«Η Αγία Σοφία είναι ιδιοκτησίας της Τουρκίας» απάντησε ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών Χαμί Ακσόι στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο ο οποίος κάλεσε την Άγκυρα να σεβαστεί ο παγκόσμιο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς και να μην το μετατρέψει σε τζαμί, εκφράζοντας παράλληλα την έκπληξή του.
Σε δήλωσή του, ο Ακσόι υπογράμμισε πως «η Αγία Σοφία είναι ιδιοκτησία της Τουρκίας, όπως όλα τα πολιτιστικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στη χώρα, μιλώντας για ζήτημα εσωτερικών υποθέσεων, στο πλαίσιο των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Άγκυρας».
Επίσης, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση της χώρας έχει λάβει μέτρα για να προστατεύσει τη θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία των πεποιθήσεων, σημειώνοντας πως οι ελευθερίες αυτές είναι εγγυημένες από το τουρκικό σύνταγμα και τους νόμους, για όλους τους πολίτες χωρίς καμία διάκριση.
Ολόκληρες οι δηλώσεις του Τούρκου υπουργού εξωτερικών είχαν ως εξής:
«Το δελτίο Τύπου που εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ σχετικά με το καθεστώς της Αγίας Σοφίας μας προκάλεσε έκπληξη.
Η κυβέρνησή μας έλαβε σιωπηλά επαναστατικά μέτρα για να προστατεύσει την ελευθερία της θρησκείας και των πεποιθήσεων, που είναι εγγυημένη από το σύνταγμα και τους νόμους μας, για όλους τους πολίτες μας χωρίς καμία διάκριση.
Σε αυτό το πλαίσιο, προστατεύουμε σχολαστικά όλες τις πολιτιστικές ιδιοκτησίες που κατέχουμε χωρίς καμία διάκριση, συμπεριλαμβανομένης της Αγίας Σοφίας, στο πλαίσιο της παράδοσης της ανεκτικότητας που απορρέει από τον πολιτισμό και την ιστορία μας.
Η Τουρκία φρόντιζε ευλαβικά την ιστορική, πολιτιστική και πνευματική αξία της Αγίας Σοφίας από την κατάκτησή της.
Σε αυτήν την περίπτωση, υπενθυμίζουμε και πάλι μια πραγματικότητα που πρέπει να επαναλαμβάνουμε συνεχώς. Η Αγία Σοφία είναι ιδιοκτησία της Τουρκίας, όπως όλα τα πολιτιστικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στη γη μας.
Κάθε είδους κίνηση επίδειξης ισχύος σχετικά με την Αγία Σοφία είναι επίσης ένα ζήτημα που αφορά τις εσωτερικές μας υποθέσεις στο πλαίσιο πάντα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Τουρκίας.
Φυσικά όλοι είναι ελεύθεροι να εκφράσουν τη γνώμη τους. Ωστόσο, δεν είναι αποδεκτό το να μιλά κανείς για κυριαρχικά δικαιώματα χρησιμοποιώντας μια γλώσσα «προειδοποιήσεων και επιβολής».