Του Alex Nowrasteh
Από τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ μέχρι την ανάδυση των νέων εθνικιστικών πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη και τη γενική επανεμφάνιση του όρου τα τελευταία χρόνια, ο εθνικισμός φαίνεται να προελαύνει. Ο εθνικισμός είναι ένα πολιτικό κίνημα που έχει σημειώσει σημαντική άνοδο τα τελευταία χρόνια κηρύττοντας ένα μήνυμα περιορισμού της μετανάστευσης, προστατευτισμού στο εμπόριο, και ενός ισχυρότερου κράτους αφοσιωμένου στην προστασία των πολιτών από (εν πολλοίς) ανύπαρκτους κινδύνους. Πέρα όμως από κάποιες θέσεις πολιτικής και ένα συγκεκριμένο ύφος διακυβέρνησης, δεν υπάρχει κάποιος καλός λειτουργικός ορισμός του εθνικισμού που να χρησιμοποιείται ευρέως στον δημόσιο διάλογο, και δεν γίνεται σχεδόν καμία προσπάθεια για τη διάκρισή του από τον πατριωτισμό. Η βασική μου υπόθεση είναι ότι ο εθνικισμός πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από τον χυδαίο σωβινιστικό φυλετισμό, αλλά λίγοι έχουν προχωρήσει πέρα απ' αυτό. Αυτοί οι λόγοι με οδήγησαν να διαβάσω αρκετές χιλιάδες σελίδες επί του θέματος - και να μάθω πολλά. Ακολουθούν κάποια από τα διδάγματα που πήρα και μια χρήσιμη ταξινόμηση των διαφορετικών ειδών του εθνικισμού.
Το πρώτο πράγμα που έμαθα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας για τον εθνικισμό είναι πολύ χαμηλής ποιότητας. Οι περισσότεροι συγγραφείς επί του θέματος ορίζουν πολύ ανεπαρκώς τις κατηγορίες που χρησιμοποιούν ή τις ορίζουν με τόσο ευρύ τρόπο που χάνουν κάθε νόημα. Αν μπορούσα, θα γύριζα πίσω στον χρόνο και θα έλεγα στον εαυτό μου να μην ασχοληθεί καν με πολλά από αυτά τα άρθρα και τα βιβλία. Ακόμη χειρότερα, πολλοί μελετητές του εθνικισμού είναι είτε επικριτές, είτε υποστηρικτές της έννοιας, πράγμα που τους αναγκάζει να διατυπώνουν παράλογες αξιώσεις όπως ότι το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα δεν ήταν εθνικιστικό. Αυτό καθιστά δύσκολο σε μη ειδικούς όπως εγώ να καταλάβουμε τι είναι είναι ο εθνικισμός.
Το δεύτερο πράγμα που έμαθα είναι ότι δεν υπάρχει κάποια απλή διάκριση ανάμεσα στον πατριωτισμό και τον εθνικισμό. Παρ' όλα αυτά, η διάκριση που διατύπωσε ο Τζωρτζ Όργουελ είναι πιθανότατα η καλύτερη που διαθέτουμε:
“Ο εθνικισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τον πατριωτισμό. Και οι δύο αυτές λέξεις συνήθως χρησιμοποιούνται με τόσο αόριστο τρόπο που κάθε ορισμός τους μπορεί να αμφισβητηθεί. Θα πρέπει όμως να τις διακρίνουμε καθώς αφορούν δύο διαφορετικές έως και αντιτιθέμενες μεταξύ τους ιδέες. Προσωπικά καταλαβαίνω τον “πατριωτισμό” ως την αφοσίωση σε ένα συγκεκριμένο μέρος και έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, τον οποίο θεωρεί κάποιος τον καλύτερο στον κόσμο χωρίς όμως να επιθυμεί να τον επιβάλει σε άλλους ανθρώπους. Ο πατριωτισμός είναι από τη φύση του αμυντικός, τόσο από στρατιωτικής όσο και από πολιτισμικής άποψης. Ο εθνικισμός από την άλλη πλευρά είναι αδιαχώριστος από την επιθυμία για εξουσία. Ο σταθερός σκοπός κάθε εθνικιστή είναι να διασφαλίσει περισσότερη εξουσία και περισσότερο κύρος, όχι για τον εαυτό του αλλά για το έθνος ή για κάποια άλλη μονάδα στην οποία έχει επιλέξει να βυθίσει τον ίδιο του τον εαυτό”.
