Του: Καθηγητή Ωτορινολαρυγγολογίας κ.Ελευθέριου Φερεκύδη
Στο σημερινό μας σημείωμα θα αναφερθούμε σε μια αρρώστια, η οποία ενώ δεν είναι πολύ επικίνδυνη, εάν δεν ανιχνευθεί έγκαιρα και δεν θεραπευθεί σωστά , προκαλεί μεγάλου βαθμού μόνιμη βαρηκοΐα η οποία δεν θεραπεύεται. Η αρρώστια αυτή ονομάζεται εκκριτική ωτίτιδα και χαρακτηρίζεται από συλλογή υγρού στο μέσο αυτί.
Το αυτί χωρίζεται σε τρία μέρη: στο εξωτερικό αυτί, το μέσο αυτί και το εσωτερικό αυτί, όπου υπάρχει ο κοχλίας.
Το μέσο αυτί είναι μια μικρή κοιλότητα πίσω από το τύμπανο και είναι γεμάτο με αέρα, που έρχεται από τη μύτη με ένα μικρό σωληνάκι που ονομάζεται Ευσταχιανή σάλπιγγα. Οταν η μύτη είναι αποφραγμένη, λόγω ενός κρυολογήματος ή γρίπης, τότε ο αέρας δεν φθάνει στο αυτί. Εάν η κατάσταση αυτή διαρκέσει πολλές μέρες, δημιουργείται στο αυτί αρνητική πίεση. Ο άρρωστος νοιώθει ένα έντονο μπούκωμα και μετά μερικές μέρες στο αυτί συγκεντρώνεται μικρή ποσότητα υγρού.
Εάν ο γιατρός δεν υποπτευθεί έγκαιρα το υγρό αυτό και δεν φροντίσει να το θεραπεύσει τότε το υγρό μετά από μερικούς μήνες αποκτά σκληρή σύσταση και δεν είναι δυνατόν να αφαιρεθεί. Έτσι εμποδίζεται η λειτουργία του αυτιού και εμφανίζεται μεγάλου βαθμού απώλεια ακοής, η οποία δεν είναι δυνατόν να διορθωθεί ούτε με εγχείρηση. Για το λόγο αυτό λοιπόν, εάν μετά από κρυολόγημα εμφανισθεί μπούκωμα στα αυτιά και αυτό δεν διορθωθεί σε μερικές μέρες, θα πρέπει να γίνει εξέταση του αυτιού. Ο γιατρός με την τυμπανομετρία προσπαθεί να ανιχνεύσει εάν υπάρχει υγρό στο μέσο αυτί. Εάν βρεθεί υγρό τότε γίνεται προσπάθεια με φάρμακα να απομακρυνθεί το υγρό αυτό από το αυτί.
Η θεραπεία διαρκεί μερικές εβδομάδες. Εάν η θεραπεία δεν είναι επιτυχής, τότε θα πρέπει με μια μικρή τομή στο τύμπανο να αφαιρεθεί το υγρό. Μετά την αφαίρεση του υγρού τοποθετούμε στο τύμπανο ένα μικρό σωληνάκι για να αερίζεται η κοιλότητα του αυτιού για δύο τρείς μήνες και στη συνέχεια παρακολουθείται ο ασθενής. Έτσι διαφυλάττουμε την ακοή του αρρώστου μας.