Παρά το διάλειμμα για την Ημέρα των Ευχαριστιών και τη χθεσινή ημιαργία λόγω «Black Friday», η Wall συμπλήρωσε χθες 4 συνεχείς θετικές εβδομάδες.
Σε μηνιαία βάση, μέχρι στιγμής ο S&P 500 καταγράφει την καλύτερη του επίδοση από τον Ιούλιο του 2022 και απέχει μόλις 1% από τα υψηλά του φετινού Ιουλίου, παρά το γεγονός ότι πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η περίοδος των εορταστικών αγορών του 2023 ίσως απογοητεύσει, καθώς θα μοιάζει με τις χρονιές πριν την πανδημία, τουτέστιν οι πωλήσεις δεν θα είναι τόσο εντυπωσιακές όσο μετά την κρίση της Covid 19.(σ.σ: Σχετική ανάλυση της στήλης μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Θετικός θα είναι ο μήνας και για τις ευρωπαϊκές αγορές, με τον Dax για παράδειγμα να απέχει 3% από τα υψηλά της φετινής χρονιάς.
Το «πάρτι» όμως παραμένει αυστηρώς στα όρια της αγοράς των μετοχών, καθώς το κλίμα στην αγορά των ομολόγων είναι αρκετά πιο υποτονικό.
Βλέπετε, η πτώση στις αποδόσεις του 10ετούς των ΗΠΑ πέριξ του 4,47%, παρά το γεγονός ότι είναι χαμηλότερες από τα μέσα του Οκτωβρίου, εντούτοις παραμένουν περίπου κατά μια ποσοστιαία μονάδα υψηλότερες από τα επίπεδα του Απριλίου.
Τι θέλει να μας πει η αγορά των ομολόγων
Η αλήθεια είναι ότι η ζήτηση από πλευράς των επενδυτών για τα ομόλογα έχει αποδειχθεί άστατη μέχρι στιγμής, παρά το γεγονός ότι οι αποδόσεις πλέον είναι σε πολύ πιο δελαστικά επίπεδα σε σχέση με εκείνες 18 μήνες πριν.
Το επιτόκιο της Fed είναι στο 5,5% από τον Ιούλιο και το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ στο 4% από τον Σεπτέμβριο, ενώ υπάρχει διάχυτη η πεποίθηση στην αγορά ότι στη χειρότερη των περιπτώσεων, μας έμεινε η «ουρά του γαϊδάρου» όσον αφορά το ύψος του τελικού επιτοκίου.
Προφανώς η ρητορική των Κεντρικών Τραπεζών για παραμονή των επιτοκίων στα τρέχοντα επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει παίξει τον ρόλο της.
Δεν είναι όμως η μόνη αιτία.
Η μεγάλη ανησυχία εδράζεται στο γεγονός ότι οι πωλήσεις κρατικών ομολόγων αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω το επόμενο έτος, καθώς τα δημοσιονομικά ελλείμματα πληθύνονται και αυξάνονται σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Η όλη διαδικασία συμπίπτει με την επιτάχυνση της μείωσης των διαθεσίμων ομολόγων τα οποία συσσωρεύτηκαν στους ισολογισμούς των Κεντρικών Τραπεζών μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης.
Η μετάφραση της συνθήκης αυτής δεν είναι άλλη από την αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων στο άκρο της καμπύλης, τουτέστιν στους μεγαλύτερους χρόνους λήξης.
Εάν το κόστος δανεισμού του δημόσιου τομέα συνεχίσει να αυξάνεται πάνω από τα σημερινά επίπεδα-η μέση απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων μεταξύ των χωρών της G7 ξεπερνά το 3,5% φέτος- οι κυβερνήσεις θα αρχίσουν να ζορίζονται ιδιαίτερα, κάτι που σημαίνει ότι δεν αποκλείεται να πιέσουν τις Κεντρικές Τράπεζες να «ανακρούσουν πρύμναν», προκειμένου να γλυτώσουμε την ύφεση και τις χρεοκοπίες.
Μόνο η έκδοση ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου αναμένεται να φτάσει το ιστορικό υψηλό των 1,34 τρις δολαρίων το επόμενο έτος, σύμφωνα με αναλυτές της Bank of America.
Ακόμη όμως και αυτό το αυξημένο επίπεδο είναι μόλις τα ¾ του αναμενόμενου για το 2024 δημοσιονομικού ελλείμματος της τάξης των 1,8 τρις δολαρίων για τις ΗΠΑ.
Τον επόμενο χρόνο ωριμάζουν και περί τα 8,3 τρις δολάρια ομολόγων του αμερικανικού δημόσιου χρέους. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό ωρίμανσης ιστορικά, το οποίο είναι διπλάσιο από αυτό που ωρίμαζε κάθε χρόνο μια τετραετία νωρίτερα.