Με άλλα λόγια, ο πατριωτισμός είναι η αγάπη προς την πατρίδα, ενώ ο εθνικισμός είναι η αγάπη προς την πατρίδα σε συνδυασμό με το μίσος προς άλλες χώρες, τους λαούς τους, ή τους πολιτισμούς τους. Ο εθνικισμός επίσης επεκτείνεται και στο μίσος έναντι των συμπολιτών μας που διαφέρουν, και γι' αυτό οι εθνικιστές συχνά υποστηρίζουν εκστρατείες κατασκευής εθνών μέσω της κρατικής εκπαίδευσης για την αφομοίωση των πολιτών σε νόρμες που προσδιόρισε το κράτος, σε εθνικές γλώσσες και άλλα μέσα για τη δημιουργία εθνοτικής, θρησκευτικής ή άλλου είδους ομοιομορφίας.
Το τρίτο πράγμα που έμαθα είναι ότι υπάρχουν τουλάχιστον πέντε κατηγορίες εθνικισμού. Ο εθνικισμός του Έντμουντ Μπερκ ή του Τζωρτζ Ουάσινγκτον προφανώς διαφέρει από τον αιμοσταγή εθνικισμό του Αδόλφου Χίτλερ, αλλά μόνο ο εκλιπών Αμερικανός ιστορικός Carlton J.H. Hayes διακρίνει αυτα τα είδη των εθνικισμών κατατάσσοντάς τα σε μια χρήσιμη πενταμερή ταξονομία:
1.Ο ανθρωπιστικός εθνικισμός: Μια εξέλιξη της φιλοσοφίας του Διαφωτισμού, με επιρροή από τους Χένρι Μπόλινγκμπροουκ, Ζαν-Ζακ Ρουσώ, και Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ, οι οποίοι έδιναν έμφαση στην τοπική αυτοδιάθεση μέσω δημοκρατικών μορφών διακυβέρνησης που βασίζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε έθνους (του κάθε σώματος ανθρώπων), σε αντιπαράθεση προς τις μεγάλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες που κυριαρχούσαν τότε στην Ευρώπη.
2.Ο ιακωβινικός εθνικισμός: Μια κρατική ιδεολογία που υιοθετήθηκε από την επαναστατική γαλλική κυβέρνηση για να εδραιώσει την εξουσία της. Τα τέσσερα χαρακτηριστικά της είναι η δυσπιστία και η μη ανεκτικότητα έναντι της διαφωνίας στο εσωτερικό της χώρας, η έντονη χρήση βίας και μιλιταρισμού για την επίτευξη των κρατικών σκοπών, η φανατική υποστήριξη προς το κράτος, και ο ιεραποστολικός ζήλος για την επέκταση του έθνους.
3.Ο παραδοσιακός εθνικισμός: Μια βραχύβια αντίδραση προς τους Ιακωβίνους, που υποστήριζε το προπολεμικό καθεστώς. Πρόκειται για τον πιο συντηρητικό τύπο εθνικισμού. Οι Έντμουντ Μπερκ. Φρήντριχ φον Σλέγκελ και Κλέμενς φον Μέττερνιχ ήταν οι πιο γνωστοί υποστηρικτές αυτού του βραχύβιου είδους εθνικισμού. Αυτή η μορφή του εθνικισμού δεν επέζησε για πολύ, καθώς την υπονόμευσαν οι πολιτισμικές αλλαγές που επέφερε η Βιομηχανική Επανάσταση.
