Λέγεται ότι ο καλός Πρόεδρος Μπάιντεν ακύρωσε μια αεροπορική επίθεση στη Συρία όταν τελευταία στιγμή έμαθε ότι μια γυναίκα με τα παιδιά της ήταν κοντά στο σημείο που επρόκειτο να βομβαρδιστεί (Gordon Lubold κ.α., “Biden Called Off Strike on a Second Military Target in Syria Last Week,” Wall Street Journal, 4 Μαρτίου 2021) ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτό που συνέβη στην ταινία Eye in the Sky. Υποθέτω ότι στην προσωπική του ζωή ο Τζο Μπάιντεν είναι ένας καλός άνθρωπος. Όμως έχει κάποιες προοπτικές, όπως δείχνει η μέχρι τώρα πολιτική του ζωή, να αποδειχθεί τέρας στην πολιτική. Όπως υποστηρίζει ο Jason Brennan στο Against Democracy (Princeton University Press, 2016) «η πολιτική μας κάνει χειρότερους ανθρώπους».
Υπάρχουν όμως δύο μαθήματα από την ακύρωση της επίθεσης στη Συρία που ίσως είναι λιγότερο άμεσα προφανή.
Το πρώτο είναι ότι οι απλοί άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν ότι ο ηγέτης τους είναι καλός. “Αν ο βασιλιάς (ή το Κόμμα) ήξερε τις συμβαίνει, θα το σταματούσε”. Ο Μπάιντεν δεν το επέτρεψε να συμβεί γιατί είναι ένας καλός ηγέτης. Αυτό μπορεί να θυμίζει σε κάποιον - ή τουλάχιστον σε έναν δύσπιστο Γάλλο - το γαλλικό παιδικό τραγούδι “Le bon roi Dagobert” («Ο καλός βασιλιάς Δαγοβέρτος»), που αναφέρεται σε έναν μονάρχη του 7ου αιώνα. Έχει ενδιαφέρον πάντως ότι το τραγούδι φτιάχτηκε για να ειρωνευτεί τους βασιλείς λίγες δεκαετίες πριν τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, δηλαδή πριν οι Γάλλοι να αντικαταστήσουν έναν αδύναμο βασιλιά με μια σειρά από ισχυρούς δικτάτορες - όπως συνήθως συμβαίνει στις επαναστάσεις.
Η εμπιστοσύνη προς τους ηγέτες είναι μια παλιά συνήθεια της ανθρωπότητας, πιθανότατα βαθιά εγγεγραμμένη στους εγκεφάλους μας από την εξέλιξη, όπως ακριβώς σύμφωνα με τον νομπελίστα οικονομολόγο Φρίντριχ Χάγιεκ είναι και τα φυλετικά μας ένστικτα. Υπό αυτή την οπτική, η “Μεγάλη Κοινωνία” (για να χρησιμοποιήσω εδώ τη διατύπωση του Χάγιεκ) προϋποθέτει ότι θα απορρίψουμε τα φυλετικά μας ένστικτα προς όφελος μιας αφηρημένης και απρόσωπης τάξης που βασίζεται στην ατομική ελευθερία.
Παρά τα γεγονότα του 1789, μπορούμε να δούμε τον Διαφωτισμό - συμπεριλαμβανομένου του Σκωτσέζικου Διαφωτισμού του Ντέιβιντ Χιουμ και Άνταμ Σμιθ - ως ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της Μεγάλης Κοινωνίας του Χάγιεκ. Η Αμερικανική Επανάσταση ήταν ένα ακόμη τέτοιο βήμα. Μπορεί όμως η ανθρωπότητα να σταματήσει να εμπιστεύεται τους υποτίθεται καλοκάγαθους ηγέτες της; Πρόκειται για ένα κομβικό ερώτημα, με ιδιαίτερα επιτακτικό χαρακτήρα στην προβληματική μας εποχή. Ο νομπελίστας Τζέημς Μπιουκάναν του οποίου το έργο για την “συνταγματική πολιτική οικονομία” αφιερώθηκε στο φιλελεύθερο ιδανικό αν και από διαφορετική οπτική από εκείνη του Χάγιεκ, κατέληξε να συμμερίζεται την απαισιοδοξία του τελευταίου. Σε ένα άρθρο του στο επιστημονικό περιοδικό Public Choice που δημοσιεύθηκε λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, ο Μπιουκάναν έγραφε:
“Η δίψα ή η επιθυμία για ελευθερία, και για ευθύνη, πιθανώς δεν είναι καθόλου όσο καθολικοί όσο υπέθεσαν πολλοί φιλόσοφοι μετά τον Διαφωτισμό”.
