είχε νόημα. Αλλά ένα τέτοιο αποτέλεσμα έχει συμβεί σπάνια, έως ποτέ. Η πιθανότητα η αφαίρεση δυτικών αγαθών και υπηρεσιών από τους καταναλωτές της Ρωσίας να οδηγήσει στην απομάκρυνση του Πούτιν είναι σίγουρα εξαιρετικά μικρή. Θα μπορούσε μάλιστα αυτό να γυρίσει ανάποδα εάν η κρατική προπαγάνδα το χρησιμοποιήσει για να πείσει τους πολίτες ότι η Δύση είναι μόνιμα εχθρική προς τον ρωσικό λαό. Μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να μην είναι καλό.
Τι γίνεται λοιπόν με τις κυρώσεις σε μεμονωμένους «ολιγάρχες» (ένας όρος πολύ ασαφής ); Αυτές φαίνεται πως είναι δημοφιλείς, και η μόνη αντίθεση ως προς τις ενέργειες της βρετανικής κυβέρνησης κατά ατόμων, που ενισχύθηκε από το νομοσχέδιο για το Οικονομικό Έγκλημα αυτής της εβδομάδας, ήρθε από πολιτικούς της αντιπολίτευσης και ορισμένους Συντηρητικούς, που απαιτούσαν ακόμη αυστηρότερους κανόνες.
Αλλά θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με αυτό. Μπορεί να ανήκω σε μια μικρή μειονότητα, αλλά δεν είμαι ιδιαίτερα χαρούμενους που η βρετανική κυβέρνηση μπορεί να επιβάλλει δεσμεύσεις σε περιουσιακά στοιχεία ατόμων χωρίς να χρειάζεται να προσφύγει σε δικαστήριο. Πόσο μάλλον, όπως ανεύθυνα έχει προτείνει ο Ντόμινικ Ράαμπ, να δεσμεύει αυθαίρετα σπίτια για να στεγάσει πρόσφυγες. Εάν κάποια ομάδα «άμεσης δράσης» προχωρήσει και κάνει ακριβώς αυτό, μήπως η αστυνομία απλώς θα γνεύσει ενθαρρυντικά;
Τα δικαιώματα ιδιοκτησίας αποτελούν ουσιώδες μέρος της ζωής σε μια ελεύθερη κοινωνία, και το να τα παρακάμψει η κυβέρνηση χωρίς ξεκάθαρες αποδείξεις αδικοπραγίας δημιουργεί ένα τρομερό προηγούμενο.
Η περίπτωση του Ρομάν Αμπράμοβιτς είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Δεν στεναχωριέμαι για τον συγκεκριμένο άνθρωπο, αλλά δεν φαίνεται αυτός να έχει κάνει κάτι το κακό σε αυτή τη χώρα. Αρχικά δεν συγκαταλεγόταν μεταξύ των ατόμων που επρόκειτο να τους επιβληθούν κυρώσεις, πιθανότατα επειδή η κυβέρνηση είχε ελάχιστα ή καθόλου στοιχεία εναντίον του. Ωστόσο, είδαμε τον Sir Keir Starmer, έναν πρώην Διευθυντή Εισαγγελιών που πραγματικά θα έπρεπε να γνωρίζει καλύτερα, να ζητά να παγώσουν τα περιουσιακά στοιχεία του Αμπράμοβιτς χωρίς να διαθέτει στοιχεία που να είναι λίγο καλύτερα από τις φήμες. Η κυβέρνηση, όπως ήταν αναμενόμενο, υποχώρησε σήμερα.
Ως συνήθως, οι κυρώσεις έπληξαν άλλους ανθρώπους: αυτή τη φορά, το πιο γνωστό περιουσιακό στοιχείο του Αμπράμοβιτς, η ποδοσφαιρική ομάδα της Chelsea είναι η παράπλευρη ζημιά. Ο σύλλογος δεν μπορεί να πουλήσει εισιτήρια ή εμπορεύματα. Η κυβέρνηση χρειάστηκε να εφεύρει μια «ειδική άδεια» για να επιτρέψει τη διεξαγωγή αγώνων και την παρακολούθησή τους από τους υπάρχοντες κατόχους εισιτηρίων. Οι παίκτες δεν μπορούν να αγοραστούν ή να πουληθούν ή πιθανότατα να αποσταλούν δανεικοί για ένα αόριστο χρονικό διάστημα. Δεν θα υπάρχουν εκτός έδρας οπαδοί που θα παρακολουθήσουν αγώνες στο άμεσο μέλλον.
Αυτά είναι σχετικά ασήμαντα θέματα, αλλά δείχνουν τι συμβαίνει όταν κυριαρχεί η πολιτική με χειρονομίες, όπως συμβαίνει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συχνά αυτές τις μέρες της στιγμιαίας οργής και των απαιτήσεων προς τους πολιτικούς να ενεργούν χωρίς σκέψη για μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Βλέποντας την ευκολία με την οποία η κυβέρνησή μας μπορεί τώρα να παρακάμπτει τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, πολλά άτομα και ξένες εταιρείες που εδρεύουν στο εξωτερικό θα σκεφτούν δύο φορές την αγορά ακινήτων ή τη δημιουργία επιχειρήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Γιατί αν η οργή των πολιτικών στρέφεται αυτή τη στιγμή εναντίον της Ρωσίας, την επόμενη φορά αποδέκτης θα μπορούσε να είναι η Σαουδική Αραβία ή η Κίνα. Ή, σε μια κυβέρνηση Εργατικών, μπορεί αποδέκτης να είναι το Ισραήλ ή ακόμα οι ΗΠΑ ενός δεύτερου Ντόναλντ Τραμπ.
Φυσικά, ορισμένοι ξένοι επενδυτές είναι ύποπτοι, όπως και ορισμένοι εγχώριοι επιχειρηματίες είναι λιγότερο από καθαροί. Θέλουμε όμως πραγματικά το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο τις τελευταίες δεκαετίες έχει κερδίσει τόσα πολλά από τις εισροές ξένων επενδύσεων (και των συναφών εμπορικών συναλλαγών), να θεωρείται απαγορευμένη περιοχή στο μέλλον;
Ίσως, θα έπρεπε να επικεντρωθούμε σε μέτρα που θα μπορούσαν πραγματικά να βοηθήσουν τους μαχόμενους Ουκρανούς, όπως η προμήθεια όπλων, η επανεγκατάσταση προσφύγων και η διακοπή της αγοράς ρωσικού φυσικού αερίου, αντί για διάσπατες κυρώσεις που επιτυγχάνουν ελάχιστα αλλά βλάπτουν μακροχρόνια βρετανικές αξίες, όπως η ασφάλεια της ιδιοκτησίας και η νομοκρατία ενώ παράλληλα επιβάλλουν ένα μακροπρόθεσμο κόστος στην οικονομία μας.
--
Ο Len Shackleton είναι μέλος της εκδοτικής και ερευνητικής ομάδας του Institute of Economic Affairs και καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μπάκινγκχαμ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 10 Μαρτίου 2022 και παρουσιάζεται στα αγγλικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs (IEA) και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.