Πτωτική πορεία είχαν τα επιτόκια δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά από Ιανουάριο, μέχρι το τέλος Οκτωβρίου 2024 στην Ελλάδα. Αλλά τα επιτόκια δανείων που υπολογίζουν οι τράπεζες, δεν μετρούν το πραγματικό κόστος, που είναι μικρότερο τόσο σε επιχειρηματικά όσο και σε νέα στεγαστικά δάνεια. Στα επιχειρηματικά δάνεια υπάρχουν προγράμματα, όπως του Ταμείου Ανάκαμψης και της ΕΤΕπ, ενώ στα στεγαστικά το «Σπίτι μου».
Το πραγματικό μέσο κόστος στα δάνεια που έδωσαν οι τράπεζες στο δεκάμηνο, είναι 2,6% για τα επιχειρηματικά και 3,1% για τα δάνεια στα νοικοκυριά.
Στις επίσημες σειρές πάντως, το μεσοσταθμικό επιτόκιο στα επιχειρηματικά δάνεια τακτής λήξης, μειώθηκε στο δεκάμηνο φέτος κατά μέσο όρο 25 μονάδες βάσης, σε 5,5%. Το μεσοσταθμικό επιτόκιο στα καταναλωτικά δάνεια τακτής λήξης, μειώθηκε περίπου κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, σε 10,8% από 11,3% το 2023.
Τα επιτόκια στα νέα στεγαστικά δάνεια υποχώρησαν επίσης αλλά είχαν αυξηθεί στην αρχή του έτους και έτσι το μεσοσταθμικό επιτόκιο στεγαστικών δανείων παρέμεινε, κατά μέσο όρο το 2024, σε 4,1%, όσο ήταν το μέσο επιτόκιο το 2023, αν δεν υπολογιστεί το ευνοϊκό πρόγραμμα για τα νέα ζευγάρια.
Αλλά το πραγματικό κόστος των δανείων αυτών ήταν μικρότερο, όπως αναφέρει η Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ, για τα επιτόκια των δανείων.
Ειδικότερα, όπως σχολιάζει η ΤτΕ, «το κόστος δανεισμού για πολλές Μη Χρηματοπιστωτικές Επιχειρήσεις (ΜΧΕ), είναι στην πράξη χαμηλότερο από εκείνο που αποτυπώνεται στις σειρές των επιτοκίων της νομισματικής και τραπεζικής στατιστικής.
Οι σειρές δεν αντανακλούν το γεγονός ότι πολλά δάνεια προς ΜΧΕ συγχρηματοδοτούνται από πόρους του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και άλλων φορέων (όπως η ΕΤΕπ), οι οποίοι διατίθενται από τους εν λόγω φορείς με πολύ χαμηλά επιτόκια» λέει η ΤτΕ.
Και στην περίπτωση των στεγαστικών δανείων όμως, λέει η ΤτΕ, «το κόστος δανεισμού των νοικοκυριών ήταν χαμηλότερο στην πραγματικότητα, καθώς πολλοί δανειολήπτες ωφελήθηκαν από το συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα «Σπίτι μου», για το οποίο το 75% του δανείου ήταν άτοκο, κάτι που δεν αποτυπώνεται στη στατιστική σειρά των επιτοκίων».
Το πραγματικό μέσο κόστος των δανείων
Το μέσο πραγματικό επιτόκιο τραπεζικών δανείων για τις ΜΧΕ, διαμορφώθηκε σε 2,6% στο δεκάμηνο του 2024, έναντι 1,7% το 2023. Αντίστοιχα, το μέσο πραγματικό επιτόκιο τραπεζικών δανείων για τα νοικοκυριά διαμορφώθηκε σε 3,1%, έναντι 2% το 2023.
Στο δεκάμηνο του 2024 η διαφορά επιτοκίου μεταξύ Ελλάδος και ζώνης του ευρώ στο μεσοσταθμικό κόστος δανεισμού περιορίστηκε στις 72 μονάδες βάσης για τις ΜΧΕ (2023: 118 μονάδες βάσης, μέσος όρος 2011 - 2022: 257 μονάδες βάσης) και στις 41 μονάδες βάσης για τα νοικοκυριά για τη λήψη στεγαστικού δανείου (2023: 45 μονάδες βάσης, μέσος όρος 2011 - 2022: 73 μονάδες βάσης).
