Ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν όρισε δικάσιμο για την ποινική υπόθεση της τουρκικής Halkbank για τον Μάρτιο του 2021, απορρίπτοντας αίτημα των δικηγόρων της τράπεζας για καθυστέρηση της εκδίκασης μέχρι το 2022.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Law.com, ο δικαστής Ρίτσαρντ Μπέρμαν της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, έκανε δεκτό το αίτημα των ομοσπονδιακών εισαγγελέων για έναρξη των διαδικασιών στις αρχές του 2021.
Η κατηγορία, η οποία επισείει σύμφωνα με τους αμερικανικούς νόμους ποινή ικανή να εξαφανίσει την κρατική τουρκική τράπεζα και να κλονίσει συθέμελα το τουρκικό τραπεζικό σύστημα, είναι ότι Halkbank βοήθησε το Ιράν να αποφύγει δισεκατομμύρια δολάρια από τις οικονομικές κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Οι δικηγόροι της Halkbank, το γραφείο Williams & Connolly, υποστήριξαν κατά τη διάρκεια της ακρόασης ότι η παγκόσμια πανδημία έχει καταστήσει σχεδόν αδύνατο να ταξιδέψουν στην Τουρκία για να συναντηθούν με τους πελάτες τους και ισχυρίστηκαν ότι θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο για μεταφράσεις των καταθέσεων των πιθανών μαρτύρων.
Το ζήτημα της τράπεζας αναφέρεται εκτενώς στο βιβλίο του πρώην συμβούλου εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ, Τζον Μπόλτον.
Στο βιβλίο του ο Μπόλτον κάνει αποκαλύψεις για την σχέση του Τούρκου προέδρου με τον Ντόναλντ Τραμπ, όπου αναφέρεται στις υποθέσεις της τράπεζας Halkbank, του Φετουλαχ Γκιουλέν και άλλων καυτών θεμάτων.
«Ήθελε να καταπέσει η υπόθεση Halkbank, απίθανο τώρα που οι Αμερικανοί εισαγγελείς είχαν βυθίσει τα άγκιστρα τους στις απάτες της τράπεζας», γράφει ο Μπόλτον και συνεχίζει «Ενημέρωσα τον [Υπουργό Εξωτερικών Μάικ] Πομπέο και τον [Υπουργό Οικονομικών Στίβεν] Μνούτσιν για αυτό το κανάλι και οι δύο εξερράγησαν». Ο Μπράνσον απελευθερώθηκε τελικά τον Οκτώβριο του 2018 και έφτασε στην Ουάσινγκτον.
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν έλεγε στον Τραμπ ότι η τράπεζα ήταν «εντελώς αθώα» όπως γράφει ο Μπόλτον. Έτσι ο πρόεδρος είπε στον ομόλογό του ότι «Θα φροντίσει τα πράγματα, εξηγώντας ότι οι εισαγγελείς της Νέας Υόρκης δεν ήταν δικοί του αλλά του Ομπάμα, ένα πρόβλημα που θα επιλυόταν».
Η υπόθεση ξέσπασε το 2017, όταν οι αμερικανικές αρχές συνέλαβαν τον Μεχμέτ Ατίλα τότε υψηλόβαθμο στέλεχος της τράπεζας με την κατηγορία ότι συνωμότησε με τον τουρκοϊρανό έμπορο χρυσού Ρεζά Ζαράμπ (που ήδη είχε συλληφθεί) ώστε να παρακάμψουν τις κυρώσεις.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Ζαράμπ -έγινε μάρτυρας κατηγορίας εναντίον του Ατίλα, (έπειτα από συμφωνία που σύναψε με τους Αμερικανούς εισαγγελείς) και αποκάλυψε ότι από τον Μάρτιο 2012 έως τον Μάρτιο 2013 δωροδόκησε με περισσότερα από 50 εκατομμύρια ευρώ τον πρώην υπουργό Οικονομίας της Τουρκίας, Ζαφέρ Τσαγκλαγιάν.