Τα άτομα με διαβήτη δεν ελέγχουν τακτικά την όρασή τους, παρότι έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν σοβαρές οφθαλμοπάθειες και απώλεια όρασης. Σύμφωνα με νέα έρευνα που είδε το φως της δημοσιότητας, όσοι δεν υποφέρουν από βαριά νόσο, έχουν λιγότερες πιθανότητες να κάνουν τακτικό τσεκ απ για τα μάτια τους, με δυσάρεστες συνέπειες.
Από τους σχεδόν 2.000 ασθενείς ηλικίας 40 ετών και πάνω που συμμετείχαν στην έρευνα, την οποία πραγματοποίησα επιστήμονες από το Wills Eye Hospital στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ και το αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), σχεδόν οι έξι στους δέκα (το 58%) είπαν ότι, σε αντίθεση με τις συστάσεις των ειδικών, δεν ελέγχουν την όρασή τους μία φορά το χρόνο.
Τη μικρότερη πιθανότητα να κάνουν τακτικά τσεκ απ για τα μάτια είχαν οι διαβητικοί με τη λιγότερο σοβαρή νόσο οι οποίοι δεν έπασχαν ακόμα από προβλήματα οράσεως. Αντίθετα, όσοι είχαν ήδη διαγνωστεί με οφθαλμικά προβλήματα σχετιζόμενα με το διαβήτη, όπως η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, είχαν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα να παρακολουθούν την κατάσταση της όρασής τους.
Επιπρόσθετα, οι διαβητικοί που ήταν ταυτόχρονα καπνιστές είχαν 20% λιγότερες πιθανότητες να πηγαίνουν προληπτικά στον οφθαλμίατρο.
Ο σακχαρώδης διαβήτης δυστυχώς αυξάνεται δραματικά τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα τον περασμένο Ιούνιο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων-Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ) το σχεδόν 11% του γενικού πληθυσμού (!!!) πάσχει από αυτόν, με τα άτομα με τύπου 1 διαβήτη να υπολογίζονται σε σχεδόν 190.000 και τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 να ανέρχονται σε περίπου 990.000.
«Η απώλεια όρασης είναι τραγική όταν μπορεί να αποφευχθεί και τα άτομα με διαβήτη πρέπει να υποβάλλονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο σε λεπτομερή έλεγχο των εσωτερικών δομών των ματιών με βυθοσκόπηση», λέει ο επιστημονικός διευθυντής του Οφθαλμολογικού Ινστιτούτου LaserVision Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Διαθλαστικής Χειρουργικής για την Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (ISRS/ΑΑΟ). «Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι ο τακτικός οφθαλμολογικός προληπτικός έλεγχος μπορεί να αποτρέψει κατά 95% την απώλεια όρασης που σχετίζεται με τον σακχαρώδη διαβήτη, αλλά δυστυχώς το ένα στα 10 άτομα με διαβήτη σε όλο τον κόσμο πάσχει από οφθαλμικά προβλήματα που απειλούν άμεσα την όρασή του».
Αυτό οφείλεται στις βλάβες που προκαλεί η περίσσεια γλυκόζης (σακχάρου) στον οργανισμό και η συναφής με αυτή μικροφλεγμονή, εξηγεί ο καθηγητής. «O σακχαρώδης διαβήτης καταστρέφει τα αιμοφόρα αγγεία και συγκεκριμένα τα μικρά αρτηρίδια σε όλο το σώμα και ειδικά στα μάτια, αλλά και στους νεφρούς, στο νευρικό σύστημα και αλλού» λέει. «Η αγγειακή καταστροφή οδηγεί στις επονομαζόμενες διαβητικές οφθαλμικές παθήσεις, που είναι μία ομάδα από προβλήματα των οφθαλμών που οφείλονται στον σακχαρώδη διαβήτη και κατά κύριο λόγο συμπεριλαμβάνουν τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, τον καταρράκτη και το γλαύκωμα».
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια οφείλεται άμεσα στη βλάβη των αγγείων του αμφιβληστροειδούς χιτώνα η οποία οδηγεί στη διαφυγή αίματος από αυτά, ειδικά εάν συνδυάζεται με αρτηριακή υπέρταση.
Ο καταρράκτης εκδηλώνεται πρώιμα στα άτομα με διαβήτη (ο φακός των ματιών τους θολώνει σε νεότερη ηλικία απ' ό,τι στους μη διαβητικούς), τα οποία έχουν επίσης 2-5 φορές περισσότερες πιθανότητες εμφάνισής του σε σύγκριση με τους μη διαβητικούς.
Όσον αφορά το γλαύκωμα, που οφείλεται στην αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης η οποία οδηγεί σε βλάβη του οπτικού νεύρου, τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν διπλάσιο κίνδυνο να το εμφανίσουν.
Από τα νοσήματα αυτά, η πιο συχνή είναι η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια που αποτελεί την κύρια αίτια τύφλωσης στις αναπαραγωγικές ηλικίες (20-64 ετών) και είναι η πέμπτη πιο συχνή, αποτρέψιμη αιτία τύφλωσης στον κόσμο. Το 2010, από τα 285 εκατομμύρια διαβητικών σε όλο τον κόσμο, πάνω από το ένα τρίτο είχαν ενδείξεις διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας και σχεδόν 31 εκατομμύρια είχαν απειλητική για την όραση αμφιβληστροειδοπάθεια, είτε επειδή αυτή ήταν προχωρημένη είτε επειδή είχαν παρουσιάσει εξαιτίας της οίδημα στο κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδούς, την ωχρά κηλίδα (η πάθηση αυτή λέγεται διαβητική ωχροπάθεια ή διαβητικό οίδημα ωχράς).
«Τα άτομα με διαβήτη, είτε αυτός είναι τύπου 1 είτε τύπου 2, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν πρέπει να περιμένουν να αναπτύξουν συμπτώματα στα μάτια πριν πάνε στον οφθαλμίατρο, γιατί αυτά κατά κανόνα εκδηλώνονται όταν έχει ήδη συμβεί κάποια απώλεια της όρασης», τονίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Ο προληπτικός έλεγχος μπορεί να αποκαλύψει τις δυνητικές βλάβες πολύ πριν γίνουν αντιληπτές από τον ασθενή, επομένως έχει ζωτική σημασία για την όρασή του».
Υπολογίζεται πως 10 χρόνια μετά από τη διάγνωση του διαβήτη, ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για τον τύπο 1 ή 2, όλοι οι ασθενείς εμφανίζουν από ελάχιστες έως βαρύτατες αλλοιώσεις στον αμφιβληστροειδή. Επιπρόσθετα, έχει υπολογιστεί ότι οι ασθενείς με αθεράπευτο διαβήτη διατρέχουν 25 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για απώλεια όρασης απ' ό,τι ο γενικός πληθυσμός.