Σε πραγματικούς ex post όρους, (δηλαδή σε πραγματικές συνθήκες μετά το γεγονός της εκταμίευσης υπολογίζοντας και τον πληθωρισμό), τα μεσοσταθμικά επιτόκια των τραπεζικών δανείων αυξήθηκαν το 2024, έναντι του προηγούμενου έτους, λόγω συγκράτησης του πληθωρισμού, λέει η ΤτΕ.
Να σημειωθεί πάντως, ότι αυτά σχετίζονται και με τη χρονική διάρκεια που περνούν οι αυξήσεις και οι μειώσεις επιτοκίων. Η μείωση επιτοκίων ξεκίνησε τον Ιούνιο φέτος, ενώ τα επιτόκια της ΕΚΤ, παρέμειναν στο υψηλότερο επίπεδο, επί 9 μήνες από τον Σεπτέμβριο του 2023.
Σε ποια επιτόκια δανείων σημειώθηκαν αξιόλογες μειώσεις
Μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών δανείων τακτής λήξης, αξιόλογη υποχώρηση, κατά περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα, κατέγραψαν τα ονομαστικά επιτόκια στα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, έως 250.000 ευρώ.
Αναλυτικότερα, το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο το δεκάμηνο του 2024 σε:
(α) 6% στα δάνεια έως 250.000 ευρώ (2023: 6,2%),
(β) 5,9% στα δάνεια μεταξύ 250.000 ευρώ και 1 εκατ. ευρώ (2023: 5,8%) και
(γ) 5,4% στα δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ (2023: 5,8%).
Το μερίδιο των μεγαλύτερων νέων δανείων άνω του 1 εκατ. ευρώ, ενισχύθηκε ελαφρώς σε σύγκριση με το 2023 (σε 90% της ετήσιας ακαθάριστης ροής των επιχειρηματικών δανείων με τακτή λήξη, έναντι 87% το 20233).
Οι μειώσεις στα επιχειρηματικά δάνεια σημειώθηκαν από τον Ιούνιο και μετά. Τα επιτόκια στα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (περίπου το 25% της ακαθάριστης ροής επιχειρηματικών δανείων το 2024) κατέγραψαν μειώσεις μόλις από τα μέσα του τρέχοντος έτους, με συνέπεια - λόγω της προηγηθείσας ανοδικής τάσης τους - το μεσοσταθμικό επιτόκιο να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,9%, ελαφρώς υψηλότερα από το 2023 στο δεκάμηνο.
Στα δάνεια μη καθορισμένης διάρκειας το μεσοσταθμικό επιτόκιο παρέμεινε αμετάβλητο σε 6,5%, λέει η ΤτΕ.
Καταναλωτικά και στεγαστικά
Αξιόλογες, ήταν οι μειώσεις ονομαστικού επιτοκίου στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο ή σταθερό έως 5 έτη, τα οποία συνιστούσαν άνω του 80% της ροής καταναλωτικών δανείων τακτής λήξης.
Τα ονομαστικά επιτόκια των στεγαστικών δανείων επίσης υποχώρησαν, ωστόσο οι μειώσεις τους ξεκίνησαν πιο πρόσφατα – από τις αρχές του τρέχοντος έτους – και έτσι η μέχρι στιγμής σωρευτική μείωσή τους δεν επαρκεί ώστε να αναστρέψει τις αυξήσεις επιτοκίων που είχαν προηγηθεί. Κατά συνέπεια, το μεσοσταθμικό επιτόκιο στεγαστικών δανείων παρέμεινε κατά μέσο όρο το 2024 σε 4,1%, στο ίδιο επίπεδο με τη μέση τιμή του 2023.
Το επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια παρέμεινε σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τη μέση τιμή του 2023 (15%).