Γράφει ο Ντέρεκ Σκίσορς
Η Wall Street Journal δημοσίευσε χθες ένα ρεπορτάζ σχετικά με την απόφαση των κινεζικών δικαστηρίων σύμφωνα με την οποία οι κινεζικές εταιρίες δεν μπορούν να διωχθούν πουθενά στον κόσμο για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Μάλιστα σε δύο περιπτώσεις απειλούν με πρόστιμα ενός εκατομμυρίου δολαρίων την εβδομάδα αν οι διώξεις προχωρήσουν. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ το γνωρίζει αυτό αλλά δεν έχει κάνει τίποτα σχετικό. Αυτό είναι μόνο ένα, πρόσφατο περιστατικό μεταξύ δεκάδων περιπτώσεων κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας και εξαναγκασμού από την Κίνα συνοδευόμενου από την πλήρη αποτυχία των ΗΠΑ να αντιδράσουν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν σχοινοτενείς διαπραγματεύσεις με την Κίνα για ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας το 1986. Τον Μάρτιο του 2021, η αμερικανική Επιτροπή Πνευματικής Ιδιοκτησίας επιβεβαίωσε ότι αυτή η κλοπή κοστίζει στην Αμερική εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως με μεγαλύτερο υπαίτιο γι’ αυτό τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Φαίνεται ότι εκείνες οι αρχικές ομιλίες δεν απέδωσαν. Το 1995, η κυβέρνηση Κλίντον διαπραγματεύτηκε μια εκεχειρία στα ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας για να αποφύγει την ανταλλαγή κυρώσεων ύψους ενός δισεκατομμυριούχου δολαρίων. Το Πεκίνο απείλησε με ένα δισεκατομμύριο και στη συνέχεια έκλεψε δεκάδες δισεκατομμύρια κάθε χρόνο - ποιος είπε ότι δεν μπορεί να διακρίνει μια καλή επένδυση;
Το 2006, η κυβέρνηση Μπους ξεκίνησε τον Στρατηγικό Οικονομικό Διάλογο. Για να είμαστε δίκαιοι, έτσι παραγνωρίστηκαν κάθε είδους επιβλαβείς κινέζικες συμπεριφορές, με τα ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας να αποτελούν μόνο ένα μέρος. Το 2015, η κυβέρνηση Ομπάμα συμφώνησε με τον Σι Τζινπίνγκ τον τερματισμό της κυβερνοκλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας. Κάποιους μήνες μετά, το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας ξεκίνησε την εκστρατεία Cloud Hopper με επιθέσεις σε αμερικανικές και άλλες εταιρίες.
Τριάντα χρόνια αποτυχημένων αμερικανικών πολιτικών φάνηκε για πολύ λίγο ότι θα τερματίζονταν όταν η κυβέρνηση Τραμπ εκκίνησε μια έρευνα βάσει του Άρθρου 301 στις εξαναγκαστικές κινεζικές πρακτικές σε ό,τι αφορά την πνευματική ιδιοκτησία. Σχεδόν αμέσως μετά τη λήψη αυτής της απόφασης ωστόσο, ο Πρόεδρος Τραμπ αποφάσε ότι αυτή δικαιολογεί την επιβολή οριζόντιων δασμών. Οι οριζόντιοι δασμοί δεν εντοπίζουν όμως τους παραβάτες της πνευματικής ιδιοκτησίας και συνεπώς δεν μπορούν να αποθαρρύνουν τέτοιες εξαναγκαστικές πρακτικές.
Η αποτυχία της κυβέρνησης Τραμπ σε ό,τι αφορά τα ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας επισφραγίστηκε το 2020, με την “πρώτη φάση” της εμπορικής συμφωνίας. Αυτή δεν είχε καμία υπόσταση στο αμερικανικό δίκαιο και συνεπώς κανέναν πραγματικό μηχανισμό επιβολής. Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι το Πεκίνο δεν τήρησε τις δεσμεύσεις του για τις εισαγωγές το 2020, και οι ΗΠΑ δεν έκαναν τίποτα γι’ αυτό. Και η “πρώτη φάση” είχε μια παράμετρο που αφορούσε την πνευματική ιδιοκτησία. Εκεί, οι ΗΠΑ δεν μπήκαν καν στον κόπο να ελέγξουν αν η ΛΔΚ έκανε κάτι παραπάνω από το να δημοσιεύσει απλώς νέους κανόνες - κι αυτό ενώ επί 35 χρόνια αδιαφορούσε για τους δημοσιευμένους κανόνες.
Οι πρόσφατες αποφάσεις των κινεζικών δικαστηρίων καταδεικνύουν μια κατάφωρη περιφρόνηση για την αμερικανική πολιτική. Μια εταιρία που προστατεύεται ιδιαίτερα είναι η Huawei, η οποία αντιμετωπίζει ομοσπονδιακές διώξεις για οργανωμένο έγκλημα και κλοπή εμπορικών μυστικών και για πολλά μέλη του Κογκρέσου λέγεται ότι είναι η πρώτη κινεζική προτεραιότητα. Αν οι ΗΠΑ θελήσουν να διώξουν για παραβίαση της νομοθεσίας για την πνευματική ιδιοκτησία μια εταιρία που θεωρούν εγκληματική οργάνωση, το Πεκίνο θα τις τιμωρήσει. Η Ουάσινγκτον λοιπόν υποκρίνεται ότι η συμπεριφορά της Κίνας για την πνευματική ιδιοκτησία είναι καλύτερη.
Ρήγκαν, Μπους, Κλίντον, Μπους, Ομπάμα, Τραμπ - ο διακομματισμός είναι φανερός σε αυτό το ζήτημα. Και τώρα, η κυβέρνηση Μπάιντεν. Ξεκίνησε με γνώριμο τρόπο, δείχνοντας ότι θέλει να διατηρήσει τη συμφωνία της πρώτης φάσης του Τραμπ, αλλά μη κάνοντας τίποτα για να διασφαλίσει την εφαρμογή των προβλέψεων για την πνευματική ιδιοκτησία, και δεν ανέλαβε καμία άλλη ουσιαστική δράση για το ζήτημα.
Είναι αλήθεια ότι αναμένονται σύντομα νέες πολιτικές για την Κίνα. Αλλά δεδομένης της προηγούμενης ανικανότητας του Τζο Μπάιντεν να διαβάσει ξεκάθαρα είτε τη ΛΔΚ είτε τον Σι Τζινπίνγκ, δύσκολα κανείς μπορεί να φανταστεί ότι οι νέες πολιτικές θα είναι ουσιαστικές. Δεδομένου του ιστορικού της χώρας μας από το 1986, είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κανείς ότι οι πολιτικές αυτές θα έχουν δυναμισμό σε ό,τι αφορά τα πνευματικά δικαιώματα. Το πιθανότερο είναι γνώση αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων θα συνεχίσει να χάνεται προς την Κίνα, ενώ οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικανοί απλώς θα εκφράζουν την κενή περιεχομένου αγανάκτησή τους γι’ αυτό.
* Ο Derek Scissors είναι ερευνητικό στέλεχος του American Enterprise Institute.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 15 Ιουλίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.