4.Ο φιλελεύθερος εθνικισμός: Αυτό το είδος εθνικισμού τοποθετείται ανάμεσα στον ιακωβινικό και τον παραδοσιακό. Δίνει έμφαση στην απόλυτη κυριαρχία του εθνικού κράτους αλλά, αντιφατικά σε πρώτη ανάγνωση, επιδιώκει επίσης τον περιορισμό της εξουσίας του κράτους να παρεμβαίνει στην ατομική ελευθερία, διακηρύττοντας ότι ο σκοπός του κράτους είναι η προστασία της ατομικής ελευθερίας και η παροχή δημόσιων αγαθών. Αν ποτέ πήρατε κάποιο μάθημα οικονομικών, το ιδανικό του φιλελεύθερου εθνικισμού είναι κοντύτερα σ' αυτό που οι οικονομολόγοι θεωρούν ως τον προσήκοντα ρόλο του κράτους. Αν πάλι διακρίνετε τις εντάσεις ανάμεσα στην απόλυτη κυριαρχία του κρατους και την προστασία των ατομικών ελευθεριών, τότε η επόμενη φάση του εθνικισμού δεν θα σας εκπλήξει.
5.Ο ολοκληρωτικός εθνικισμός: Αυτό το στάδιο του εθνικισμού θέτει το έθνος και το εθνικό κράτος στο επίκεντρο της ζωής όλων των πολιτών. Αντί το κράτος να δεσμεύεται για την παροχή δημόσιων αγαθών στους πολίτες του, αυτή η μορφή εθνικισμού δίνει έμφαση στη θυσία του ατόμου προς όφελος του έθνους και της κυβέρνησής του. Ακόμη, συχνά υιοθετεί τη λατρεία του αίματος (η λατινική ρίζα του εθνικισμού είναι η λέξη natio που σημαίνει “φυλή”, “εθνοτική ομάδα”, ή “διάκριση μέσω γέννας”) και επιδιώκει την επέκταση του κράτους ώστε να συμπεριλάβει όλους τους ομοεθνείς που ζουν σε άλλες περιοχές. Ο Χέιζ χαρακτηρίζει συνοπτικά αυτή τη μορφή του εθνικισμού ως “αντιατομικό και αντιδημοκρατικό”, όπου όλες οι άλλες υπαγωγές απορροφούνται στην πίστη προς το εθνικό κράτος και την ιδεολογία του δικαίου του ισχυροτέρου.
Το τέταρτο πράγμα που έμαθα είναι ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το ανώτερο στάδιο του εθνικισμού (και όχι του καπιταλισμού όπως πίστευε ο Λένιν), και είναι αδιαχώριστος από τον ιακωβινικό, τον ολοκληρωτικό, και τον παραδοσιακό εθνικισμό και πιθανόν και από τις άλλες εκδοχές του. Οι εθνικιστές επιδιώκουν την επέκταση των εθνών τους, και ο ιμπεριαλισμός ήταν ένας τρόπος για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Πολλοί από τους φιλελεύθερους εθνικιστές του 19ου αιώνα επεξέτειναν τις αποικιοκρατικές τους αυτοκρατορίες, ενώ οι ολοκληρωτιστές εθνικιστές πήγαν ακόμη παραπέρα.
Το πέμπτο πράγμα που έμαθα είναι το πόσο συνδέεται η Γαλλική Επανάσταση με την άνοδο του εθνικισμού. Οι περισσότεροι συγγραφείς, ιδίως οι συντηρητικοί, διαγράφουν τη Γαλλική Επανάσταση ως μια αριστερή τρέλα των Ιακωβίνων που κατέστρεψε θεσμούς και παραδόσεις για να εισαγάγει τη λατρεία της λογικής. Όλα αυτά ήταν βεβαίως ένα μέρος της Γαλλικής Επανάστασης και του χάους που επακολούθησε, αλλά ήταν επίσης μια βαθιά εθνικιστική επανάσταση και κίνημα, που μορφοποιήθηκε από τη δημιουργία μιας “λατρείας του έθνους” από το Παλαιό Καθεστώς, σε μια προσπάθεια να μειωθεί το κόστος της υποχρεωτικής στράτευσης κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Είναι διασκεδαστικό να βλέπει κανείς τους σύγχρονους συντηριτικούς από τη μία μεριά να επικρίνουν τη Γαλλική Επανάσταση και από την άλλη να υιοθετούν μια υπερβολικά παρόμοια μορφή ιακωβινικού εθνικισμού κατά το πρόσφατο ειδύλλιό τους με τον λαϊκισμό.