Μπορεί πολλοί άνθρωποι να θέλουν την ασφάλειά τους να την εγγυάται και τη ζωή τους να την κυβερνά ένας καλός βασιλιάς Δαγοβέρτος.
Το δεύτερο μάθημα από την ακυρωμένη αυτή επίθεση είναι πως συμφέρει το κράτος να πιστεύουν οι υπήκοοί του ότι ο βασιλιάς ή ο δημοκρατικός ηγέτης είναι καλοκάγαθος. (Σε ένα κράτος που δεν είναι πλήρως αυταρχικό, το “συμφέρον του κράτους” σημαίνει το σύνολο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των πολιτικών, των αυλικών και των γραφειοκρατών). Συνεπώς είναι προς το συμφέρον του κράτους να αποκαλύπτει, να διανθίζει ή να διαδίδει περιστατικά της αγαθής φύσης των ηγετών. Δεν υπάρχει άραγε η καλή πιθανότητα το περιστατικό της Συρίας να διέρρευσε υπό τις εντολές του καλού μας βασιλιά Δαγοβέρτου;
Ακόμη και υπό μία συνταγματικό -δηλαδή, περιορισμένο- κράτος, η πίστη σε έναν καλό ηγέτη είναι επικίνδυνη γιατί μπορεί να ακυρώσει την αναγκαία δυσπιστία. Όπως συνήθως, ο Anthony de Jasay βρήκε τον τρόπο να διατυπώσει ένα σχετικό αλλά γενικότερο πρόβλημα σε λίγες λέξεις που μένουν αξέχαστες:
“Ο αυτοπεριορισμός της κυρίαρχης εξουσίας μπορεί να εξουδετερώσει τη δυσπιστία, αλλά δεν παρέχει καμία εγγύηση της ελευθερίας και της ιδιοκτησίας πέραν όσων αφορούν την ισορροπία μεταξύ του κράτους και της ιδιωτικής ισχύος”.
Αυτό εγείρει πολλά άλλα ερωτήματα. Μείνετε συντονισμένοι.
ΥΓ: Για να διασφαλίσω ότι οι παραπάνω λέξεις μου δεν θα παρερμηνευτούν, ας υπογραμμίσω εδώ ότι δεν υποστηρίζω πως ο Μπάιντεν έκανε λάθος να κάνει αυτό που έκανε (αν το γεγονός όντως συνέβη όπως το καταγράφει η Wall Street Journal). Αντιθέτως, πιστεύω ότι έπραξε το σωστό, τόσο από μια ηθική οπτική, όσο και από μία οικονομική. Η οικονομική οπτική αφορά τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα στη υπεράσπιση των Αμερικανών σε έναν χομπσιανό κόσμο. Αν πρέπει να επιλέξουμε, είναι καλύτερο να έχουμε έναν καλό βασιλιά Δαγοβέρτο από έναν κακό. Οι υπήκοοί του όμως πρέπει ούτως ή άλλως να βρίσκονται σε επαγρύπνηση. Δείτε επίσης το άρθρο μου στο Econlog με τίτλο “Attacking Civilians in War” (Επιθέσεις εναντίον αόπλων σε καιρό πολέμου).
* * *
Ο Pierre Lemieux είναι οικονομολόγος στο Τμήμα Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Κεμπέκ στο Outaouais.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Μαρτίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.