Όσοι προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν τη διάθεση του S& P500 απογοήτευτηκαν αυτή την εβδομάδα, καθώς πρόσφερε ένα «χλιαρό» κλείσιμο πάνω από τις 4350 μονάδες μεν αλλά κάτω από τις 4440 μονάδες δε, μην εκπληρώνοντας τη συνθήκη που θα επανέφερε το ανοδικό mometum, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
Η εβδομάδα ήταν εξαιρετικά πλούσια σε ειδήσεις και προκειμένου να αξιολογήσουμε πόσο «σταθερή» μπορεί να είναι η προσφορά τους στην επανάκτηση της νημεμίας των αγορών, θα ρίξουμε μια σύντομη ματιά στο καθένα.
-Η απόφαση του Αζερμπαϊτζάν να αυξήσει τις ποσότητες φυσικού αερίου που παρέχει στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με την αντανακλαστική- ή μήπως όχι;- απόφαση της Ρωσίας να συμμετέχει στην αύξηση των προμηθειών προκειμένου να συμβάλλει στην σταθεροποίηση των τιμών, έπαιξαν πυροσβεστικό ρόλο στις τιμές του φυσικού αερίου που αποκλιμακώθηκαν από τις αστρονομικές τιμές πάνω από τα 150 ευρώ /ΜWh στα 83,85 ευρώ /MWh.
Όμως αν σκεφτούμε ότι πέρσι τέτοιον καιρό οι τιμές ήταν πέριξ των 15-16 ευρώ/ΜWh, κατανοούμε ότι έχουμε τεράστιο δρόμο μπροστά μας προκειμένου να ενστερνιστούμε την άποψη ότι η ενεργειακή κρίση τελείωσε.
Πόσο μάλλον από τη στιγμή που ο αντιπρόεδρος της ρώσικης κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ ούτε λίγο ούτε πολύ διεμήνυσε μέσω δηλώσεων του, ότι η Gazprom προτίθεται να ανεβάσει φέτος σε νέα επίπεδα ρεκόρ τα επίπεδα προσφοράς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, ξεπερνώντας κατά πάνω από 8% τις συμβατικές της υποχρεώσεις, ωστόσο η διαδρομή μέσω Ουκρανίας είναι οικονομικά ασύμφορη και πως τα… νέα συστήματα –δηλαδή ο Nord Stream 2-θα μπορούσαν να είναι πιο «αποτελεσματικά».
Προφανώς και πρόκειται για έναν εκκωφαντικό υπανιγμό προς την αρμόδια ενεργειακή εποπτική αρχή η οποία ακόμα δεν έχει προχωρήσει στην έγκριση της λειτουργίας του αγωγού. Το γεγονός δε ότι όλα αυτά λαμβάνουν χώρα λίγο πριν σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση στη Γερμανία, για πολλούς αναλυτές μόνο τυχαίο δεν πρέπει να θεωρηθεί.
Συνοψίζοντας, έχουμε μια εκεχειρία με αμφότερες τις δύο πλευρές να προσπαθούν να εξασφαλίσουν το maximum των στόχων τους. Το πότε θα λήξει αυτή η «άτυπη» διαπραγμάτευση θα καθορίσει και τον χρόνο μιας ευρύτερης αποκλιμάκωσης των τιμών του φυσικού αερίου.
-Οι επικεφαλείς της αμερικανικής Γερουσίας κατέληξαν σε συμφωνία για την αύξηση του ορίου του δανεισμού των ΗΠΑ. Το Υπουργείο Οικονομικών θα μπορεί να αυξήσει το όριο του χρέους των ΗΠΑ κατά 480 δισεκατομμύρια δολάρια έως τις 3 Δεκεμβρίου.