Το έκτο πράγμα που έμαθα είναι ότι ο εθνικισμός είναι η δεύτερη πιο θανατηφόρα πολιτική ιδεολογία του 20ου αιώνα μετά τον κομμουνισμό. Ο εκλιπών πολιτικός επιστήμονας RJ Rummel υπολόγισε τον αριθμό των ανθρώπων που θανατώθηκαν από τις διάφορες κυβερνήσεις μέσα στον χρόνο. Οι κομμουνιστικές κυβερνήσεις θανάτωσαν περίπου 150 εκατομμύρια ανθρώπους σύμφωνα με την εκτίμησή του. Οι εθνικιστές θανάτωσαν περίπου 92 εκατομμύρια. Αυτά τα 92 εκατομμύρια περιλαμβάνουν τα θύματα των Κινέζων εθνικιστών, των Ιαπώνων εθνικιστών, των Τούρκων εθνικιστών και των Ευρωπαίων εθνικιστών κατά την αποικιοκρατική εποχή. Δεν συμπεριλαμβάνω τις σφαγές που διαπράχθηκαν από τους Ρώσους της προκομμουνιστικής εποχής, τους Μεξικανούς και τους Πακιστανούς, καθώς αυτές είχαν εξωτερικά λιγότερο εθνικιστικό χαρακτήρα απ' ό,τι τα υπόλοιπα καθεστώτα. Οι Αμερικανοί συντηρητικοί και φιλελεύθεροι συχνά, ηχηρά και δικαίως επικρίνουν τους κομμουνιστές για την κληρονομιά σφαγών που κατέλιπε η ιδεολογία τους. Είναι ώρα να αρχίσουμε να επικρίνουμε τους εθνικιστές για την όχι εξίσου, αλλά σε κάθε περίπτωση ομοίως απάνθρωπη κληρονομιά φρίκης της δικής τους ιδεολογίας.
Κάποιοι εθνικιστές όπως ο Thierry Baudet επιχειρούν να επαναπροδιορίσουν τον εθνικισμό με παράλογους τρόπους, ισχυριζόμενοι για παράδειγμα ότι οι εθνικιστές δεν μπορεί να είναι ιμπεριαλιστές - πράγμα που, αν ίσχυε, θα σήμαινε ότι η εποχή του ευρωπαϊκού εθνικισμού δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει παρά μόνο γύρω στο 1997, όταν η διαδικασία της αποαποκιοποίησης σε μεγάλο βαθμό ολοκληρώθηκε. Σε κάθε περίπτωση, η κληρονομιά φρίκης των εθνικιστικών κυβερνήσεων είναι κάτι το οποίο οι σοβαροί εθνικιστές στοχαστές θα πρέπει να αντιμετωπίσουν κατάματα, αντί να επιχειρούν να αλλάξουν τους ορισμούς, όπως κάνουν οι κομμουνιστές όταν ισχυρίζονται ότι η Σοβιετική Ένωση δεν ήταν πραγματικά κομμουνιστική, στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν τα εγκλήματά της.
Ο εθνικισμός είναι μια απλή και σχετικιστική πολιτική ιδεολογία με τεράστια επιρροή σε εκατομμύρια ψηφοφόρους και πολλές κυβερνήσεις. Η προσαρμοστικότητα του στις περισσότερες τοπικές συνθήκες του επιτρέπει να ακμάζει, ιδίως όταν υποστηρίζεται από μια κυβέρνηση που έχει ως στόχο την επέκταση της εξουσίας της τόσο εσωτερικά όσο και διεθνώς. Είναι μια ιδεολογία ελκυστική για τους πολιτικούς ηγέτες, καθώς παρέχει μια προκατασκευασμένη και ευρέως πιστευτή δικαιολόγηση της ολοένα και μεγαλύτερης πολιτικής εξουσίας προκειμένου να Κάνουμε το Έθνος Ξανά Σπουδαίο.
Ο Alex Nowrasteh είναι διευθυντής μελετών μετανάστευσης στο Center for Global Liberty and Prosperity του Cato Institute.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 4 Ιανουαρίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.