Αναταράξεις στις αγορές από παγκόσμιο και αμερικανικό χρέος
Shutterstock
Shutterstock

Αναταράξεις στις αγορές από παγκόσμιο και αμερικανικό χρέος

Ο απολογισμός για το παγκόσμιο χρέος φθάνει στα 315 τρισ. δολάρια και συνεχίζει. Είναι η πρώτη φορά από τους Ναπολεόντειους πολέμους που το χρέος πλησιάζει το 100% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε στο 256% του ΑΕΠ το 2020, μια αύξηση 28 ποσοστιαίων μονάδων – και τη μεγαλύτερη αύξηση χρέους ενός έτους από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, ο κόσμος «κάθεται» πάνω σε μια «βόμβα» ιδιωτικού και δημοσίου χρέους, αφού ο συνολικός δανεισμός των νοικοκυριών των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων έφθασε σύμφωνα με τους αναπροσαρμοσμένους υπολογισμούς του Institute of International Finance (IIF) στο τέλος του α’ εξαμήνου του 2024 στο ιστορικό υψηλό των 312 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, αντιπροσωπεύοντας το 332% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Η πανδημία του 2020 επιδείνωσε ένα πρόβλημα που υπήρχε ήδη. Το χρέος συσσωρευόταν για τουλάχιστον μια δεκαετία πριν, καθώς άτομα, εταιρείες και κυβερνήσεις ξόδευαν πάνω από τις δυνατότητές τους. Το ζήσαμε και το πληρώσαμε στη χώρα μας, όπου ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είχε κορυφώσει στο 213,2% για να πέσει στο 159% φέτος, με προοπτικές μείωσης στο 139,4% το 2029, ξεπερνώντας έτσι την Ιταλία, το χρέος της οποίας τότε θα κινείται στο 142,3% του ΑΕΠ της.

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι η οικονομική μέτρηση που συγκρίνει το δημόσιο χρέος μιας χώρας με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της. Συνήθως παρουσιάζεται ως ποσοστό και θεωρείται καλός δείκτης της ικανότητας αυτής της χώρας να εξυπηρετήσει τα χρέη της. Όμως η εξάρτηση από το οικονομικό μοντέλο μιας χώρας είναι το ουσιαστικό πρόβλημα που έχει οδηγήσει την Ελλάδα σε άπειρες χρεοκοπίες και θα συνεχίσει να την ταλαιπωρεί και στο μέλλον εάν δεν αλλάξει ριζικά.

Όσον αφορά στην παγκόσμια οικονομία θα σταθώ στο παρελθόν και στις δηλώσεις του προέδρου Ομπάμα, που είχε προειδοποιήσει ότι, «σε περίπτωση που δεν φέρουμε τον προϋπολογισμό υπό έλεγχο, θα αφήσουμε στα εγγόνια μας ένα ''βουνό'' χρέους». Κάτι που δεν απέχει πολύ από τη σημερινή εικόνα στις ΗΠΑ. 

Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το κρατικό έλλειμμα των ΗΠΑ, έφθασε στο 25% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος ανήρθε σε επίπεδα άνω του 100% του ΑΕΠ. Η αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε αρκετά γρήγορα λόγω της οικονομικής ανάπτυξης που ανέβασε τον παρονομαστή του δείκτη χρέους. Επίσης, η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης μετά το 1973 συνοδεύτηκε από ελλείμματα, που επιβράδυναν την αύξηση του δείκτη χρέους, έως ότου η οικονομική άνθηση και τα πλεονάσματα κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Κλίντον μείωσαν και πάλι την αναλογία χρέους - ΑΕΠ.

Για τη φετινή χρονιά υπολογίζεται να χρειαστούν οι ΗΠΑ ένα τρισ. δαπανών σε τόκους για την κάλυψη του χρέους. Ο αγώνας του Ίλον για περικοπές στο δημόσιο και τα έσοδα από τους δασμούς είναι μονόδρομος για τη νέα κυβέρνηση, που νομοτελειακά όμως θα επιφέρουν μείωση της κατανάλωσης, αύξηση του πληθωρισμού, υψηλότερα επιτόκια και τελικά ύφεση με κατάρρευση της Wall Street.

Και εδώ δε θα μιλάμε για «φτέρνισμα» των ΗΠΑ, αλλά για «βαθύτερο κρυολόγημα», όπου  το ένα τρισ. δανεικών που ψάχνει η Ευρώπη δε θα είναι ικανό να τη σώσει από τη λογική εξέλιξη της ακολουθίας, στον αντίποδα της τεράστιας χρηματιστηριακής υπερβολής της των τελευταίων ημερών που παρατηρήσαμε.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να μειώσουν τις δαπάνες κατά μέσο όρο 3% με 4,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα για να έχουν καλές πιθανότητες να σταθεροποιήσουν τους δείκτες χρέους. Ωστόσο, η γήρανση του πληθυσμού, οι επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση και το τέλος του «μερίσματος ειρήνης» μετά τον Ψυχρό Πόλεμο που φέρνει το νέο γεωπολιτικό σκηνικό, που αποτυπώνεται στην αύξηση των αμυντικών δαπανών, περιορίζουν τα δημοσιονομικά περιθώρια των κρατών.