Για τη στήλη η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη . Προφανώς ήταν αναμενόμενη και από τις αγορές. Σκεφτείτε άλλωστε το εξής: Θα απείχε ο S&P500 μόλις 5% -6% από τα ιστορικά του υψηλά, αν υπήρχε βάσιμη πιθανότητα οι ΗΠΑ να βρεθούν σε κατάσταση στάσης πληρωμών στις 18 Οκτωβρίου;
Ήταν προεξοφλημένο λοιπόν ότι τo τενεκεδάκι του χρέους θα κυλούσε μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη και ...βλέπουμε.
- Ο Ντράγκι μπορεί να παρέδωσε το τιμόνι της ΕΚΤ όμως η κληρονομιά του «whatever it takes» οδηγεί το μονοπάτι και της Κριστίν Λαγκάρντ.
Έτσι η ΕΚΤ προκειμένου να διατηρήσει σε καταστολή τα προεξοφλητικά ένστικτα των αγορών, φρόντισε να καθυσηχάσει τους επενδυτές πριν καν τερματίσει τον Μάρτιο του 2022 το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού που εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης πανδημίας, γνωστό με το ακρωνύμιο PEPP.
Διέρρευσε λοιπόν ότι επεξεργάζεται ένα νέο πρόγραμμα αγορών ομολόγων, που θα τεθεί σε εφαρμογή όταν τερματιστεί το PEPP και θα λειτουργήσει συμπληρωματικά στο παλαιότερο σχέδιο ποσοτικής χαλάρωσης , το γνωστό σε όλους ως QE.
Σύμφωνα μάλιστα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, το σχέδιο της ΕΚΤ προβλέπει ότι οι αγορές θα διενεργούνται επιλεκτικά και όχι σύμφωνα με τους υφιστάμενους κανόνες των δύο τρέχοντων προγραμμάτων PEPP και APP, σύμφωνα με τους οποίους οι Κεντρικές Τράπεζες
αγοράζουν χρέος με βάση το μέγεθος της οικονομίας της κάθε χώρας. Στην ουσία πρόκειται για μια εξαιρετική «γέφυρα» για την επόμενη ημέρα, που διασφαλίζει ότι τα ομόλογα των χωρών με υψηλό χρέος όπως είναι της Ελλάδας ή της Ιταλίας, δεν θα αφεθούν στο έλεος των αγορών, αλλά θα παραμείνουν υπό καθεστώς προστασίας. Από τις τρεις ειδήσεις που έτειναν χείρα βοηθείας στις αγορές, η τελευταία θα έχει και το πιο
«σίγουρο» αποτύπωμα, καθώς εξασφαλίζει ότι οι χώρες του Νότου θα εξακολουθήσουν να δανείζονται με μικρό κόστος, ακόμα και αν δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα.
Στο σημείο αυτό θα ανοίξουμε μια παρένθεση, αναφέροντας ότι πριν λίγες εβδομάδες ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, είχε εκφράσει την εκτίμηση η ΕΚΤ δεν θα σταματήσει να στηρίζει με αγορές ομολόγων την ελληνική οικονομία μετά τον Μάρτιο του 2022.
Αν σκεφτούμε ότι στα τέλη του 2022 αναμένεται οι οίκοι αξιολόγησης να «προβιβάσουν» τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα, κατανοούμε πόσο σημαντική είναι η εξέλιξη αυτή για την Ελλάδα. Κάτω μάλιστα από αυτό το πρίσμα θα μπορούσε κάποιος να δικαιολογήσει, ως ένα βαθμό τουλάχιστον, την «ψυχραιμία» του ελληνικού χρηματιστηρίου αυτήν τη δύσκολη για τις διεθνείς αγορές εβδομάδα.
Κλείνοντας την παρένθεση συνοψίζουμε ότι στην ουσία το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που ετοιμάζει η ΕΚΤ και πιθανότατα θα ανακοινωθεί επίσημα στην τελευταία συνεδρίαση της για το 2021, έχει σαν στόχο ν’ αποτρέψει τη δημιουργία αναταραχής στις αγορές όταν ολοκληρωθεί το
έκτακτο πρόγραμμα PEPP τον Μάρτιο του 2022, προσφέροντας μια ασπίδα ασφαλείας στις υπερχρεωμένες χώρες.