Στο επόμενο 12μηνο λοιπόν το αμερικανικό Δημόσιο θα χρειαστεί να αντλήσει πάνω από 10 τρις δολάρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, το συνολικό χρέος ανέρχεται σε 33,7 τρις δολάρια και από το ποσό αυτό, τα 26,7 τρις δολάρια είναι κρατικό χρέος.
Τουτέστιν, τους επόμενους 12 μήνες οι ΗΠΑ θα πρέπει να αντλήσουν πάνω από το 30% του αμερικανικού δημόσιου χρέους.
Με το κόστος χρήματος αυξημένο, ακόμα και αν το εγχείρημα στεφθεί με απόλυτη επιτυχία ο λογαριασμός θα είναι τσουχτερός. Ήδη σύμφωνα με πρόσφατο ρεπορτάζ του CNBC, η αμερικανική κυβέρνηση έχει καταβάλει από τις αρχές του χρόνου έως σήμερα 659 δις δολάρια σε τόκους.
Σε μια περίοδο νομισματικής σύσφιξης σαν αυτή που διανύουμε, τα νούμερα αυτά «πονάνε».
Η αγορά των ομολόγων τα «ζυγίζει» ήδη όλα αυτά, συν την πορεία του δολαρίου, το οποίο όσο αποδυναμώνεται τόσο θα μειώνει την όρεξη της διεθνούς κοινότητας για το αμερικανικό χρέος.
Απόδειξη το γεγονός ότι οι αποδόσεις του 10ετούς των ΗΠΑ όπως αναφέραμε και στην αρχή, έπεσαν πέριξ του 4,47%, στο χαμηλότερο μεν επίπεδο από τα μέσα του Οκτωβρίου, παραμένουν δε κατά μια ποσοστιαία μονάδα υψηλότερες από τα επίπεδα του Απριλίου.
Θα περίμενε κανείς ότι η αποκλιμάκωση τους θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερη, ειδικά μετά τα τελευταία καλά νέα από το μέτωπο του πληθωρισμού.
Όμως υπήρξε ένα βαρίδι στην αγορά, το οποίο δεν ήταν άλλο από τις ανακοινώσεις στα τέλη του Οκτωβρίου για το ύψος της αναχρηματοδότησης του αμερικανικού χρέους για το τέταρτο τρίμηνο.
Η αντίδραση της αγοράς είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ευαισθησίας της επενδυτικής κοινότητας στις διαρκώς διευρυνόμενες δημοπρασίες αμερικανικών ομολόγων.
Καθώς λοιπόν αναμένεται δραματική αύξηση της έκδοσης χρέους των ΗΠΑ κατά το 2024, οι επενδυτές γίνονται ολοένα και πιο απρόθυμοι να «βάλουν πλάτη» παρά τις καλύτερες αποδόσεις.
Στην Ευρώπη αναμένονται οι ίδιες συνθήκες, με τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία να αναμένεται να αυξήσουν το 2024 τις πωλήσεις ομολόγων σε περισσότερα από 1,1 τρις ευρώ.
Προσθέστε στον «λογαριασμό» και τα 150 δις ευρώ ομολόγων που αναμένεται σύμφωνα με το Βloomberg να εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή -αύξηση 20% σε ετήσια βάση- για να ολοκληρωθεί η εικόνα ενός πραγματικού δύσκολου 2024 για την αγορά των ομολόγων.(σσ: και η κουβέντα περιορίστηκε αποκλειστικά στην αγορά κρατικού χρέους. Αν ανοίξει το κάδρο, η κατάσταση είναι ακόμα πιο απαιτητική. Μόνο η αγορά ομολόγων-σκουπιδιών -junk bond- στις ΗΠΑ αντιμετωπίζει τείχος με χρέος 41 δις δολαρίων που λήγει το 2024 και επιπλέον 113 δις δολαρίων που λήγει το 2025).
Την ίδια στιγμή, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ευρώπη, το 2024 καταργείται η ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οπότε όλοι θα πρέπει να επανέλθουν στην τήρηση του στόχου για δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο με το 3% ΑΕΠ. Το Βέλγιο όμως, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Μάλτα, η Σλοβακία και η Σλοβενία σχεδιάζουν ήδη στους προϋπολογισμούς τους ελλείμματα άνω του 3% του ΑΕΠ.
Όπως γίνεται κατανοητό, οι αγορές των ομολόγων σε αντίθεση με τις αγορές των μετοχών, και να θέλουν δεν μπορούν να εστιάσουν και να «γιορτάσουν απλά το σήμερα». Βλέπετε, «ο γκρι ρινόκερος» ίσως να είναι ήδη μέσα στο δωμάτιο.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.