Φυσικά, για να χρηματοδοτηθούν όλες αυτές οι αμυντικές δαπάνες χρειάζεται και έκδοση «νέου χρέους». Μια πρώτη γεύση την πήραμε αυτήν την εβδομάδα από την Ε.Ε., όπου οι γερμανικές εξαγγελίες οδήγησαν χθες το 10ετές ομόλογο της χώρας σε μεγάλη πτώση τιμής, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η απόδοση του κατά περίπου 12%, (η μεγαλύτερη ημερήσια αύξηση από το… 2008) αγγίζοντας το 2,8%. Το 10ετές της Γαλλίας έφτασε στο 3,5% και της Ιταλίας στο 3,83%, καθώς οι επενδυτές βλέπουν ότι όλος αυτός ο πακτωλός δαπανών, προγραμματίζεται να γίνει με δανεισμό και ζητάνε μεγαλύτερη αμοιβή για να τις χρηματοδοτήσουν.

Οι αποδόσεις είναι αντίστοιχες με εκείνες της περιόδου 2010-2011, όταν είχαμε την κρίση στην Ελλάδα, τότε βέβαια αντιμετωπίστηκε με ημίμετρα, ενώ σήμερα που η «ατμομηχανή» της Ευρώπης έχει θέμα περιμένουμε πιο ουσιαστικές κινήσεις οι οποίες θα δείξουν εάν η εχθρική αντιμετώπιση του Τραμπ ξυπνήσει την Ευρώπη.  

Τι θα συμβεί όμως εάν υποθέσουμε ότι η Ευρώπη αποφασίζει να κινηθεί με έκδοση «νέου χρέους» σε μακροχρόνιο ορίζοντα; Στην περίπτωση της Γερμανίας, φαίνεται να μην υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα, καθώς δεν είναι υπερδανεισμένη και προς ώρας μπορεί να πληρώνει το 2,8%. Όσο ανεβαίνουν, όμως, οι αποδόσεις στα γερμανικά ομόλογα, επηρεάζουν και τους τίτλους των υπόλοιπων χωρών. Οπότε οι υπερδανεισμένες χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ελλάδα  πιθανότατα δε θα μπορέσουν να αυξήσουν πολύ τις δαπάνες τους, αμυντικές ή άλλες στηριζόμενες στον δανεισμό, καθώς τα ελλείμματα θα εκτοξευθούν και πάλι. 

Οι χώρες της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν δύο είδους προβλήματα. Πρώτον, έχουν παραδώσει τη νομισματική τους κυριαρχία και έχουν παραιτηθεί από τη χρήση της ικανότητας να κόβουν «απεριόριστο χρήμα». Οι μη κυρίαρχες χώρες είναι περιορισμένες όσον αφορά την ικανότητά τους να δαπανούν σύμφωνα με τα φορολογικά έσοδα και τα έσοδα από τις πωλήσεις δικών τους ομολόγων, και αυτό ισχύει τόσο για την Ελλάδα και την Πορτογαλία όσο και για χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία.

Στον αντίποδα, στις ΗΠΑ δεν υπάρχει έλλειμμα ή αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στα επίπεδα της  Ε.Ε., ακόμη και στα μέσα μιας καταστροφικής ύφεσης που διαλύει τους προϋπολογισμούς των πολιτειών θα υπάρξει κάποια μορφή διάσωσης, το χρέος θα δεχτεί κάποιο κούρεμα, και κάποιοι κάτοχοι πολιτειακού χρέους απορεί να αποκλειστούν. Εξάλλου η ΗΠΑ δανείζεται ως ΗΠΑ και όχι ως Μιζούρι ή Καλιφόρνια!  Στο κάτωθι γράφημα φαίνεται πως είναι μοιρασμένο το χρέος των ΗΠΑ.  Το πρόβλημα αφορά στο πόσα ασφαλιστικά ταμεία, αμοιβαία κεφάλαια και υπόλοιπες χώρες θα πανικοβληθούν και θα αποχωρήσουν από το αμερικάνικο χρέος με τεράστιες ζημίες ή θα παραμείνουν πιστοί στο «σενάριο» Τραμπ της «Μεγάλης Αμερικής - ξανά». 

