Του Νίκου Μελέτη
Διπλό χτύπημα μέσα σε λίγες ώρες δέχθηκε η Τουρκία καθώς ΕΕ και ΗΠΑ κηρύσσουν άκυρο το Μνημόνιο που υπέγραψε ο Τ. Ερντογαν με τον πρωθυπουργό της Τρίπολης Φ. Σαράζ, και οι δυο προετοιμάζουν το έδαφος για κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας, ενώ με μια βαρυσήμαντη παρέμβασή της η Ουάσιγκτον απορρίπτει την τουρκική θέση ότι τα νησιά δεν έχουν θαλάσσιες ζώνες. Μια θέση που αποτελεί την βάση των αυθαίρετων ερμηνειών του Διεθνούς Δικαίου και τον κορμό των διεκδικήσεων της εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, σε Αιγαίο και Μεσόγειο.
Η ξεκάθαρη και δημόσια αυτή τοποθέτηση των ΗΠΑ έρχεται μάλιστα την ώρα που τα αμερικανικά νομοθετικά Σώματα, δείχνουν την οργή τους εναντίον του Τ. Ερντογάν αποφασίζοντας την προώθηση απόφασης για επιβολή κυρώσεων λόγω των S-400 και εγκρίνοντας ψήφισμα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Η δημόσια τοποθέτηση των ΗΠΑ που προκάλεσε έκπληξη, καθώς έγινε σε μια τυπική συνάντηση στελεχών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που επισκέπτονται την Αθηνα, με δημοσιογράφους, με τον πρεσβευτή Τ. Πάιατ να παίρνει τον λόγο και να δηλώνει ότι οι ΗΠΑ μελέτησαν τη νομική θέση του Μνημονίου Τουρκίας - Λιβύης και «έχουν διαφορετική νομική θέση από την Τουρκία σε σχέση με τα νησιά και την Σύμβαση γα το Δίκαιο της Θάλασσας, καθώς βάσει του εθιμικού διεθνούς Δικαίου τα νησιά πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως οι ηπειρωτικές ακτές». Είναι η πρώτη φορά που με τόσο ξεκάθαρο τρόπο οι ΗΠΑ (που όπως και η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας» παίρνουν θέση σε αυτό το λεπτό ζήτημα που αποτελεί το σημαντικότερο όπλο της Ελλάδας έναντι των τουρκικών παράλογων διεκδικήσεων που θεωρούν ότι κανένα νησί ανεξαρτήτως μεγέθους δεν έχει επήρεια πέραν των χωρικών υδάτων του (δηλαδή, στην περίπτωση των ελληνικών νησιών τα 6 ν.μ.).
Η δήλωση την οποία δημοσιοποίησε ο κ. Πάιατ είναι επίσημη θέση του Στέιτ Ντιπαρτμεντ και δεν είναι άσχετη φυσικά και με τη στρατηγική των ΗΠΑ στη Νοτιοανατολική Ασία και στη Σινική Θάλασσα, αλλά σε κάθε περίπτωση αποτελεί ένα ισχυρό πλήγμα στην πολιτική της Άγκυρας. Θα μπορούσε ίσως να ήταν καλύτερη η διατύπωση της καθώς το Δίκαιο της Θάλασσας δεν αναφέρεται σε κατοικημένα νησιά αλλά σε όλα τα νησιά, ακόμη και βράχους, εκτός εκείνων «οι οποίοι δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση ή δική τους οικονομική ζωή, οι οποίοι δεν θα έχουν αποκλειστική οικονομική ζώνη ή υφαλοκρηπίδα» (άρθρο 121 παρ. 3).
Στην «εξαφάνιση» της επήρειας των νησιών στηρίζεται η Τουρκία για να αμφισβητήσει την κυπριακή ΑΟΖ στέλνοντας τέσσερα πλοία της για παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις, με την θεωρία αυτή διεκδικεί όλη την ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο, βάσει αυτής της θεωρίας ανακάλυψε ότι έχει σύνορα με την Λιβύη και επίσης με αυτή την αυθαίρετη και παράνομη προσέγγιση διεκδικεί τη διχοτόμηση του Αιγαίου με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο μέσο της απόστασης των δυο ηπειρωτικών ακτών, με την πλήρη διαγραφή των νησιών.
Η αμερικανική τοποθέτηση είναι ένα εργαλείο το οποίο θα αποδειχθεί πολύ χρήσιμο για την Ελλάδα τόσο στην προσπάθεια της για ακύρωση και εξουδετέρωση της Συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης όσο και για πιθανή μελλοντική διαπραγμάτευση για τις οριοθετήσεις στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο. Και ίσως και πιο πριν εάν η Τουρκία επιχειρήσει με βάση την θεωρία της περί μη επήρειας των νησιών να επιχειρήσει να επιβάλει τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδας σε περιοχές που καταφανώς ανήκουν σε θαλάσσιες ζώνες νησιών όπως η Ρόδος, η Κάρπαθος, η Κρήτη κ.ά.
