Η ατζέντα Τραμπ, δεν επηρεάζει μόνο τα μακροοικονομικά μεγέθη της αμερικανικής οικονομίας. Δεν επηρεάζει μόνο τις αγορές και το κυνήγι των υπεραξιών. Δεν επηρεάζει μόνο τις κερδοφορίες των εταιρειών. Η ατζέντα Τραμπ επηρεάζει και το ίδιο το DNA της Wall Street.
Το 2024 ήταν μια χρονιά που το ESG, δηλαδή η Περιβαλλοντική, Κοινωνική και Εταιρική Διακυβέρνηση δεν είχε την τιμητική της ανάμεσα στην επενδυτική κοινότητα της Wall Street. Περισσότερα από 12 ESG Funds αναγκάστηκαν να ρευστοποιηθούν μέσα στο 2024, μεταξύ των οποίων ήταν και πέντε funds που διαχειριζόταν η BlackRock. Οι επενδυτές δηλώνουν μη ικανοποιημένοι από τις αποδόσεις των funds τα οποία επενδύουν σε μετοχές με βασικό κριτήριο τις ESG πολιτικές που ακολουθούν.
Το ποσοστό των επενδυτών που διάκεινται θετικά απέναντι στις αρχές της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης όσον αφορά στη λήψη των επενδυτικών τους αποφάσεων, υποχώρησε το 2024 στο 48%, σύμφωνα με έρευνα του Association of Investment Companies.
Συνεχίζοντας την πτωτική του πορεία από το 53% του 2023, το 60% του 2022 και το 66% του 2021. Απαντώντας στην ίδια έρευνα του AIC, αρκετοί επενδυτές υποστήριξαν ότι παρ’ όλο που κατανοούν τη σημασία της εφαρμογής των αρχών ESG, εκτιμούν ότι η κερδοφορία των εταιρειών αποτελεί γι‘ αυτούς προτεραιότητα. Μόλις το 17% των επενδυτών εκτιμούν σήμερα ότι η ESG πολιτική συμβάλει στην απόδοση των επενδύσεων, από 22% που ήταν το 2023.
Δεν είναι όμως μόνο η περιβαλλοντική, κοινωνική και εταιρική διακυβέρνηση που αμφισβητείται σε επίπεδο μετόχων. Είναι και η πολιτική DEΙ που δοκιμάζεται στις ΗΠΑ. Ο όρος DEI προέρχεται από το τρίπτυχο «diversity, equity and inclusion», δηλαδή τη διαφορετικότητα, την ισότητα και τη συμπερίληψη. Kαι δεν είναι μόνο οι μέτοχοι που αμφισβητούν τη χρησιμότητα της πολιτικής DEI. Το 69% των ανώτατων στελεχών που είχαν ερωτηθεί σε έρευνα του TCB (The Conference Board) δήλωσαν ότι οι πολιτικές DEI αντιμετωπίζουν σημαντική δυσκολία και αντίσταση στην εφαρμογή τους.
Καθώς οι παρεμβάσεις των μετόχων υπέρ της DEI ατζέντας αρχίζουν να υποχωρούν στις ΗΠΑ, ενώ αντίθετα αυξάνεται η υποστήριξη των αντί - DEI θέσεων. Για παράδειγμα, το 2021 με βάση τα στοιχεία του Conference Board, είχαν υπάρξει 90 πρωτοβουλίες των μετόχων υπέρ εφαρμογής της διαφορετικότητας, της ισότητας και της συμπερίληψης ανάμεσα στις εταιρείες του χρηματιστηριακού δείκτη Russell 3000 και μόλις μία πρωτοβουλία κατά. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 2024, 38 πρωτοβουλίες ήταν υπέρ, ενώ 13 είχαν στραφεί κατά της εφαρμογής των πολιτικών DEI.
Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μεγάλες εταιρείες της Wall Street όπως είναι η Alphabet (Google), η Apple, η Coca Cola, η Boeing και η Starbucks έχουν προχωρήσει στην κατάργηση των τμημάτων που είχαν δημιουργήσει για την προώθηση και τήρηση του τρίπτυχου της διαφορετικότητας, της ισότητας και της συμπερίληψης.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι το μετοχικό κίνημα κατά των ESG και DEI πολιτικών, έχει ισχυροποιηθεί το τελευταίο χρονικό διάστημα και σίγουρα πριν εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Δηλαδή σε μεγάλο βαθμό οι μέτοχοι είχαν ταυτιστεί με τις θέσεις Τραμπ. Θεωρώντας ότι οι πολιτικές της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης καθώς και πολιτικές της διαφορετικότητας, της ισότητας και της συμπερίληψης, δεν βοηθούν στην αποδοτικότητα και στην κερδοφορία των εισηγμένων στα χρηματιστήρια εταιρειών.
Εκεί που τα πράγματα αποκτούν ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις με επιπτώσεις που πιθανότατα θα ανατρέψουν την αμερικανική πολιτική σχετικά με τη μηδενική εκπομπή ρύπων μέχρι το 2050, είναι στον κλάδο των τραπεζών. Η γνωστή «Net-Zero Banking Alliance» (ΝΖΒΑ), δηλαδή η τραπεζική συμμαχία για τους μηδενικούς ρύπους, δείχνει να αποσυντίθεται. Η ΝΖΒΑ είχε ιδρυθεί το 2021, μετά τη Διεθνή Συμφωνία της Γλασκόβης για τις μηδενικές εκπομπές του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος (GFANZ), παράλληλα με την Climate Action 100+. Σκοπός της Συμφωνίας ήταν η χρηματοδότηση της πράσινης μετάβασης και η «αποχώρηση» των τραπεζών από τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παραδοσιακή ενεργειακή βιομηχανία, όπως είναι για παράδειγμα οι πετρελαϊκές εταιρείες.
Ήδη οι έξι ισχυρότερες αμερικανικές τράπεζες, όπως είναι η JPMorgan Chase, η Morgan Stanley, η Citigroup, η Bank of America, η Wells Fargo και Goldman Sachs, ανακοίνωσαν την αποχώρηση τους από την τραπεζική συμμαχία για τους μηδενικούς ρύπους. Με αποτέλεσμα η συμμαχία αυτή να χάνει τη δυναμική της και να οδηγείται σε διάλυση. Παράλληλα, και η συμμαχία Climate Action 100+ παρουσιάζει απώλειες, μετά τις αποχωρήσεις της JPMorgan, της State Street, της Pimco και της BlackRock Inc.
Αρκετοί πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η υποχώρηση των πολιτικών για την περιβαλλοντική, την κοινωνική και την εταιρική διακυβέρνηση, τη διαφορετικότητα, την ισότητα, τη συμπερίληψη και την εκπομπή μηδενικών ρύπων, αποτελεί μια πλήρη υποταγή στην ατζέντα MAGA (Make America Great Again). Μια ατζέντα που βρισκόταν σε υψηλή προτεραιότητα στο Ρεπουμπλικανό κόμμα στο δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Αντιθέτως, οι χρηματιστηριακοί αναλυτές εξηγούν ότι η στάση των μετόχων εναντίον των συγκεκριμένων πολιτικών, δικαιολογείται πλήρως από την υποχώρηση της αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας των εταιρειών και από την αρνητική επίπτωση πάνω στις κερδοφορίες των εισηγμένων εταιρειών, σε όσες από αυτές έχουν υιοθετήσει τα DEI, τα ESG και τα Net-Zero.