Μια μέρα πριν τη κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής των «27» στις Βρυξέλλες, η γερμανική προεδρία συμφώνησε με την Ουγγαρία και την Πολωνία ώστε να άρουν το βέτο που είχαν θέσει μπλοκάροντας το Ταμείο Ανάκαμψης.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Πολωνίας Γιάροσλαβ Γκόβιν δήλωσε ότι επετεύχθη συμβιβασμός με τη Γερμανία, λίγες ώρες πριν τη Σύνοδο.
Σύμφωνα με ένα σχέδιο κειμένου που επικαλείται η εφημερίδα Financial Times, η δήλωση θα καταστήσει σαφές ότι η ΕΕ θα μεταχειρίζεται τα κράτη μέλη ισότιμα κατά την εφαρμογή του μηχανισμού του κράτους δικαίου και δεν θα κάνει διακρίσεις σε καμία μεμονωμένη χώρα. Οι νέοι κανόνες θα ισχύουν μόνο για τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ από το 2021, και όχι για τα υπάρχοντα κονδύλια - κάτι που αποτελεί μακροχρόνια απαίτηση του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν.
Η συμφωνία προβλέπει επίσης ότι η επιτροπή θα εφαρμόσει τους νέους κανόνες μόνο μετά από οποιαδήποτε νομική ενέργεια ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που αμφισβητεί τους κανόνες.
Η Πολωνία και η Ουγγαρία, δύο χώρες με εθνικιστικές κυβερνήσεις, συνυπέγραψαν τον περασμένο Ιούλιο τη συμφωνία για τη δημιουργία Ταμείου Ανάκαμψης. Στη συνέχεια, όμως, μπλόκαραν τόσο το Ταμείο όσο και τον κοινοτικό προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027, όταν η Κομισιόν προκειμένου να απελευθερώσει τα κονδύλια ζήτησε τον σεβασμό του κράτους δικαίου από κάθε χώρα-μέλος.
Οι κυβερνήσεις των δύο χωρών κατηγορούνται από τις Βρυξέλλες για παραβιάσεις θεμελιωδών δημοκρατικών κανόνων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Η αρνητική στάση Ουγγαρίας και Πολωνίας είχε οδηγήσει μάλιστα τις Βρυξέλλες στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων για τον προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης χωρίς τη συμμετοχή τους.
Πρόσφατα, μάλιστα, ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχε αποκαλύψει στην εφημερίδα Financial Times, ότι οι Βρυξέλλες προχώρησαν στις πρώτες συζητήσεις για τη δημιουργία του Ταμείου χωρίς Πολωνία και Ουγγαρία.
Ο αξιωματούχος είπε ακόμα ότι τα 25 κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ το επόμενο έτος με τη μορφή «γέφυρας» έως ότου η Ουγγαρία και η Πολωνία πάρουν πίσω το βέτο τους στον συνολικό προϋπολογισμό.