Μεγάλη έξαρση των ιώσεων καταγράφεται στη χώρα, με επίκεντρο τον παιδικό πληθυσμό και κυρίως τα παιδιά προσχολικής ηλικίας. Οι απουσίες από παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία είναι καθημερινά πολλές, ενώ οι παιδίατροι προβλέπουν συνέχιση της έξαρσης και μετά τις γιορτές.
Η εποχική γρίπη, ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός RSV, οι ρινοϊοί, οι αδενοϊοί αλλά και ο στρεπτόκοκκος και ο πνευμονιόκοκκος (που προκαλούν βακτηριακή λοίμωξη η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί με αντιβίωση) είναι οι κύριες αιτίες που οδηγούν στα επείγοντα των παιδιατρικών νοσοκομείων.
Το περασμένο Σαββατοκύριακο, τα δύο μεγάλα παιδιατρικά νοσοκομεία της Αθήνας «Αγία Σοφία» και «Αγλαΐα Κυριακού» δέχτηκαν στη γενική εφημερία περισσότερα από 1.350 παιδιά συνολικά. Σε ποσοστό σχεδόν 70%, παρουσίαζαν συμπτώματα ιογενούς λοίμωξης, ενώ περίπου 130 από αυτά τα παιδιά χρειάστηκε να εισαχθούν για νοσηλεία και παρακολούθηση. Στην παιδιατρική εφημερία της Δευτέρας, 5 Δεκεμβρίου, προσήλθαν περισσότερα από 570 παιδιά, κατά πλειονότητα με συμπτώματα ιογενούς λοίμωξης.
Ο ιός της γρίπης ο RSV και άλλοι κοινοί χειμερινοί ιοί προκαλούν φέτος περισσότερη ανησυχία για δύο βασικούς λόγους: διότι αφενός η άμυνα του πληθυσμού έχει «ατονήσει» λόγω των περιοριστικών μέτρων και της ευρείας χρήσης μάσκας τους δύο προηγούμενους χειμώνες και αφετέρου η συνύπαρξη γρίπης, κορονοϊού και άλλων ιών μπορεί να είναι καταστροφική για τις ευπαθείς ομάδες και να επιφέρει πιέσεις στα συστήματα υγείας.
Ιδιαίτερα για τα παιδιά, κυρίως αυτά της προσχολικής ηλικίας, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πολλά από αυτά πιθανώς να μην εκτέθηκαν καθόλου σε κοινούς ιούς τα δύο προηγούμενα χρόνια.
Ποια συμπτώματα πρέπει να προσέχουν οι γονείς
Πολλές ιογενείς λοιμώξεις εκδηλώνονται με παρόμοια συμπτώματα τα οποία περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό, βήχα, δύσπνοια, καταρροή ή βουλωμένη μύτη, κόπωση, πονόλαιμο.
Καθώς βρισκόμαστε σε περίοδο έξαρσης των ιώσεων, καλό είναι τα παιδιά να παραμένουν σπίτι μόλις εκδηλώσουν, έστω και ήπια, συμπτώματα και να επιστρέφουν στο σχολείο και τις δραστηριότητες αφότου αναρρώσουν πλήρως. Έτσι ο παιδικός οργανισμός έχει την ευκαιρία να αμυνθεί καλύτερα ενώ αυτός είναι ο και καλύτερος τρόπος να περιοριστεί η μετάδοση των ιώσεων.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η ίωση υποχωρεί από μόνη της μέσα σε λίγες ημέρες, χωρίς φάρμακα, παρά μόνο με χορήγηση αντιπυρετικού. Αν ωστόσο, τα συμπτώματα είναι πολύ βαριά ή αν το παιδί που έχει προσβληθεί πάσχει από χρόνιο νόσημα, είναι απαραίτητη η ιατρική εκτίμηση.
Πότε καλούμε τον παιδίατρο
Η γενική συμβουλή είναι: καλούμε τον παιδίατρο εάν για οποιοδήποτε λόγο ανησυχούμε για την υγεία του παιδιού μας!
Οι γονείς με νεογνά έως 6 μηνών θα πρέπει να ζητούν ιατρική συμβουλή ακόμη και για πολλή ήπια συμπτώματα όπως η καταρροή και βέβαια για κάθε περίπτωση που το μωρό ανεβάζει πυρετό.
Ο παιδίατρος είναι αυτός που θα αξιολογήσει τα συμπτώματα του παιδιού, θα συστήσει την κατάλληλη αντιμετώπιση και πιθανώς την κλινική εξέταση του παιδιού.
Πώς θα καταλάβουμε ποιος ιός φταίει για την κατάσταση του παιδιού
Εφόσον βρισκόμαστε σε περίοδο πανδημίας, εάν ένα παιδί έχει αναπνευστικά συμπτώματα, το πρώτο πράγμα που θα κάνει ένας παιδίατρος είναι να συστήσει ένα τεστ Covid-19. Εάν το τεστ είναι αρνητικό και το παιδί έχει υψηλό πυρετό ή άλλα συμπτώματα θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανησυχία, τότε μπορεί να ζητηθεί τεστ γρίπης ή το λεγόμενο strep test για τον στρεπτόκοκκο – παρόμοια με τα rapid τεστ του κορονοϊού που δίνουν αποτέλεσμα σε λίγα λεπτά. Τεστ για RSV γίνεται κυρίως εάν υπάρχουν σοβαρά συμπτώματα, ενώ σπανιότατα ζητούνται εξετάσεις για άλλους κοινούς ιούς.
Πώς προστατεύουμε τα παιδιά
Η τήρηση του προγράμματος υποχρεωτικού εμβολιασμού, το εμβόλιο κατά της γρίπης και του κορονοίού προστατεύουν τα παιδιά από τη βαριά νόσο. Για τους κοινούς ιούς του χειμώνα δεν υπάρχουν εμβόλια. Υπάρχουν όμως οι κανόνες υγιεινής που μπορούν να αποτρέψουν σε σημαντικό βαθμό τη μετάδοση ιών και βακτηρίων. Το πλύσιμο των χεριών είναι ο πιο βασικός κανόνας. Η κάλυψη του στόματος και της μύτης κατά τη βήχα και το φτέρνισμα είναι επίσης σημαντική. Τα τελευταία δύο χρόνια, τα παιδιά έχουν μάθει και τη χρήση της μάσκας η οποία έχει αποδειχθεί αποτελεσματική κατά της εξάπλωσης ιών στη σχολική κοινότητα. Παρ’ ότι η μάσκα δεν είναι πλέον υποχρεωτική στα σχολεία, κάποιοι γονείς εξακολουθούν να προτρέπουν τα παιδιά τους στη χρήση της.