Υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές του ρητού που μόλις είδα στο Twitter και λέει: «Το κράτος δεν μπορεί να σου δώσει τίποτα, γιατί δεν παράγει τίποτα». Η πρόταση αυτή δεν αντίκειται σε καμία από τις θεμελιώσεις πεποιθήσεις μου. Αντίθετα, φαίνεται να ενισχύει κάποια από τα επιχειρήματά μου. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι η πρόταση αυτή είναι ψευδής.
Το κράτος σίγουρα παράγει κάτι με την οικονομική έννοια, δηλαδή αγαθά και υπηρεσίες για τα οποία κάποιος είναι διατεθειμένος να πληρώσει. Μπορεί να σπαταλά πόρους στην παραγωγή τους, μεταξύ άλλων και παράγοντας ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες των οποίων το κόστος κανένας καταναλωτής δεν θα ήταν διατεθειμένος να πληρώσει.
Αλλά πολλοί είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για την επιβολή του κράτους δικαίου, που προϋποθέτει αστυνομία και δικαστήρια, καθώς και για την εθνική άμυνα (η οποία θα ονομαζόταν καλύτερα «εδαφική άμυνα»).
Είναι αλήθεια ότι, δεδομένης της αναποτελεσματικότητας της κρατικής παραγωγής, οι άνθρωποι πληρώνουν περισσότερα χρήματα σε φόρους για αυτές και για άλλες δημόσιες υπηρεσίες, αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι υπάρχουν αγαθά και υπηρεσίες που πολλοί άνθρωποι ευχαρίστως καταναλώνουν ακόμη και δεδομένου του φορολογικού κόστους που επωμίζονται. Αν δεν υπήρχε κράτος, πολλοί αν όχι οι περισσότεροι άνθρωποι θα ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν ιδιώτες παραγωγούς (ενώσεις ή κερδοσκοπικές εταιρείες) για να παράγουν ορισμένες από τις υπηρεσίες που τώρα είναι υποχρεωμένοι να αγοράσουν μέσω φόρων. Και φυσικά, εάν ένα κράτος, συνολικά, κατά κάποιον τρόπο που βγάζει νόημα, καταστρέφει περισσότερη αξία από αυτή που παράγει, η αναρχία θα ήταν λύση.
Ο αναγνώστης που νιώθει το ενδιαφέρον του να κεντρίζεται από τις δύο τελευταίες προτάσεις και που επιθυμεί να εξερευνήσει τα οικονομικά της αναρχίας θα βρει κάποια χρήσιμα αναγνώσματα στο πρόσφατο άρθρο μου «Politics, Anarchy: What We Know (Nearly for Sure)» (Πολιτική και αναρχία: Αυτά που (σχεδόν σίγουρα) γνωρίζουμε). Υπάρχουν πολλά άλλα βιβλία που μπορεί κανείς διαβάσει γι’ αυτό το θέμα, όπως το Against Politics: On Government, Anarchy, and Order του Anthony de Jasay (Routledge, 1997). Πιστέψτε με, αξίζει τον κόπο. (Και πρέπει να καταβάλετε κόπο γι’ αυτό, ακόμα κι αν είστε επαγγελματίας οικονομολόγος και πολιτικός φιλόσοφος). Μπορεί να μη φτάσετε να συμφωνείτε με όλα ή με τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της αναρχίας, αλλά το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να αλλάξετε γνώμη. Συμβαίνουν και χειρότερα πράγματα στον κόσμο.
