Την πρώτη ανακούφιση από τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ που έφεραν την πτώση του Euribor (τριμήνου) από το 4% στο 2,785%, βιώνουν οι δανειολήπτες με κυμαινόμενα επιτόκια στην Ελλάδα, κυρίως οι δανειολήπτες επιχειρηματικών δανείων και αυτοί με παλαιότερα καταναλωτικά δάνεια, από το 2023 ή πιο πριν. Παρατηρείται μάλιστα, πτώση του μέσου επιτοκίου από μισή έως μία μονάδα για τα επιχειρηματικά δάνεια, συγκρίνοντας με τις μέσες τιμές των κυμαινόμενων επιτοκίων το 2023. Στα στεγαστικά τα επιτόκια παραμένουν σταθερά, ενώ η πτώση για τα νέα δάνεια οφείλεται στο πρόγραμμα «Σπίτι μου».
Οι δανειολήπτες για δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου ή με σταθερό επιτόκιο για 5 έτη (το 80% των δανείων), είναι αυτοί που έχουν δει αξιόλογες μειώσεις λέει η ΤτΕ, στην ενδιάμεση Έκθεσή της.
Να σημειωθεί εδώ όμως, ότι για πρώτη φορά εδώ κι ένα χρόνο, παρατηρείται μία αρκετά σημαντική ανοδική αντίδραση στην τιμή του Euribor από τις 30 Δεκεμβρίου 2024, οπότε έφθασε στη χαμηλότερη τιμή του, στα 2,678% από το Μάρτιο του 2023, όταν ακόμα τα επιτόκια της ΕΚΤ ανέβαιναν. Την εβδομάδα που ακολούθησε τη λήξη του 2024, το Euribor τριμήνου ανέβηκε στα 2,785%, τιμή που είχε ξανά στις 19 Δεκεμβρίου.
Οι ελληνικές τράπεζες παρέχουν δάνεια με κυμαινόμενα επιτόκια που έχουν ως βάση το Euribor τριμήνου και σε μερικές περιπτώσεις το Euribor ενός μήνα, πλέον περιθωρίου που χρεώνεται στη βάση του Euribor και κυμαίνεται ανάλογα με δάνειο, διάρκεια και τράπεζα από 1,75% έως 2,75%, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που έδωσαν για τον Ιανουάριο στην Τράπεζα της Ελλάδος οι ελληνικές τράπεζες, με βάση τη νέα υποχρέωση που έχουν.
Ευνοημένοι είναι επίσης οι δανειολήπτες στεγαστικών δανείων, αλλά αυτοί κατά κανόνα ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Όσοι εξυπηρετούν τα δάνειά τους κι έχουν προστασία με πλαφόν στα επιτόκια που έγιναν ουσιαστικά σταθερά δάνεια και όσοι δικαιούχοι αξιοποίησαν το πρώτο πρόγραμμα «Σπίτι μου», με το οποίο το 75% του δανείου ήταν άτοκο.
Στα νέα στεγαστικά με κυμαινόμενο, οι μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, έφεραν μέσο επιτόκιο 3,88%, ενώ στα παλαιότερα στεγαστικά άνω των 5 ετών το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε σε 4,26% και ουσιαστικά παραμένει στα ίδια επίπεδα.
Στην κατηγορία των καταναλωτικών δανείων παρατηρήθηκε στο δεκάμηνο, ότι τα επιτόκια για την πλειοψηφία των δανείων «υποχωρούσε ήδη από το τρίτο τρίμηνο, με συνέπεια το μεσοσταθμικό επιτόκιο στα δάνεια τακτής λήξης αυτής της κατηγορίας να μειωθεί περίπου κατά μισή ποσοστιαία μονάδα σε 10,8%, κατά μέσο όρο το δεκάμηνο του τρέχοντος έτους, έναντι μέσης τιμής 11,3% το 2023».
Τον Νοέμβριο το μέσο επιτόκιο σε παλαιότερα καταναλωτικά και λοιπά δάνεια με διάρκεια άνω των 5 ετών, μειώθηκε περαιτέρω στα 8,32%.
Στα νέα καταναλωτικά δάνεια με συγκεκριμένη διάρκεια το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε σε 12,23%, από 12,04% τον Σεπτέμβριο, ενώ τα ανοικτά καταναλωτικά παραμένουν ψηλά στο 15%.
Επιχειρηματικά δάνεια
Τα επιχειρηματικά δάνεια χωρίς να υπολογίζονται τα ενισχυτικά προγράμματα από τα Ταμεία της ΕΕ, έχουν έτσι κι αλλιώς διευκολυνθεί από τη μείωση των επιτοκίων και η πτώση είναι σημαντική ανάσα για τις επιχειρήσεις και τα χρηματοοικονομικά κόστη τους. Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο για νέα δάνεια τακτής λήξης ήταν 5,02% το Νοέμβριο 2024, ενώ το μέσο επιτόκιο στο προηγούμενο δεκάμηνο ήταν 5,5%. Πρόκειται για μείωση μισή μονάδας, έναντι του μέσου επιτοκίου της χρονιάς μέχρι τον Οκτώβριο.
Η μείωση όμως, είναι μεγαλύτερη για τα δάνεια μέχρι 250.000 ευρώ και φθάνει τη μία μονάδα από μέσο επιτόκιο 6% στο δεκάμηνο σε 5,06% το Νοέμβριο και 6,2% μέσο επιτόκιο για το σύνολο του 2023.
Αξιόλογες είναι οι μειώσεις επιτοκίων και σε άλλες κατηγορίες επιχειρηματικών δανείων. Για ποσά μέχρι 1 εκατ. ευρώ το επιτόκιο από 5,8% για όλο το 2023, μειώθηκε 5,3% το Νοέμβριο 2024, ενώ για ποσά άνω του 1 εκατ. ευρώ το επιτόκιο μειώθηκε σε 4,75% από 5,8% μέσο επιτόκιο το 2023.