Η δημόσια, απρόσμενη αυτή παρέμβαση από την Ουάσιγκτον ήρθε την στιγμή που την Τετάρτη η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας ενέκρινε νομοσχέδιο που προνοεί κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας για τη στρατιωτική της επίθεση στη βόρεια Συρία και την αγορά της του ρωσικού συστήματος αεράμυνας S-400, με ψήφους μάλιστα 18-4 σε ένα Σώμα που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους και χθες ήταν η σειρά της ολομέλειας της Γερουσίας να εγκρίνει και μάλιστα ομόφωνα ψήφισμα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Το ψήφισμα είχε μπλοκαριστεί, κατά την επίσκεψη Ερντογάν στην Ουάσιγκτον, από γερουσιαστές φίλους του κ. Τραμπ, αλλά πλέον φαίνεται ότι και οι γερουσιαστές αυτοί αισθάνονται ότι έχουν υποστεί εμπαιγμό τόσο από τον πρόεδρο Τραμπ αλλά κυρίως από την Άγκυρα και τον Ερντογάν. Εξάλλου σημαντικοί γερουσιαστές που μέχρι τώρα μπλόκαραν τις αποφάσεις αυτές είχαν συναντηθεί στον Λευκό Οίκο με τον πρόεδρο Ερντογάν παρουσία του Ντ. Τραμπ και φαίνεται ότι είχαν αποκομίσει την εντύπωση ότι με την επιστροφή του στην Τουρκία ο κ. Ερντογάν θα έβρισκε τρόπο να «θάψει» την υπόθεση των S400. Αντ'' αυτού είδαν τον κ. Ερντογάν να δηλώνει ότι οι ρωσικοί πύραυλοι θα ενεργοποιηθούν κανονικά ,ότι πιθανότατα θα αγοράσει και δεύτερη παρτίδα S400 και ότι συζητά με την Μόσχα και την αγορά μαχητικών σε αντικατάσταση των F35.
Όλα αυτά «τούμπαραν» τους συσχετισμούς στην Ουάσιγκτον όπου υπάρχει ένα εξαιρετικά βαρύ κλίμα για την Τουρκία το οποίο δεν θα είναι εύκολο ούτε στον κ. Τραμπ για να το ανατρέψει.
«Οι ενέργειες της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια έχουν ξεπεράσει τα όρια. Αυτό το νομοσχέδιο καθιστά σαφές στην Τουρκία ότι η στάση της στη Συρία είναι απαράδεκτη και η αγορά των S-400 είναι μη βιώσιμη», ανέφερε σε tweet του ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ πρωτεργάτης και της απόφασης για τις κυρώσεις και για την Γενοκτονία των Αρμενίων. Ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ραντ Πολ εξήγησε την αρνητική στάση του για τις κυρώσεις όχι επί της ουσίας αλλά επειδή όπως είπε θα δυσκολέψουν τους χειρισμούς του κ. Τραμπ με τον Ερντογάν για τους πυραύλους και την Συρία.
Αλλά ο πρόεδρος της επιτροπής, επίσης ρεπουμπλικάνος, Τζιμ Ρις δήλωσε ότι «αυτή είναι η ώρα η Γερουσία να συνασπιστεί και να αδράξει αυτή την ευκαιρία για να αλλάξει τη στάση της Τουρκίας» και ότι «αυτό δεν είναι ένας μικρός καβγάς ,αλλα είναι μια στροφή της Τουρκίας, σε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που είχε στο παρελθόν. Μας κοροϊδεύουν …» ήταν η οργισμένη διαπίστωση του σημαντικού Αμερικανού γερουσιαστή.
Την ίδια ώρα και η ΕΕ έστελνε ξεκάθαρο μήνυμα στην Τουρκία κηρύσσοντας άκυρο και χωρίς νομικά αποτελέσματα το Μνημόνιο Τουρκίας -Λιβύης, εκφράζοντας αλληλεγγύη στην Ελλάδα και στην Κύπρο, σε μια κίνηση πολιτικής σημασίας, ενόσω παραμένει ανοικτή η διαδικασία για προώθηση επιβολής κυρώσεων λόγω της «εισβολής» στην κυπριακή ΑΟΖ και η οποία μπορεί να διευρυνθεί εφόσον υπάρξουν αντίστοιχες παραβιάσεις και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.