Πήραμε το λάθος μάθημα από τον κρατικό «καπιταλισμό» της Κίνας

Πήραμε το λάθος μάθημα από τον κρατικό «καπιταλισμό» της Κίνας

Το 2015, η Κίνα ανακοίνωσε το «Made in China 2025», (MC: 2025) ένα οικονομικό σχέδιο για την εξέλιξη και την προώθηση του μεταποιητικού τομέα της από την παραγωγή χαμηλής τεχνολογίας και έντασης εργασίας σε μια βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας με γνώμονα την καινοτομία. Οι τομείς που επιλέχθηκαν για αυξημένη κρατική υποστήριξη περιλαμβάνουν εκείνους που θα περίμενε κανείς: τεχνητή νοημοσύνη, βιοτεχνολογία και, φυσικά, ημιαγωγοί.

Εκ των υστέρων, το MC: 2025 μπορεί να σηματοδότησε το απόγειο της ιδέας ότι οι κομμουνιστές στο Πεκίνο είχαν επινοήσει μια εναλλακτική οικονομική διαδρομή για να κατακτήσουν με επιτυχία τα τεχνολογικά σύνορα. Πράγματι, ορισμένοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες θεώρησαν την υιοθέτηση μιας αμερικανικού τύπου βιομηχανικής πολιτικής ως την κατάλληλη απάντηση στην απειλή που αντιπροσώπευε ο κινεζικός «κρατικός καπιταλισμός». (Έχει σίγουρα ενδιαφέρον να σκεφτεί κανείς το αν οι ΗΠΑ θα είχαν σήμερα τη δική τους δαπανηρή Βιομηχανική Πολιτική (IP) για την καθαρή ενέργεια και την εγχώρια κατασκευή ημιαγωγών, αν δεν είχε προηγηθεί το MC: 2025.)

Πού λοιπόν βρίσκονται τα πράγματα σήμερα, σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, στο οικονομικό αυτό πείραμα της Κίνας; Φαίνεται άραγε σήμερα ότι το Πεκίνο βρήκε πράγματι έναν τρόπο να δημιουργήσει μια οικονομία υψηλής τεχνολογίας και υψηλής παραγωγικότητας μέσω της μεγαλύτερης κρατικής παρέμβασης; Ανεξαρτήτως του αν η Κίνα μπορεί να διεισδύσει σε κάποιον επιμέρους τομέα - βρίσκεται πίσω στη γενετική Τεχνητή Νοημοσύνη - η προσπάθεια αυτή συνολικά φαίνεται να αποτυγχάνει. Πλέον πετυχαίνω συχνά αναλύσεις όπως αυτό το κομμάτι από την Capital Economics:

«Στο επίκεντρο αυτού του διλήμματος βρίσκεται η δομική και όχι η κυκλική φύση του αναπτυξιακού προβλήματος της Κίνας. Πρόκειται για μια οικονομία που αγγίζει τα όρια του μοντέλου υψηλής αποταμίευσης και υψηλών επενδύσεων. Το να πραγματοποιούνται επενδύσεις που φτάνουν μέχρι και το ήμισυ του ΑΕΠ είναι κάτι το δύσκολο ήδη στις καλύτερες εποχές, αλλά γίνεται ακόμη δυσκολότερο όταν το κεφαλαιακό απόθεμα της Κίνας είναι σήμερα σχετικά προηγμένο για το επίπεδο ανάπτυξής της και το κράτος παίζει έναν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στον καθορισμό της κατανομής των πόρων. Αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την παραγωγή αποδόσεων από τις επενδύσεις».

Τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της Κίνας δεν αφορούν όμως μόνο την υπερβολική παρέμβαση του κράτους στην κατανομή των πόρων. Όπως γράφει ο ειδικός σε θέματα εξωτερικής πολιτικής Mark Leonard σε ένα δοκίμιο στο China Book Review, «Τώρα που η Κίνα έχει γίνει μια μετρίως ευημερούσα κοινωνία, οι προτεραιότητες έχουν αλλάξει. Ο κύριος στόχος σήμερα είναι η ασφάλεια». Και αυτή η μετάβαση από μια πολιτική που έχει ως επίκεντρο την ανάπτυξη σε μια πολιτική προσανατολισμένη στην ασφάλεια υπό την ηγεσία του Xi Jinping έχει καταπνίξει τη δημόσια συζήτηση και την πνευματική ελευθερία, συμβάλλοντας σε μια αίσθηση στασιμότητας και απογοήτευσης, ειδικά μεταξύ των οικονομολόγων.

