Στο οικοσύστημα της χρηματιστηριακής κοινότητας το κριτήριο που καθορίζει τις δύο μεγάλες κατηγορίες, στις οποίες διαχωρίζονται οι εμπλεκόμενοι επενδυτές είναι η διάρκεια. Πριν ξεκινήσει κανείς τους αφορισμούς (μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί, οι traders δουλεύουν για τα κέρδη των μακροπρόθεσμων, του γρήγορου η μάνα, η μάνα του «χοσέ» κλπ), η παρουσία των γρήγορων χαρτοφυλακίων ή των θεσμικών επενδυτών είναι εξίσου χρήσιμη για να είναι μια αγορά ζωντανή.
Ένα χρήσιμο ζητούμενο είναι να αντιληφθούμε τον μηχανισμό με τον οποίο λειτουργεί η κάθε κατηγορία, καθώς οι αποφάσεις καθοδηγούνται από διαφορά ερεθίσματα. Οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές επικεντρώνονται περισσότερο στα τεχνικά στοιχεία της αγοράς, ενώ οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές επικεντρώνονται περισσότερο στα θεμελιώδη στοιχεία. Όσο περισσότερο οι δύο αυτές κατηγορίες διαφέρουν στη στάση τους έναντι της αγοράς, τόσο πιο ευμετάβλητες μπορεί να γίνουν οι αγορές. Και η διακύμανση δεν είναι κατ’ ανάγκη μια ανωμαλία, συχνά είναι λόγος ευκαιρίας και δεν αναφερόμαστε μόνο σε πτωτικές υπερβολές αλλά και σε ακραίες καταστάσεις φούσκας.
Την επίδραση αυτών των διακυμάνσεων και τους λόγους που την προκαλούν μελέτησε ο Anthony Cookson και οι συνεργάτες του αναλύοντας τις χρηματιστηριακές προτιμήσεις και τη στάση των μικροεπενδυτών στην πλατφόρμα CAPS του Motley Fool. Η μελέτη κατέληξε ότι οι μικροεπενδυτές ενεργούν διαφορετικά από τους επαγγελματίες και δη τους θεσμικούς επενδυτές, καθώς η στάση τους είναι πιο παρορμητική. Αυτό προκύπτει κυρίως από το πώς αντιλαμβάνονται τη γενική κατεύθυνση της αγοράς.
H μελέτη εξέτασε το «μέσο συναίσθημα» (την αίσθηση της κατεύθυνσης της τάσης) τυποποιώντας τις απαντήσεις των traders και των θεσμικών από 0 έως 1. Στην τιμή «μηδέν» όλοι οι επενδυτές είχαν απαισιόδοξη αντίληψη (η αγορά θα υποχωρήσει), ενώ στην τιμή «ένα» όλοι ήταν απαισιόδοξοι. Για τους βραχυπρόθεσμους επενδυτές ο επενδυτικός ορίζοντας ορίστηκε ως το διάστημα τριών εβδομάδων ή τριών μηνών, ενώ για τους μακροπρόθεσμους επενδυτές ο επενδυτικός ορίζοντας ορίστηκε στο ένα έτος ή περισσότερο. Η έρευνα έδειξε ότι οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές τείνουν να είναι πιο αισιόδοξοι κατά μέσο όρο και η αντίληψη τους για την αγορά μεταβάλλεται πιο αργά από ότι συμβαίνει με τους βραχυπρόθεσμους επενδυτές.
Αυτό ισχύει ακόμη και κατά τη διάρκεια μεγάλων αναταραχών/κρίσεων στην αγορά. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19 το 2020 και της χρηματοπιστωτικής κρίσης (γκρίζες μπάρες στο διάγραμμα), οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές διατήρησαν την ψυχραιμία τους χωρίς να αλλάζει η αντίληψη τους για το μέλλον. Οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές, εν τω μεταξύ, μετέβαλαν ταχύτατα άποψη υιοθετώντας μια πιο απαισιόδοξη στάση. Το 2022, όταν ο πληθωρισμός αυξήθηκε σημαντικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και οι δύο κατηγορίες εμφανίστηκαν πιο απαισιόδοξες αλλά για τους βραχυπρόθεσμους επενδυτές η ταχύτητα υιοθέτησης ήταν πολύ πιο έντονη.
Πώς μεταβάλλεται το συναίσθημα των επενδυτών (Traders και θεσμικών) σε διαφορετικές συνθήκες της αγοράς
Σε επίπεδο μίκρο παρατηρήθηκε η ίδια απόκλιση αντιδράσεων μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επενδυτών γύρω από τις ανακοινώσεις κερδών. Το παραπάνω διάγραμμα δείχνει πώς οι βραχυπρόθεσμοι και οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές επικαιροποιούν τις προσδοκίες τους για τις τιμές των μετοχών ως αντίδραση στις θετικές και αρνητικές εκπλήξεις των κερδών.
Για άλλη μια φορά, οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές αντιδρούν πιο επιθετικά και πάντα προς την κατεύθυνση της έκπληξης των κερδών. Τοποθετούνται ή αποεπενδύονται ουσιαστικά με τη δυναμική των κερδών. Οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές, εν τω μεταξύ, δεν αλλάζουν σχεδόν καθόλου τις προσδοκίες τους για την τιμή της μετοχής ως αντίδραση σε μία μόνο ανακοίνωση κερδών και επικεντρώνονται πολύ περισσότερο στην αποτίμηση και σε άλλους μακροπρόθεσμους παράγοντες.
Αυτές οι διαφορές στις μεταβολές της αίσθησης της τάσης είναι που οδηγούν τον όγκο συναλλαγών στις επηρεαζόμενες μετοχές. Όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά στο αίσθημα μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επενδυτών τόσο μεγαλύτερος είναι ο όγκος συναλλαγών σε μια μετοχή και τόσο πιο ευμετάβλητες μπορεί να γίνουν οι τιμές των μετοχών. Κατά μία έννοια οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές τείνουν να παίρνουν την αντίθετη πλευρά των συναλλαγών από τους βραχυπρόθεσμους επενδυτές μετά από ανακοινώσεις κερδών ή κατά τη διάρκεια περιόδων κρίσης της αγοράς, όπως η χρηματοπιστωτική κρίση ή η πανδημία. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ιστορικός της χρηματοοικονομικής επιστήμης για να καταλάβει ποιος θα είναι ο πιο κερδισμένος μεταξύ των δύο ομάδων.