Του Julian Jessop
Φανταστείτε το κράτος απλώς να μπορούσε να τυπώσει όσα χρήματα χρειάζεται ώστε να εγγυηθεί στον καθένα ένα αξιοπρεπές εισόδημα, φανταστικές δημόσιες υπηρεσίες και μια ασφαλή θέση εργασίας για όποιον την επιθυμεί - και να περισσεύουν και αρκετά χρήματα για να σώσουμε και τον πλανήτη. Αυτή είναι για πολλούς η υπόσχεση ενός νέου οικονομικού παραδείγματος γνωστού ως Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία (Modern Monetary Theory - MMT)
Αν ήδη σκέφτεστε ότι αυτό ακούγεται υπερβολικά καλό για να είναι αληθινό, δεν είστε οι μόνοι. Πολλοί οικονομολόγοι - μεταξύ των οποίων κι εγώ - πιστεύουμε ότι η ΜΜΤ είναι ένα απογοητευτικό χάος.
Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η ΜΜΤ έχει μια αξιοσέβαστη ακαδημαϊκή γενεαλογία που συνοψίζεται εύληπτα εδώ, την οποία κάποιοι ιχνηλατούν μέχρι και τον ίδιο τον Κέυνς. Έχει διάφορους επιφανείς υποστηρικτές, κυρίως την καθηγήτρια Stephanie Kelton, συγγραφέα του The Deficit Myth (Ο Μύθος του Ελλείμματος) και σύμβολο του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ.
Κυρίως, η ΜΜΤ φαίνεται να προσφέρει μια αξιόπιστη εναλλακτική έναντι του συμβατικού τρόπου σκέψης ως προς τη σημασία των ισολογισμένων κρατικών δημοσιονομικών. Η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση και η έκρηξη του χρέους και του τυπώματος χρήματος κατά τη διάρκεια της πανδημίας συνέβαλαν στη δημοτικότητα της προσέγγισης αυτής. Προσωπικά όμως παραμένω δύσπιστος.
Για να εξηγήσω τι εννοώ, η ΜΜΤ μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις επιμέρους προτάσεις. Η πρώτη είναι πως μια κυρίαρχη χώρα με το δικό της παραστατικό νόμισμα μπορεί πάντα να τυπώσει περισσότερο χρήμα για να πληρώσει τις υποχρεώσεις της και να εξυπηρετήσει τα χρέη της. Μέχρι εδώ, καλά. Το Ηνωμένο Βασίλειο για παράδειγμα είναι ξεκάθαρα σε καλύτερη θέση ως προς αυτό απ’ ό,τι τα μέλη της ευρωζώνης, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Αυτό όμως δεν είναι μια καινούργια ιδέα, ούτε αποδίδει στο κράτος την ευχέρεια να δαπανά και να δανείζεται όσο θέλει.
Πρώτα απ’ όλα, το κόστος του κρατικού δανεισμού δεν εξαρτάται μόνο από τον βαθμό του κινδύνου χρεοκοπίας. Εξαρτάται και από τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες (την εγχώρια και διεθνή αξία του νομίσματος στο οποίο θα πληρωθούν τα χρέη) καθώς και από το κόστος ευκαιρίας της εκτροπής πόρων από τον ιδιωτικό τομέα.
Αντιθέτως, πολλοί υποστηρικτές της ΜΜΤ είδαν την πρόσφατη άνοδο του κρατικού δανεισμού και συμπέραναν ότι ποτέ δεν υπήρξε - και ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει - έλλειψη χρήματος για να πληρώσουμε για καλύτερη υγεία, παιδεία, πρόνοια ή για ένα Πράσινο New Deal. Δυστυχώς, αυτές είναι μπούρδες.
Το χρήμα μπορεί να μην είναι καθαυτό ένας “σπάνιος πόρος”, όμως δεν ισχύει το ίδιο για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που αγοράζει κανείς με αυτό. Διαφορετικά, η κάθε χώρα με το νόμισμά της θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το “μαγικό της λεφτόδεντρο” για να πληρώσει για πρώτης τάξης υγεία, παιδεία και ούτω καθεξής.
Οι πιο λογικοί υποστηρικτές της ΜΜΤ μάλιστα αναγνωρίζουν αυτούς τους περιορισμούς. Η δεύτερη πρόταση της ΜΜΤ είναι πως αν το κράτος δαπανήσει τόσο πολύ ώστε η συνολική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες υπερβεί τη δυνατότητα παροχής τους από την οικονομία, τότε το αποτέλεσμα θα είναι υψηλότερος πληθωρισμός. Ξανά, αυτό είναι γνωστό. Εκεί όπου διαφέρουν οι οπαδοί της ΜΜΤ είναι στην κατάλληλη αντίδραση πολιτικής.
Οι περισσότεροι ορθόδοξοι οικονομολόγοι θα δουν αυτό το είδος της υπερθέρμανσης ως κάτι που θα αντιμετωπιστεί από τη νομισματική πολιτική. Οι περισσότεροι όμως οπαδοί της ΜΜΤ θα υποστηρίξουν ότι το φυσικό επιτόκιο είναι μηδενικό, ή τουλάχιστον ότι οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να ορίζουν τα επίσημα επιτόκια κοντά στο μηδέν επ’ αόριστο.
Αντίθετα, στον ανάποδο κόσμο της ΜΜΤ ο πληθωρισμός πρέπει να ελεγχθεί με “καλώς στοχευμένους φόρους” και τη διαχείριση της ιδιωτικής ζήτησης. Πολλοί οπαδοί της ΜΜΤ επίσης βλέπουν θετικά τους ελέγχους των μισθών και των τιμών καθώς και την παροχή αγαθών με δελτίο, παρά τις άθλιες ιστορικές επιδόσεις αυτών των μορφών κρατικής παρέμβασης.