Όσον αφορά τη νέα προσπάθεια των ΗΠΑ στη βιομηχανική πολιτική, σας προτρέπω να δείτε ένα άρθρο από το περασμένο καλοκαίρι, με τίτλο Why Industrial Policy Fails (Γιατί αποτυγχάνει η βιομηχανική πολιτική), του συναδέλφου μου στο AEI Michael Strain. Στο άρθρο αυτό, ο Strain υπογραμμίζει πολλά από τα σημαντικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής όταν προσπαθούν να εφαρμόσουν τη βιομηχανική πολιτική, όπως η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού για εξειδικευμένους τομείς, τα διεθνή αντίποινα κατά των εγχώριων πολιτικών και – αυτό δεν αποτελεί έκπληξη– την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών κινήτρων που στρεβλώνουν τη δυναμική της αγοράς. Ας πάρουμε απλώς ένα από αυτά, όπως εξηγείται σε αυτό το άρθρο των Asia Times σχετικά με τις επιδοτήσεις των μικροτσίπ από τις ΗΠΑ: 

«Τα πολυαναμενόμενα αμερικανικά εργοστάσια της TSMC, που πρόκειται να κατασκευαστούν με κρατικές επιδοτήσεις των ΗΠΑ, καθυστερούν επανειλημμένα - κάτι που δεν συμβαίνει στην Ταϊβάν. Ένα εργοστάσιο που είχε προγραμματιστεί να ανοίξει το 2026 δεν θα λειτουργήσει μέχρι το 2027 ή το 2028, δήλωσε η TSMC στις 19 Ιανουαρίου. Το άνοιγμα ενός άλλου εργοστασίου καθυστέρησε για το 2025 έναντι του προγραμματισμένου ανοίγματός του 2024. Η εταιρεία το απέδωσε την έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων. … Ασχολούμαι με το σχεδιασμό και τη λειτουργία εργοστασίων μικροτσίπ από τη δεκαετία του 1960. Τα εργοστάσια αυτά απαιτούν άτομα με μοναδικά προσόντα που έχουν περάσει εκπαίδευση όχι μηνών αλλά ετών. Ο εξοπλισμός για την κατασκευή τέτοιων εργοστασίων είναι εμπορικά διαθέσιμος και είναι εξαιρετικά περίπλοκος και αυτοματοποιημένος. Αλλά ο βασικός παράγοντας για την παραγωγή είναι οι άνθρωποι που τον χειρίζονται. Χρειάζονται χρόνια για να αναπτυχθεί μια τέτοια τεχνογνωσία και αυτή σπανίζει στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς αυτή η παραγωγή έχει φύγει σε μεγάλο βαθμό στο εξωτερικό, αφήνοντας την Intel ως τον μοναδικό εγχώριο κατασκευαστή μικροτσίπ υψηλών προδιαγραφών… Η λειτουργία μιας μονάδας μικροτσίπ αυτής της πολυπλοκότητας απαιτεί άτομα με υψηλό επίπεδο τεχνολογικών δεξιοτήτων. Πάνω απ’ όλα, απαιτεί άτομα καλά εκπαιδευμένα στις χημικές, μηχανικές και ηλεκτρονικές τεχνολογίες που διέπουν τη διαδικασία παραγωγής.

Εντέλει, δεν είναι μόνο οι οικονομολόγοι στην Κίνα που ανησυχούν για το τι κάνει η δική τους κυβέρνηση.


*Ο James Pethokoukis κατέχει την έδρα Dewitt Wallace στο American Enterprise Institute, όπου είναι υπεύθυνος του μπλογκ AEIdeas και φιλοξενεί το εβδομαδιαίο podcast, «Political Economy with James Pethokoukis».   

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Φεβρουαρίου 2024 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.