Να μια διαφορετική περιγραφή του τι είναι η παραγωγή, βγαλμένη από την ιδιωτική οικονομία. Το 1963, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές κονιάκ και μερικών αγροτικών προϊόντων. Οι δασμοί αυτοί έγιναν γνωστοί ως «Φόρος Κοτόπουλου» επειδή αποτελούσαν αντίποινα για έναν ευρωπαϊκό δασμό στα πουλερικά. Όλοι αυτοί οι δασμοί ίσχυσαν παγκοσμίως. Η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία είχε αρχίσει να αισθάνεται την πίεση του ξένου ανταγωνισμού, πέτυχε να συμπεριληφθεί στον φόρο κοτόπουλου ένας δασμός 25% στα εισαγόμενα ελαφρά φορτηγά, συμπεριλαμβανομένων των αγροτικών (δείτε την ανάρτησή μου στο EconLog «Why the Chicken Crossed the Road» - Γιατί το κοτόπουλο διέσχισε το δρόμο, από τις 30 Μαρτίου 2018).
Το αποτέλεσμα, φυσικά, ήταν η τιμή όλων των ελαφρών φορτηγών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της εγχώριας παραγωγής, να αυξηθεί μέχρι και 25%: γι' αυτό άλλωστε το ήθελε αυτό η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία—για να αυξήσει τις τιμές στην εγχώρια αγορά. Έξι δεκαετίες αργότερα, ο δασμός κοτόπουλου στα ελαφρά φορτηγά εξακολουθεί να υπάρχει, και αυτός είναι ένας λόγος που πολλοί ξένοι παραγωγοί όπως η Toyota και η Honda ίδρυσαν εργοστάσια στις ΗΠΑ για να κατασκευάζουν τα φορτηγά τους.
Με τον τρόπο αυτό μείωσαν τον αντίκτυπο του δασμού κοτόπουλου επωμίζομενοι το υψηλότερο κόστος παραγωγής εδώ, πράγμα που σημαίνει ασφαλώς ότι οι τιμές εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από ό,τι θα ήταν διαφορετικά. Οι Αμερικανοί αγοραστές ελαφρών φορτηγών εξακολουθούν να υφίστανται επιβάρυνση από την κυβέρνησή τους, αλλά το να πει κανείς ότι η Ford, η GM ή η Stellantis δεν παράγουν τίποτα στην Αμερική θα ήταν ψευδές. Απλώς χρεώνουν στους πελάτες τους μια μη ανταγωνιστική τιμή.
Άλλωστε, με τη διατύπωσή που είδα να έχει αυτή η πρόταση στο Twitter, είναι κυριολεκτικά ψευδής ούτως ή άλλως. Το κράτος μπορεί να σου δώσει κάτι που δεν παράγει: απλά πρέπει να το πάρει από κάποιον άλλο. Πράγματι, η αναδιανομή αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των σύγχρονων κρατικών προϋπολογισμών. Σε μια γενικότερη μορφή, αυτό είναι και το κύριο επιχείρημα του Κράτους του Anthony de Jasay: το κράτος κυβερνά, πράγμα το οποίο, όπως υποστηρίζει ο de Jasay, δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το να ευνοεί ορισμένους πολίτες εις βάρος άλλων.
Επιστρέφοντας στο αρχικό μου επιχείρημα, η χρήση κακών ιδεών για την υπεράσπιση έγκυρων θεωριών είναι προβληματική για τουλάχιστον δύο λόγους. Πρώτον, η αλήθεια καθαυτή έχει αξία. Όταν κάποιος ενσωματώνει ψευδείς ισχυρισμούς σε μια θεωρία στην οποία πιστεύει, την ακυρώνει ή ακυρώνει μέρη της. Δεύτερον, είναι ήδη αρκετά δύσκολο στον κρατικιστικό μας κόσμο να πείσουμε τους συνανθρώπους μας για την εγκυρότητα του κλασικού φιλελευθερισμού, του ελευθερισμού ή ορισμένων αποχρώσεων τους, χωρίς να χρησιμοποιήσουμε επιχειρήματα που είναι προφανώς ψευδή και είναι εύκολο να καταρριφθούν.
*Ο Pierre Lemieux είναι οικονομολόγος στο Τμήμα Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Κεμπέκ στο Outaouais.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 24 Νοεμβρίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.