Μέχρι τότε βέβαια, ο κόσμος των αγορών θα έχει να αντιμετωπίσει αρκετές συμπληγάδες, ενώ η χώρα μας θα έχει και μια extra πρόκληση, καθώς είναι μακρύς-αλλά με ορατό πλέον «τέρμα» - ο δρόμος που πρέπει να διανύσει προκειμένου ελληνικές τράπεζες να φθάσουν τους μέσους όρους των τραπεζών της ευρωζώνης σε βασικά μεγέθη, όπως η κεφαλαιακή επάρκεια και το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων. (σ.σ: Τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ, τα οποία υπόψιν ότι έχουν συμπεριλάβει τις αυξήσεις ΑΜΚ της Πειραιώς και της Alpha Bank, δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν στην τελευταία θέση σε κεφάλαια και στην πρώτη θέση στα κόκκινα δάνεια).
Οι «κόντρα» ειδήσεις
Τα στοιχεία για την πορεία της απασχόλησης στις ΗΠΑ, διέψευσαν τις εκτιμήσεις των αναλυτών για δεύτερο διαδοχικό μήνα. Ειδικότερα, τα στοιχεία που ανακοίνωσε την Παρασκευή το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ έδειξαν ότι η αμερικανική οικονομία πρόσθεσε 194.000 θέσεις εργασίας τον Σεπτέμβριο και όχι 500.000 θέσεις όπως περίμεναν οι αναλυτές σύμφωνα με δημοσκόπηση του Bloomberg. Τουλάχιστον το
υπουργείο αναθεώρησε ανοδικά τα στοιχεία του Αυγούστου στις 366.000 θέσεις από 235.000 αρχικά.
Ο μόνος λόγος που τα εξαιρετικά αδύναμα στοιχεία για την απασχόληση δεν πυροδότησαν ένα γενναίο κύμα πωλήσεων είναι το γεγονός ότι πολλοί επενδυτές ποντάρουν στο ότι η βασική προϋπόθεση για τον Ζερόμ Πάουελ προκειμένου να προχωρήσει στη μείωση του προγράμματος
αγοράς ομολόγων και άλλων τίτλων ύψους 120 δισ. δολαρίων το μήνα, είναι μια εξαιρετικά ισχυρή ενίσχυση θέσεων εργασίας . Από τη στιγμή που αυτη δεν υφίσταται, τουλάχιστον όχι ακόμα, τότε πιθανότατα να αναβάλλει τις αποφάσεις για tapering στην προσεχή συνεδρίαση του Νοεμβρίου.
Από την άλλη, πώς να έχει όρεξη η επενδυτική κοινότητα για επιθετικές αγορές με τόσο αδύναμα στοιχεία από την αγορά εργασίας;
Υπενθυμίζουμε ότι τα στοιχεία απασχόλησης για τον μήνα του Σεπτεμβρίου ήταν εξαιρετικά σημαντικά, καθώς μας αποκαλύπτουν πόσοι τελικά Αμερικάνοι εργαζόμενοι θέλησαν να επιστρέψουν στις εργασίες τους μετά τη λήξη των επιδομάτων που είχε δώσει η αμερικανική κυβέρνηση προκειμένου να στηρίξει τα νοικοκυριά από τις συνέπειες της πανδημίας.
Τα χτεσινά δεδομένα κατέδειξαν μόνιμη ζημία στην αγορά εργασίας και είναι θέμα χρόνου να ξεκινήσει η κουβέντα περί δομικών αλλαγών στην οικονομία και μονιμότητα των πληθωριστικών φαινομένων.
