Το τελευταίο βήμα για την κανονικότητα στις τράπεζες είναι η ανταμοιβή των μετόχων. Ανταμοιβή για την υπομονή και ενδεχομένως για την ψυχική αντοχή σε όσα έχουν συμβεί στον κλάδο όλα αυτά τα χρόνια. Μέχρι τώρα οι μέτοχοι ήταν συμμέτοχοι στις δυσκολίες και στην υλοποίηση των επιχειρηματικών πλάνων εξυγίανσης. Από φέτος που η οργανική κερδοφορία των τραπεζών δείχνει σοβαρά δείγματα γραφής για το μέλλον είναι λογικό να υπάρχει η προσμονή του μερίσματος, της έμπρακτης δηλαδή ανταμοιβής των μετόχων.
Την προσδοκία του μερίσματος την καλλιέργησαν οι τράπεζες θέλοντας με αυτό τον τρόπο να επισημάνουν την αλλαγή σελίδας στη λειτουργία τους επιτυγχάνοντας παράλληλα την προσαρμογή των κεφαλαιοποιήσεών τους στις ώριμες αποτιμήσεις άλλων Ευρωπαϊκών τραπεζών.
Τίποτα δεν έγινε εύκολα όλα αυτά τα χρόνια στις τράπεζες, ο «Ηρακλής» -το πρόγραμμα εξυγίανσης του ενεργητικού- πέρασε από σαράντα κύματα και όταν η κατάσταση έδειχνε ότι οδεύει προς εξομάλυνση μεσολάβησε μια πανδημία και εσχάτως μια ενεργειακή κρίση. Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά οι τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν και το ρυθμιστικό πλαίσιο: Η δημιουργία κεφαλαιακού μαξιλαριού με ομόλογα για την κάλυψη των αναγκών του MREL δεν θα είναι μια φθηνή υπόθεση, τουλάχιστον όσο οι προσδοκίες για τα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών κινούνται ανοδικά.
Αν οι τράπεζες πληρώνουν 7% και 9% κόστος χρήματος για να εκδώσουν διετή ομόλογα και το μέσο spread των δανείων τους είναι 3,5 -4,0% η πληρωμή των μερισμάτων αποτελεί μια μικρή έως μεγάλη πολυτέλεια. Και τούτο διότι το μέρισμα είναι μέρος των βασικών κεφαλαίων που μειώνει την ανάγκη έκδοσης νέων ακριβών ομολόγων.
Την ίδια στιγμή οι τράπεζες έχουν ξεκινήσει την αποπληρωμή της βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης της ΕΚΤ. Η ταμειακή ρευστότητα δεν είναι πρόβλημα αυτήν την περίοδο, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται υπομοχλευμένες στο σύνολο τους. Ωστόσο δεν παύει να αποτελεί μια φθηνή πηγή κεφαλαίων που σταδιακά περιορίζεται.
Άρα τι μένει; Οι καταθέσεις. Νομοτελειακά θα ακριβύνουν, ίσως όχι με τον ρυθμό που αυξάνεται το κόστος των χορηγήσεων αλλά σίγουρα δεν θα μείνουν στις 11 μονάδες βάσης. Το καλό για τις τράπεζες είναι ότι μια οικονομία σε ανάπτυξη γεννάει καταθέσεις άρα η διαφορά θα παραμείνει υπέρ των χορηγήσεων διευρύνοντας το επιτοκιακό περιθώριο.
Οι επιφυλάξεις του επόπτη έχουν να κάνουν και με το ύψους των κεφαλαίων που θα χρειαστεί να αντλήσουν οι τράπεζες στο μέλλον: Το MREL θέλει ακόμα 9 δισ. ευρώ για να έρθει σε συμφωνία στο τέλος του 2025 με τα ελάχιστα κεφάλαια του σχετικού δείκτη. Βέβαια, οι τράπεζες σε αυτή την τριετία προσαρμογής αναμένουν κερδοφορία που θα κινηθεί μεταξύ 7% και 10% σε σχέση με την ενσώματη καθαρή θέση, δηλαδή αθροιστικά πάνω από 5 δισ. ευρώ.
Άρα η κατάσταση δεν είναι τόσο δραματική, σίγουρα όμως απαιτεί κάποια σύνεση. Πιθανότατα ένα συμβολικό μέρισμα να χρυσώσει το χάπι. Θα ικανοποιήσει τους πάντες και θα ανανεώσει το ραντεβού με το μέρισμα για την επόμενη χρονιά ή και νωρίτερα αν οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Οι δείκτες MREL των συστημικών τραπεζών