Τρίτον, οι οπαδοί της ΜΜΤ υποστηρίζουν ότι τα κρατικά ελλείμματα παίζουν κομβικό ρόλο στον ισοσκελισμό της οικονομίας και είναι γι’ αυτό αναγκαία, και όχι κάτι που πρέπει να μας φοβίζει. Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι ότι τα ελλείμματα και τα πλεονάσματα πρέπει να εξισορροπούνται. Αν ο ιδιωτικός τομέας χρειάζεται ένα πλεόνασμα για να αποπληρώσει χρέη που έχουν καταστεί υψηλά σε μη βιώσιμο βαθμό, τότε το κράτος πρέπει να καταγράψει έλλειμμα.
Ακόμη, αντί οι δημόσιες δαπάνες να χρηματοδοτούνται από φόρους, είτε τώρα, είτε στο μέλλον, οι οπαδοί της ΜΜΤ ισχυρίζονται ότι όλες οι δημόσιες δαπάνες στην πράξη πληρώνονται (με κάποιον τρόπο) από τη δημιουργία χρήματος. Κάποιοι κάνουν ένα βήμα παραπέρα και υποστηρίζουν ότι τα κρατικά ελλείμματα παρέχουν τα επιπλέον χρήματα που απαιτούνται για την υποστήριξη της οικονομικής ανάπτυξης.
Ο ισχυρισμός όμως ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι αναγκαία για μια επιτυχημένη οικονομία είναι απλώς λανθασμένος. Πολλές χώρες, ιδίως στην Σκανδιναβία σημείωσαν δημοσιονομικά πλεονάσματα για μακρές χρονικές περιόδους στο παρελθόν και παρ’ όλα αυτά είδαν βιώσιμες βελτιώσεις στις συνθήκες διαβίωσης.
Ακόμη, τα ελλείμματα συνήθως χρηματοδοτούνται από συμβατικό δανεισμό, και όχι από τύπωμα χρήματος. Αυτό ισχύει ακόμη και τώρα στην πανδημία. Οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν περισσότερα κρατικά ομόλογα από ιδιώτες επενδυτές στο πλαίσιο των προγραμμάτων τους για ποσοτική χαλάρωση (quantitative easing - QE), αλλά η άμεση νομισματική χρηματοδότηση των ελλειμμάτων παραμένει (σε μεγάλο βαθμό) ταμπού.
Το σίγουρο είναι ότι δεν χρειάζεται να είναι κανείς οπαδός της ΜΜΤ για να αναγνωρίσει αυτό που ο Κέυνς ονόμαζε “το παράδοξο της λιτότητας”: αν όλοι προσπαθήσουν να επιδιορθώσουν τα οικονομικά τους ταυτόχρονα, το αποτέλεσμα πιθανότατα θα είναι μια ακόμη μακρύτερη ύφεση.
Αν αυτό που λένε οι οπαδοί της ΜΜΤ είναι πως οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι πρόθυμες να δανειστούν περισσότερο για να ενισχύσουν τη ζήτηση κατά τη διάρκεια των υφέσεων, και ιδίως όταν τα επιτόκια είναι κοντά στο μηδέν, τότε ούτε αυτό είναι κάτι το νέο ή το αμφισβητήσιμο. Ούτε χρειάζεται να είναι κανείς οπαδός της ΜΜΤ για να υποστηρίξει ότι η ποσοτική χαλάρωση, ή ακόμη και το “χρήμα του ελικοπτέρου” μπορεί να βοηθήσει σε κάποιες εξαιρετικές συνθήκες.
Η ΜΜΤ έχει επίσης πολλές αποσκευές που δεν βοηθούν. Αν ακούγαμε τους οπαδούς της ΜΜΤ, τότε οι κεντρικές τράπεζες θα έχαναν την όποια ανεξαρτησία τους και θα κινδυνεύαμε να δούμε υψηλότερο πληθωρισμό και την πλήρη απώλεια της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Επίσης δεν είναι σαφές τι θα έκαναν οι άνθρωποι που θα δούλευαν σε εγγυημένες από το κράτος θέσεις, ή τι θα συνέβαινε όταν έφευγαν από αυτές.
Πάνω απ’ όλα, η ΜΜΤ χρησιμοποιείται σήμερα για να υποστηρίξει μια ατζέντα “μεγάλου κράτους”. Η εφαρμογή της θα είχε ως αποτέλεσμα το κράτος να παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία, καλώς ή κακώς, και τόσο στις καλές εποχές όσο και στις κακές. Οι μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες θα σήμαιναν επίσης υψηλότερους φόρους, ακόμη κι αν ο στόχος είναι η αποφυγή της υπερθέρμανσης της οικονομίας και όχι ο ισοσκελισμός των δημοσιονομικών.
Με λίγα λόγια η ΜΜΤ είναι απλώς ένα νέο περιτύλιγμα κάποιων παλιών ιδεών ώστε αυτές να γίνουν ελκυστικές σε ένα νέο ακροατήριο. Στην πραγματικότητα, δωρεάν γεύμα δεν υπάρχει - ακόμη κι αν μιλάμε για κάποιο μαγικό λεφτόδεντρο.
* * *
Ο Julian Jessop είναι ανεξάρτητος οικονομολόγος με πάνω από 30 χρόνια εμπειρία στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Έχει διατελέσει επικεφαλής οικονομολόγος και επικεφαλής της ομάδας του Brexit στο ΙΕΑ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 6 Αυγούστου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.