Δεν θα είναι όμως η μόνη δυσάρεστη κουβέντα που θα ξεκινήσει εντός των επόμενων εβδομάδων. Ήδη στην τελεταία εξαμηνιαία της έκθεση η ΕΚΤ τόνισε ότι οι μεγαλύτερες οικονομικές αδυναμίες της Ευρώπης είναι τα υψηλά επίπεδα χρέους και μία φούσκα στις τιμές των ακινήτων, ενώ
ταυτόχρονα οι χώρες προσπαθούν να κρατήσουν μια εύθραυστη ισορροπία μεταξύ μίας πρόωρης προσαρμογής των μέτρων στήριξης, η οποία μπορεί να συμβάλει σε ένα κύμα εταιρικών χρεοκοπιών, και στη διατήρηση των μέτρων στήριξης για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, διατηρώντας έτσι στη ζωή μη βιώσιμες εταιρείες.
Στο ίδιο μήκος κύματος και πρόσφατη έκθεση της S&P Global Ratings για το παγκόσμιο χρέος.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο τα επίπεδα του παγκόσμιου χρέους θα μπορούσαν να φτάσουν
περίπου το 260% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έως το τέλος του έτους.
Η συσσώρευση του χρέους αυτή τη στιγμή είναι μονόδρομος λόγω της πολιτικής διαχείρισης της
πανδημίας. Όμως όπως σημείωσε η Βέρα Τσάπλιν, διευθύνουσα σύμβουλος του οργανισμού
αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, «η υψηλότερη μόχλευση και οι αποδυναμωμένες πιστωτικές
μετρήσεις εν μέσω της ανάκαμψης πιθανότατα θα προκαλέσουν περισσότερες αθετήσεις».
Βέβαια προς το παρόν οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι από το υψηλότερο δημόσιο χρέος είναι μικροί
δεδομένων των χαμηλών επιτοκίων και της πρόσφατης έκδοσης πολύ μακροπρόθεσμων ομολόγων
που «κλείδωσαν» χαμηλά επιτόκια.
Όμως είναι θέμα χρόνου τα επιτόκια να αρχίσουν να ανεβαίνουν και όσο πιο πολύ επιμένει ο
πληθωρισμός, τόσο πιο γρήγορα θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου που φοβούνται οι αγορές.
Ήδη η αγορά των ομολόγων έχει αρχίσει να μπαίνει σε φάση προεξόφλησης. Οι υψηλότερες
αποδόσεις των ομολόγων όμως θα αντιστρέψουν ως ένα βαθμό τα μέτρα σταθεροποίησης της
ανάπτυξης και φυσικά θα οδηγήσουν σε κεφαλαιακές απώλειες στις συμμετοχές ομολόγων,
εντείνοντας την πίεση ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές.
Επιπλέον οι εταιρείες θα αποχαιρετίσουν σιγά σιγά τις εποχές του εξαιρετικά χαμηλού
χρηματοδοτικού κόστους.Αυτό δεν θα ήταν ιδιαίτερο πρόβλημα για τις υγιείς τουλάχιστον αν δεν
αντιμετώπιζαν ταυτόχρονα μια κάθετη αύξηση και σε άλλα κόστη, όπως για παράδειγμα εκείνο της
ενέργειας. Αν προσθέσουμε στο κάδρο και την minimum φορολόγηση των εταιρικών κερδών των
πολυεθνικών κολοσσών για την οποία βγήκε ο λευκός καπνός την Παρασκευή με τη συμφωνία 136
χωρών, κατανοεί κανείς ότι η περίοδος των υψηλότατων περιθωρίων κέρδους και των αθρόων
επαναγορών μετοχών πλησιάζει στο τέλος της.
Κάτω από αυτό το πρίσμα λοιπόν, είναι λογικό οι επενδυτές να έχουν σταματήσει να οδηγούν τις
αγορές από το ένα ιστορικό υψηλό στο άλλο.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως
προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που
περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και
δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.