Δεύτερον, οι χώρες της ευρωζώνης έχουν συμφωνήσει να συμμορφωθούν με βάση τους κανόνες της συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία περιορίζει τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε μόνο 3% του ΑΕΠ και το χρέος στο 60% του ΑΕΠ. Ακόμη και αν οι ευρωπαϊκές χώρες είναι σε θέση να δανείζονται και να χρηματοδοτούν το έλλειμμα τους, δεσμεύονται να μην ξεπεράσουν αυτά τα όρια. Όταν ένα έθνος υπερβαίνει τα όρια μιας συνθήκης αντιμετωπίζει την πιθανότητα ποινής από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τις αγορές. Υπάρχει ανταγωνισμός εντός της ευρωζώνης για τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, με τη Γερμανία να είναι σχεδόν πάντα κερδισμένη, απολαμβάνοντας την έκδοση χρεογράφων με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, κάτι όμως που φαίνεται να αλλάζει, σύμφωνα με τις χθεσινές κινήσεις, καθώς αυξάνονται τα έξοδα από την άνοδο στα επιτόκια και ταυτόχρονα τα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Οι ευρωπαϊκές «αδύναμες χώρες» όπως η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία και ίσως μπει στο κλαμπ και η Γερμανία, (καθώς εάν εξαιρέσουμε την πλασματική εικόνα του δείκτη DAX, οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων έπιασαν «ταβάνι»), που θα υπερβαίνουν τα δημοσιονομικά όρια της συνθήκης του Μάαστριχτ, θα  τιμωρούνται με υψηλά επιτόκια που θα τις οδηγούν σε ένα φαύλο κύκλο χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας και υψηλότερων επιτοκίων καθώς τα ελλείμματα θα συνεχίζουν να αυξάνονται. Θα μου πείτε, ιδιαίτερα για τη χώρα μας, πως μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση, καθώς βρισκόμαστε σε περίοδο αναβαθμίσεων έπειτα από τη 15ετή καθίζηση.

Όμως όλα εξαρτώνται από το πόσο διατεθειμένος είναι κάποιος να σου δανείσει, πόσο τον ελκύει ο επενδυτικός προορισμός και πόσο ισχυρή είναι η κυβέρνηση της χώρας σε περίπτωση μιας γεωπολιτικής ταραχής ή μιας απειλής από έναν κακό γείτονα που έχει καλούς συμμάχους (που δόξα το Θεό έχουμε πολλούς γύρω μας και με νέους καλούς συμμάχους). Αυτά αλλάζουν σε δευτερόλεπτα. 

Μπορεί η ΗΠΑ να έχει χρέος 35 τρισ. αλλά προς ώρας μπορεί να το υποστηρίξει. Σε περίπτωση μιας ύφεσης και ανόδου της αναλογίας χρέους προς ΑΕΠ εκεί πάμε σε αυτοεπιβεβαιούμενη προφητεία και αρχής προβλημάτων, όπως υψηλότερα επιτόκια δανεισμού και υποβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Ωστόσο, στη νέα εποχή που περάσαμε όπου το «δίκιο του ισχυρού» είναι το μόνο δίκαιο που υπάρχει η προσπάθεια να διατηρηθείς όρθιος θα είναι αιματηρή κυριολεκτικά.

Σκεφτείτε να σας αναγγείλουν αύξηση του προϋπολογισμού για αμυντικές δαπάνες με αυξήσεις άμεσων και έμμεσων φόρων και μείωση δαπανών για υγεία και νοσοκομειακή περίθαλψή, παιδεία και κοινωνικές παροχές. Πόσο θα αντέξουν οι Ευρωπαίοι πολίτες που είναι ήδη στα «κάγκελα»; Πόσο θα αντέξουν οι Αμερικανοί καταναλωτές την υποβάθμιση του αμερικανικού ονείρου; πόσο θα αντέξουν οι αναδυόμενες οικονομίες; Πόσο χρέος αντέχει ο πλανήτης;

Συμπερασματικά, οδεύουμε προς έναν πολύ άσχημο συνδυασμό χαμηλής ανάπτυξης, (που καμία αμυντική δαπάνη δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη ζημία των προηγούμενων ετών), και υψηλού χρέους, υποδηλώνοντας ένα δύσκολο μέλλον. Η άνοδος του πληθωρισμού είναι μονόδρομος για την απαξίωση της τιμής του παγκοσμίου χρέους, όμως θα επιφέρει πολλές χρεοκοπίες κρατών, μικρών και μεγάλων, θα επιφέρει κατάρρευση στους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών παγκοσμίως με όλες τις αξίες, από ακίνητα έως χρυσάφια και ασήμια, να είναι μια τεράστια φούσκα.

Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να μειώσουν το χρέος τους και να δημιουργήσουν αποθέματα ασφαλείας για το επόμενο σοκ, το οποίο σίγουρα θα έρθει, και ίσως νωρίτερα από ό,τι περιμένουμε. Σήμερα θα έπρεπε να το πει ο συνονόματος Michail Burry, το γνωστό «SELL…τα πάντα φούσκα». Όμως τι να το κάνεις και τόσο πληθωριστικό κομμένο χρήμα;